Τη αγία και
μεγάλη Πεμπτη, οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θείοι Πατέρες, αλληλοδιαδόχως εκ τε
των θείων Αποστόλων και των ιερών Ευαγγελίων,
παραδεδώκασιν ημίν τέσσερά τινα εορτάζειν· Τον ιερόν Νιπτήρα, τον Μυστικόν
Δείπνον (δηλ. την παράδοσιν των καθ’ ημάς
φρικτών Μυστηρίων), την υπερφυά Προσευχήν και την Προδοσίαν αυτήν.
Επειδή ο Αμνός του Εβραϊκοῦ Πάσχα επρόκειτο να
θυσιαστή την Παρασκευή, ήταν ταιριαστό τον τύπο να τον ακολουθήση η αλήθεια. Έπρεπε δηλαδή κι ο Χριστός
που είναι ο Αμνός
του Καινούριου Πάσχα, να θυσιαστή κι Αυτός την Παρασκευή. Γι αυτό, λοιπόν, ο Χριστός
τη νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης παρέδωσε στους Μαθητές Του το μυστήριο της Θείας
Ευχαριστίας (που είναι η διαιώνιση της Θυσίας Του). Αυτό το έκανε γιατί
οι Εβραίοι
θεωρούσαν πως η εσπέρα ανήκει στην επόμενη μέρα. Άρα η βραδιά εκείνη λογιζόταν
ως Παρασκευή, κι ο Χριστός θυσιαζόμενος (με την Θεία Ευχαριστία) εκείνο το
βράδυ, εκπλήρωνε μ’ αυτόν
τον τρόπο και τον τύπο και τις προφητείες (ότι πρέπει ο Αμνός να θυσιαστή την Παρασκευή).
Το βράδυ εκείνο της Πέμπτης ο Χριστός
έφαγε το (νομικό) Πάσχα μαζί με τούς Μαθητές Του
σύμφωνα με όλους τούς τύπους που υπαγόρευε ο
Μωσαϊκός
νόμος. Οι Εβραίοι δηλαδή έτρωγαν το
Πάσχα όρθιοι, με ζωσμένα τα ενδύματά τους, φορώντας υποδήματα στα
πόδια και στηριζόμενοι σε βακτηρίες (ραβδιά). Κι όλα αυτά ο Χριστός
τα έκανε ακριβώς έτσι -σύμφωνα με τη γνώμη διαφόρων ερμηνευτών και
μεταξύ αυτών και του ιερού Χρυσοστόμου- για να δείξη ότι δεν
είναι παραβάτης του Νόμου. Μετά όμως απ’ το
νομικό Πάσχα, το οποίο ήταν ο τύπος, ακολούθησε η
αλήθεια,
που ήταν η παράδοση της θυσίας του Μυστικού Πασχαλίου Αμνού (δηλ. του Χριστού
μέσω της Θείας Ευχαριστίας).
Το Μυστικό εκείνο Δείπνο το ετοίμασε ο Ζεβεδαίος.
(Αυτός ήταν ο άνθρωπος που
βάσταζε τη στάμνα με το νερό, όπως εξηγεί ο Μέγας Αθανάσιος, έστω κι
αν κάποιοι άλλοι είχαν διαφορετική άποψη).
Τότε, λοιπόν, ο Ιησούς
εισάγει σε τελειώτερο μυστήριο τούς Μαθητές Του και τούς παραδίδει το Μυστήριο
του δικού μας Πάσχα στο ανώγειο εκείνο του Μυστικού Δείπνου, όταν πλέον
ήταν νύχτα. Κάθισε, λέει, στα ανάκλιντρα (ανεκλίθη)
μαζί με τούς δώδεκα Μαθητές Του, όταν θα γινόταν το δείπνο
(δείπνο είναι το φαγητό μέσα στη νύχτα). {Πρόσεξε ότι αυτό
δεν ήταν το «νομικό» εβραϊκό Πάσχα, γιατί εδώ έχουμε δείπνο,
κάθισμα, άρτο (δηλ. ένζυμα) και νερό, ενώ στο
εβραϊκό Πάσχα τα έχουμε όλα ψητά στη φωτιά και άζυμα}.
Πριν ν αρχίση το δείπνο (έτσι λέει
ο ιερός Χρυσόστομος) ο Ιησούς σηκώνεται από το
τραπέζι, ενώ όλοι είχαν καθίσει, αφήνει κάτω τα ιμάτιά Του,
βάζει νερό στο νιπτήρα (δοχείο) και τα κάνει όλα μόνος Του. Με τον
τρόπο αυτό θέλει να οδηγήση σε συναίσθηση τον Ιούδα και να υπενθυμήση στους
Μαθητές Του ότι δεν πρέπει να επιζητούν τα πρωτεία. Με
παρόμοιο τρόπο τούς διδάσκει και μετά από τη
νίψη των ποδιών, λέγοντας· « Όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους».
Και με την πράξη Του βάζει σαν πρότυπο τον Εαυτό Του. Φαίνεται ότι πρώτα
έπλυνε τα πόδια του Ιούδα, ο οποίος είχε
καθίσει με περισσή αναίδεια. Έπειτα πήγε στον Πέτρο. Αυτός όμως,
ως πιο ορμητικός απ’ ὅλους, στην αρχη σταματάει το
Διδάσκαλο, αλλά ύστερα υποχωρεί με την καρδιά του,
γιατί τον ελέγχει ο Κύριος.
Όταν έπλυνε τα πόδια των Μαθητών
και τούς υπέδειξε αυτόν τον παράξενο τρόπο της υψώσεως με
την ταπείνωση, πήρε πάλι τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε. Και
τότε άρχισε να τούς νουθετή ν’ αγαπούν ο ένας τον
άλλον και να μην επιζητούν το ποιός θα είναι
πρώτος. Ενώ
έτρωγαν, άρχισε να τούς μιλάει για ένα άλλο θέμα,
την προδοσία. Κι ενώ με το λόγο αυτό θορυβήθηκαν όλοι (για
το ποιός είναι ο προδότης), ο Ιησούς στρέφεται και λέει με ήρεμο τρόπο
μόνο στον Ιωάννη·
«Αυτός, στον οποίο θα δώσω το ψωμί που θα βάλω στο κρασί, αυτός
είναι εκείνος που θα με προδώσει». Γιατί αν ο Πέτρος
είχε ακούσει το λόγο αυτό, σαν παρορμητικός χαρακτήρας που ήταν,
θα χειροδικούσε με τον Ιούδα.
Και πάλι είπε· «(Είναι) αυτός που έβαλε μαζί μ ᾿Εμένα το χέρι στο τρυβλίο (δοχείο)». Αφοῦ έγιναν και
τα δύο αυτά, μετά από μικρή σιωπή
πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε· «Λαβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και
με το ποτήρι με το κρασί λέγοντας· «Πιετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου το της
Καινής Διαθήκης· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». ( Ερμηνεία· «Πάρτε
και φάτε - Πιέστε απ’ αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το
αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε»). Φυσικά κάνοντας
αυτά έτρωγε κι έπινε μαζί τους. Πρόσεξε
μάλιστα ότι το Σώμα Του το ονομάζει
άρτο, (άρα κανονικό
ψωμί, ένζυμο), κι όχι άζυμο. Αυτά τα λόγια
δείχνουν ότι πρέπει να ντρέπονται όσοι βάζουν
στην αναίμακτη θυσία άζυμα (όπως οι παπικοί ). Μετά απ’ τη
στιγμή κατά την οποία έφαγε εκείνο το ψωμί ο Ιούδας, μπήκε μέσα του ο Σατανάς.
Τον πείραζε, βέβαια, και νωρίτερα, αλλά τώρα μπήκε και
κατοίκησε εντελώς μέσα του. Και λέει το Ευαγγέλιο ότι έφυγε τότε
και συμφώνησε με τούς αρχιερείς να τούς Τον παραδώση στην τιμή των τριάντα αργυρών νομισμάτων
(τριάκοντα αργύρια).
Στη συνέχεια οι Μαθητές μετά το Δείπνο βγήκαν
στο όρος των Ελαιών σε μια τοποθεσία που
ονομάζεται Γεθσημανή. Κι ύστερα από πολλά τούς λέει ο Ιησούς·« Όλοι σας θα Με αρνηθείτε αυτή
τη νύχτα». Ο Πέτρος τότε είπε·
«Κι αν όλοι Σε αρνηθούν, εγώ δεν
πρόκειται να Σε αρνηθώ». Ήταν βαθειά προχωρημένη η νύχτα κι ο Ιησούς του λέει· «Πριν να
λαλήση δυο φορές ο πετεινός, εσύ θα με αρνηθείς
τρεις φορές». Πράγματι, από συνήθεια ο πετεινός λαλεί όχι μόνο
μια φορά, αλλά και δυο και τρεις. Έτσι κι έγινε, πράγμα που γέμισε με
πολύ δέος τον Πέτρο. Του το έκανε αυτό ο Θεός,
για να του δείξη το πόσο ασθενική είναι η φύση μας. Ταυτόχρονα, επειδή αργότερα του
έδωσε -θα λέγαμε- στα χέρια του όλη την
οικουμένη, του το έκανε να μάθη απ’ αυτό
πόσο ευμετάβολη είναι η φύση μας και να είναι γεμάτος συγγνώμη σε όσους αμαρτάνουν.
Όμως η τριπλή άρνηση του Πέτρου ήταν και
συμβολική· Συμβόλιζε την τριπλή αμαρτία όλων των ανθρώπων προς
το Θεό. Πρώτη αμαρτία ήταν η παράβαση της εντολής του Αδάμ. Δεύτερη ήταν η παράβαση
του γραπτού (Μωσαϊκού) νόμου και τρίτη ήταν η αθέτηση του ίδιου του
Ευαγγελικού κηρύγματος (και της σαρκώσεως του Λόγου). Αργότερα, όταν ο Πέτρος
μετάνιωσε, ο Χριστός θεράπευσε τρισσώς την τριπλή άρνησή του,
λέγοντας τρεις φορές· «Πέτρο, Με αγαπάς;» Μετά απ’ αυτά,
δείχνοντας πόσο φοβερός είναι ο θάνατος για όλους τούς
ανθρώπους, λέει στους μαθητές Του· «Περίλυπη είναι η
ψυχή μου μέχρι θανάτου». Κι αφού απομακρύνθηκε λίγο, όσο πετάμε
την πέτρα, προσευχήθηκε και είπε τρεις φορές· «Πατέρα μου, αν δε
μπορεί αυτό το ποτήρι να απομακρυνθή από μένα χωρίς να το πιω, γεννηθήτω το
θέλημά Σου». Αυτά τα έλεγε και σαν άνθρωπος, αλλά και
με σκοπό να ξεγελάση το διάβολο, για να νομίση εκείνος, επειδή θα
Τον έβλεπε να φοβάται, ότι είναι απλός άνθρωπος (και
όχι Θεός) κι έτσι να μην εμποδίση την
εξέλιξη του μυστηρίου του σταυρικού θανάτου Του. Όταν ύστερα επανήλθε και
βρήκε τούς Μαθητές Του να κοιμούνται βαθιά, απευθύνθηκε στον Πέτρο και του
είπε· «Δε μπορέσατε ούτε μια ώρα να μου συμπαρασταθήτε
και να αγρυπνήσετε μαζί Μου;» Ήταν σα να του έλεγε·
« Εσύ, που με διαβεβαίωνες ότι θα
είσαι μαζί μου μέχρι το θάνατο, τώρα κοιμάσαι, όπως οι υπόλοιποι;»
Κι αφού πέρασε πέρα από το χείμαρρο των Κέδρων,
όπου υπήρχε κάποιος κήπος, κάθισε εκεί μαζί
με τούς Μαθητές Του. Συνήθιζε να πηγαίνη συχνά σ αυτό το μέρος και γι αυτό ήξερε τον τόπο και ο Ιούδας.
Αυτός, λοιπόν, ο Ιούδας, αφού πήρε
μαζί του μερικούς από τη στρατιωτική φρουρά και ακολουθούμενος από όχλο, ήλθε εκεί και τούς έδειξε ποιός ήταν ο Χριστός
με φίλημα, όπως είχε συμφωνήσει μαζί τους. Αυτό το συμφώνησε,
γιατί πολλές φορές που Τον είχαν πιάσει, Αυτός χανόταν μέσα από τα
χέρια τους και τούς ξέφευγε. Αυτή τη φορά όμως ο ίδιος ο Χριστός προχωράει προς
αυτούς και τούς λέει· «Ποιόν ζητάτε;» Ωστόσο αυτοί, ακόμα και
τότε δεν Τον γνώρισαν. Όχι γιατί τούς εμπόδιζε η νύχτα!
Είχαν, λέει, φακούς αναμμένους και λαμπάδες. Απ’ το
φόβο τους όμως έπεσαν κάτω κι έφυγαν. Κι όταν ήλθαν πάλι,
τούς ξαναρώτησε ο Ιησούς. Ο Ιούδας τότε Του έδωσε το
φίλημα, όπως είχε συμφωνήσει με όλους αυτούς.
Κι ο Χριστός του είπε· «Φιλε, είναι ώρα γι αυτό το οποίο ήλθες».
Και συνέχισε· «Βγήκατε να Με συλλάβετε με ξύλα
και μαχαίρια, σα να είμαι ληστής». Η επιχείρησή τους αυτή έγινε τη
νύχτα, γιατί φοβόντουσαν μήπως γίνει καμμιά εξέγερση απ’ το
λαό. Τοτε ο Πέτρος, που ήταν ο πιο ορμητικός,
έβγαλε το μαχαίρι που είχε μαζί του (έρχονταν από δείπνο
κι είχαν τα σχετικά μαζί τους), χτύπησε το δούλο του αρχιερέως,
που ωνομαζόταν Μάλχος και του έκοψε το δεξί αυτί. Αυτό
είχε συμβολική σημασία· Έδειχνε κατά κάποιο
τρόπο ότι ο αρχιερέας δεν άκουγε καλά και δε δίδασκε
σωστά το νόμο του Θεού. Ο Χριστός όμως έλεγξε τον Πέτρο, λέγοντάς
του ότι δεν είναι σωστό αυτός,
που έχει ακούσει τόσα πνευματικά λόγια (είναι πνευματικός άνθρωπος)
να καταφεύγη τώρα στη βία της μαχαίρας. Και γιάτρεψε το αυτί του Μάλχου.
Εκείνοι τότε, αφού συνέλαβαν τον Ιησού, Τον έφεραν δεμένο
στην αυλή του αρχιερέα Άννα, που ήταν πεθερός του Καϊάφα. Εκεί ήταν συγκεντρωμένοι
όλοι όσοι ήταν εναντίον του Χριστού, οι Φαρισαίοι
κι οι Γραμματείς. Εδώ
έγιναν τα γνωστά, τα σχετικά με τον Πέτρο και την υπηρέτρια και
η άρνηση του Πέτρου. Κι ενώ πλέον είχε περάσει η
νύχτα, ο πετεινός λάλησε τρεις φορές. Κι ο Πέτρος
θυμήθηκε το λόγο του Χριστού κι έκλαψε πικρά. Όταν σχεδόν ξημέρωσε, οδήγησαν το
Χριστό απ’ τον Άννα στον Καϊάφα, τον αρχιερέα.
Εκεί
οι Ιουδαίοι
Τον έφτυσαν (για να Τον εξευτελίσουν) και κάλεσαν
ψευδομάρτυρες. Κι όταν άρχισε να φέγγη η μέρα, ο Καϊάφας
Τον έστειλε στον Πιλάτο. Αυτοί που Τον μετέφεραν όμως δε
μπήκαν μέσα στο Πραιτώριο, για να μη μολυνθούν και να μπορέσουν να φάνε καθαροί
το Πάσχα τους. Απ’ αυτό
συμπεραίνουμε ότι παρανόμησαν οι Ιουδαίοι, όπως λέει
ο θείος Χρυσόστομος, γιατί μετέθεσαν το Πάσχα. Έπρεπε, δηλαδή, να φάνε για Πάσχα εκείνο το
βράδυ της Πέμπτης (όπως και ο Χριστός με τούς
μαθητές Του), αλλά αυτοί το ανέβαλαν, για να ασχοληθούν με
την εξόντωση του Χριστού. Αυτό, όπως είπαμε,
το αποδεικνύει η πράξη του Ιησού, ο Οποίος έφαγε για
το Πάσχα το βράδυ εκείνο με τούς μαθητές Του και τούς παρέδωσε το
Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Γιατί, όπως είπαμε στην αρχή,
η αλήθεια έπρεπε να ακολουθήση την προεικόνιση, που ήταν ο νομικός
τύπος. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέει ότι όλα έγιναν τη
νύχτα της Πέμπτης, πριν απ’ τήν εορτή του
Πάσχα. Γι αυτό γιορτάζουμε σήμερα,
τη Μεγάλη Πέμπτη, κι εμείς για να ενθυμούμεθα με δέος όλα εκείνα τα
φοβερά κι απόρρητα που συνέβησαν εκείνο το βράδυ.
Τη αφάτω σου ευσπλαγχνία Χριστέ ο Θεός ημων, ελέησον ημας. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου