Η
αμφισβήτηση της αειπαρθενίας της Θεοτόκου αποτέλεσε μια κακόδοξη διδασκαλία,
που εμφανίστηκε ήδη από τους αποστολικούς χρόνους (Κήρυνθος κ.α.). Κατά τους
νεώτερους χρόνους επανεμφανίζεται μέσα στους κόλπους του Προτεστανισμού τον 16ον
αιώνα και από τον 19ον αιώνα μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Τα
κυριότερα χωρία από την αγία Γραφή που προβάλλουν οι δύο τελευταίες νεώτερες
αιρέσεις (Προτεσταντισμός-Χιλιασμός) είναι τα εξής: «Και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε
τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν» (Ματθ.
1,25). «Ουχ ούτός
εστιν ο του τέκτονος υιός; ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ και οι αδελφοί
αυτού Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων και Ιούδας; και αι αδελφαί αυτού ουχί πάσαι
προς ημάς εισι; πόθεν ουν τούτω ταύτα πάντα;» (Ματθ.13,55-56).
Από
την φράση «τον πρωτότοκον»
συμπεραίνουν, ότι η Παναγία μετά τον Ιησού γέννησε και άλλα τέκνα. Ωστόσο
«πρωτότοκος» λέγεται ο πρώτος γεννώμενος, ο διανοίγων μήτραν, (βλ.
Εξοδ.13,2,12-13), ασχέτως αν ακολουθούν, ή όχι άλλα τέκνα. Ο Χριστός λέγεται «πρωτότοκος» όχι μόνον ως
Υιός της Παρθένου, αλλά και ως Υιός του Θεού (βλ. Κολ.1,15. Εβρ.1,6).
Από
το ότι ο Υιός του Θεού λέγεται «πρωτότοκος»,
μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο Θεός Πατήρ έχει και δευτερότοκον Υιόν; Όχι
βεβαίως. Επίσης από την φράση «έως
ου έτεκε» συμπεραίνουν, ότι μετά την γέννηση του Χριστού η
Παναγία είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ. Εδώ ο ευαγγελιστής ενδιαφέρεται,
να μας πληροφορήσει ότι ο Χριστός είναι καρπός τελείας αγνότητος και αποτέλεσμα
της επελεύσεως του αγίου Πνεύματος στην Θεοτόκο και όχι καρπός συζυγικής
σχέσεως με τον Ιωσήφ, χωρίς (ο ευαγγελιστής) να εξετάζει το τι έγινε μετά την
γέννηση του Χριστού. Μ’ ένα τέτοιο τρόπο εκφράζεται πολλές φορές η αγία Γραφή.
Για παράδειγμα: «και ιδού
εγώ μεθ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»
(Ματθ. 28,20). Από τη φράση αυτή μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι ο
Χριστός μετά την συντέλεια του κόσμου θα παύσει να είναι μαζί με τους εκλεκτούς
του; Όχι βέβαια.
Επίσης
ούτε από τα χωρία της Γραφής όπου γίνεται λόγος περί «αδελφών» του Ιησού
μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι αυτοί οι «αδελφοί» είναι τέκνα της
Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του Ιησού, όπως αυτό φαίνεται από τις παράκάτω
βιβλικές μαρτυρίες:
«Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ
πόλεως Ναζαρέτ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαυΐδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, δια το
είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαυΐδ, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη
μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί, ούση εγκύω» (Λουκ.2,5). Η περίοδος
της μνηστείας την εποχή εκείνη έληγε, την ημέρα που ο άνδρας παρελάμβανε την
γυναίκα του στο σπίτι του. Εν προκειμένω η Παναγία εξακολουθεί να
χαρακτηρίζεται ως «μεμνηστευμένη»
παρ όλο που είχε ήδη συγκατοικήσει με τον Ιωσήφ. Άρα και μετά την συγκατοίκηση
δεν είχε συζυγικές σχέσεις με τον Ιωσήφ.
Επίσης:
«Εγερθείς παράλαβε το
παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον»
(Ματθ.2,13). Δεν λέγει το «παιδίον
σου και την γυναίκα σου», αλλά «το παιδίον και την μητέρα αυτού».
Προ της γεννήσεως του Χριστού ο ευαγγελιστής ονομάζει τον Ιωσήφ «άνδρα» της
Μαρίας (Ματθ.1,16), την δε Μαρία ως «γυναίκα» του Ιωσήφ
(Ματθ.1,20,24.Λουκ.2,5), παρ’ όλο που δεν είχαν συζυγικές σχέσεις μεταξύ τους,
όπως είδαμε προηγουμένως. Μετά όμως την γέννηση, ουδέποτε αναφέρονται έτσι,
αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του Ιησού. Εάν λοιπόν δεν υπήρχε
σαρκική συνάφεια καθ’ όν χρόνον ο Ιωσήφ ονομάζεται «ανήρ» της Μαρίας και η
Μαρία ως «γυνή» του Ιωσήφ, πως μπορούσε να υπάρχει συνάφεια κατόπιν, όταν
ουδέποτε ονομάζονται έτσι, αλλά η Μαρία αναφέρεται πάντοτε ως «μήτηρ» του
Ιησού;
Επίσης:
«Τελευτήσαντος δε του
Ηρώδου ιδού άγγελος Κυρίου κατ όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω λέγων•
εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ•
τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου. ο δε εγερθείς παρέλαβε το
παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ» (Ματθ.
2,19-21). Δεν λέγει
«παράλαβε το παιδίον και την γυναίκα σου», αλλά «παράλαβε το παιδίον και την
μητέρα αυτού». Τρείς μετέβησαν στην Αίγυπτο, ο Ιωσήφ με την
μητέρα και το παιδίον. Τρείς και επέστρεψαν από την Αίγυπτο. Τέταρτος, δηλαδή
άλλο τέκνο της Παναγίας, δεν φαίνεται. Άρα ούτε και κατά τον χρόνον της
παραμονής της Θεοτόκου με τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, (που μπορεί να ήταν περίπου
δύο χρόνια), είχε ο Ιωσήφ συζυγικές σχέσεις με την Παναγία.
Σε
μία μόνο περίπτωση η Παναγία ονομάζει τον Ιωσήφ πατέρα του Ιησού, αλλά αμέσως ο
Ιησούς την διορθώνει: «Και
προς αυτόν η μήτηρ αυτού είπε τέκνον, τι εποίησας ημίν ούτως; ιδού ο πατήρ σου
καγώ οδυνώμενοι εζητούμέν σε και είπε προς αυτούς, τι ότι εζητείτέ με; ουκ
ήδειτε ότι εν τοις του πατρός μου δει είναί με;»
(Λουκ.2,48-49). «Γιατί με
αναζητούσατε; Δεν γνωρίζετε, ότι εγώ πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα
μου;» Σαν να έλεγε στην μητέρα του: Ο αληθινός Πατέρας μου δεν είναι ο
Ιωσήφ, αλλ’ ο ουράνιος Πατέρας, του οποίου οίκος είναι ο ναός του Σολομώντος.
Επίσης
«Ιησούς ουν ιδών την μητέρα
και τον μαθητήν παρεστώτα ον ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού• γύναι, ίδε ο υιός
σου. είτα λέγει τω μαθητή• ιδού η μήτηρ σου. και απ εκείνης της ώρας
έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια» (Ιω.19,26-27). Εάν η
Παναγία είχε και άλλα τέκνα, γιατί ο Ιησούς δεν ανέθεσε την φροντίδα για την
προστασία της, όπως θα ήταν εύλογο και αυτονόητο σε κάποιο από τα παιδιά της,
αλλά στον Ιωάννη; Είναι επίσης άξιο προσοχής, ότι εδώ ο Ιησούς με την φράση «ίδε ο υιός σου»,(«ο υιός» με άρθρο),
υποδεικνύει τον Ιωάννη ως τον μοναδικό μελλοντικό υιό της. Εάν η Παναγία είχε
αποκτήσει και άλλα τέκνα ο Ιησούς δεν θα εκφραζόταν έτσι, αλλά θα έλεγε:
«ίδε έναν ακόμη από τους
υιούς σου».
ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΛΕΓΟΜΕΝΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ
ΧΡΙΣΤΟΥ;
«Ιούδας,
Ιησού Χριστού δούλος, αδελφός δε Ιακώβου …» (Ιουδ.1). Ενώ ο
Ιούδας εμφανίζεται από τους ευαγγελιστές ως αδελφός του Ιησού (Ματθ.13,55.
Μαρκ.6,3), εν τούτοις ο ίδιος ο Ιούδας στην επιστολή του, αυτοσυσταίνεται όχι
ως αδελφός του Ιησού, αλλά ως αδελφός του Ιακώβου, του δε Ιησού ως δούλος.
Το
ίδιο επίσης και ο αδελφόθεος Ιάκωβος στην Καθολική επιστολή του ονομάζει τον
εαυτό του όχι ως αδελφό του Ιησού, αλλά ως δούλο του Ιησού Χριστού: «Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού
δούλος» (Ιακ.1,1).
Από
τις παραπάνω γραφικές μαρτυρίες αποδεικνύεται ξεκάθαρα, ότι οι λεγόμενοι
«αδελφοί» του Ιησού δεν ήταν τέκνα της Παναγίας και ομομήτριοι αδελφοί του
Ιησού, αλλά ήσαν τέκνα του Ιωσήφ από προηγούμενη γυναίκα του, τα οποία
κατοικούσαν στο σπίτι του Ιωσήφ στη Ναζαρέτ (Ματθ.13.55-57). Κατ’ άλλους
«εμηνευτές, βέβαια, ήσαν εξαδέλφια, τα οποία οι Εβραίοι συνήθιζαν να τά
ονομάζουν «αδέλφια».
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΗΤΑΝ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΑΡΘΕΝΟΣ
Αναφέρουμε
επίσης σχετικά με το θέμα αυτό και την καταπληκτική προφητεία του προφήτου
Ιεζεκιήλ: «και επέστρεψέ με
κατά την οδόν της πύλης των αγίων της εξωτέρας της βλεπούσης κατά ανατολάς, και
αύτη ήν κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με, η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται,
ουκ ανοιχθήσεται, και ουδείς μη διέλθη δι’ αυτής, ότι Κύριος ο Θεός
Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής, και έσται κεκλεισμένη» (Ιεζ.44,1-2).
Όπως ερμηνεύουν οι Πατέρες η «κατά ανατολάς» πύλη, για την οποία ομιλεί εδώ ο
προφήτης, η οποία θα παραμείνει κλειστή και κανένας άλλος δεν πρόκειται να
περάσει μέσα από αυτήν, παρά μόνον ο Θεός, είναι η Παναγία.
Το
υπέρλογο και μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητος γεγονός της ενανθρωπήσεως
του Θεού Λόγου συγκλόνισε, όπως ήταν φυσικό και επόμενο, την αγνή Κόρη
της Ναζαρέτ, η οποία πλέον ζούσε για να υπηρετεί το έργο της Θείας Οικονομίας.
Το πάναγνο σώμα της έμεινε για πάντα αγνό και άμωμο, πέρα από κάθε σεξουαλικό πάθος
και ενστικτώδη λειτουργία. Η διαδικασία γέννησης, υποτάχτηκε μετά την πτώση των
πρωτοπλάστων, δυστυχώς, στο πάθος και την ενστικτώδη λειτουργία της φύσεως.
Αλλά η Θεοτόκος είχε καθαριστεί κατά τον Ευαγγελισμό της, από τις συνέπειες του
προπατορικού αμαρτήματος, από το πανάγιο Πνεύμα και άρα η ίδια ήταν απηλλαγμένη
από πτωτικά πάθη και ενστικτώδεις παρορμήσεις και γι’ αυτό παρέμεινε αγνή και
αειπάρθενος. Πως ήταν δυνατόν η αγία γαστέρα της, η οποία φιλοξένησε τον
πανάγιο Θεό, να φιλοξενήσει πτωτικούς ανθρώπους, μολυσμένους από το προπατορικό
αμάρτημα; Πως ήταν δυνατόν να κυοφορήσει στα σπλάχνα της, αυτή, που ήταν
καθαρισμένη από τους ρύπους της αμαρτίας και τις συνέπειες του προπατορικού
αμαρτήματος, φορείς του προπατορικού αμαρτήματος; Εάν συνέβαινε αυτό, δεν θα
ήταν η ανωτέρα μεταξύ όλων των γυναικών και όλων των αγίων, αλλά θα ήταν
κατωτέρα μεταξύ πολλών αγίων γυναικών, οι οποίες εφύλαξαν ισοβίως παρθενία.
Μνημονεύουμε
τέλος την Γ΄ εν Εφέσω
Οικουμενική Σύνοδο (431),
η οποία εδογμάτισε, εν Αγίω Πνεύματι, ότι η κατά σάρκα Μητέρα
του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, υπήρξε Θεοτόκος και αειπάρθενος. Προ τόκου, εν
τόκω και μετά τόκον, παρέμεινε παρθένος.
(Μου το έστειλαν με email)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου