Τω Σαββάτω προ των Απόκρεω μνείαν πάντων των απ αἰῶνος κοιμηθέντων ευσεβώς επ ἐλπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν.
Σε πολλούς ανθρώπους, όταν εκοιμήθησαν, δεν έγιναν οι σχετικές νεκρώσιμες ακολουθίες και τα μνημόσυνα, κι αυτό γιατί εκοιμήθησαν πολλές φορές σε ανύποπτο χρόνο η σε ξένη χώρα η πνίγηκαν στη θάλασσα η πέθαναν σε απάτητα βουνά, σε γκρεμούς και σε χαράδρες. Σε άλλους γιατί χάθηκαν σε πολέμους (χωρίς να τούς μάθη ποτέ κανείς) η από αρρώστιες θανατηφόρες, από την πείνα, από τη φωτιά η από οποιοδήποτε άλλο θάνατο.
Σε άλλους δε, επειδή ήταν φτωχοί και άποροι και δεν τούς σκέφθηκε κανένας.
Οι άγιοι Πατέρες μας, λοιπόν, κινούμενοι από πολλή φιλανθρωπία ώρισαν να γίνεται από όλη την Εκκλησία μνεία όλων αυτών των ευσεβών. Μ αὐτόν τον τρόπο, ακόμα κι εκείνοι για τούς οποίους δεν έγιναν οι κανονισμένες από την Εκκλησία σχετικές ψαλμωδίες, θα μνημονευθούν με την κοινή αυτή προσευχή και ανάμνηση. Την παράδοση μάλιστα αυτή την πήραν από τούς αγίους Αποστόλους και τη μετέδωσαν σ ἐμᾶς. Με την οδηγία τους αυτή οι άγιοι Πατέρες μας δείχνουν ότι όλα αυτά που κάνει η Εκκλησία μας υπέρ των κεκοιμημένων, όχι μόνον δεν είναι μάταια, αλλά προξενούν στούς αδελφούς μας, οι οποίοι εκοιμήθησαν, πολύ μεγάλη ωφέλεια. Αυτός είναι ένας από τούς λόγους για τον οποίο η Εκκλησία φροντίζει για τις ψυχές των προαναπαυσαμένων αδελφών μας.
Ενας άλλος λόγος είναι ο εξής· Επειδή την αυριανή ημέρα είχαν σκοπό να την αφιερώσουν στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, ώρισαν να γίνεται σήμερα το μνημόσυνο των προαναπαυσαμένων. Ετσι προσεύχονται και παρακαλούν το φοβερό και αλάνθαστο Κριτή να σταθή σπλαχνικός απέναντί τους, να τούς φερθή με την συνηθισμένη Του φιλανθρωπία και να τούς κατατάξη στον Παράδεισο, τον οποίο υποσχέθηκε.
Υπάρχει κι ένας άλλος λόγος· Την επόμενη Κυριακή την αφιέρωσαν οι άγιοι Πατέρες μας στην εξορία του Αδάμ από τον Παράδεισο. Επινοοῦν, λοιπόν, τη σημερινή ημέρα, που είναι Σαββατο (είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει κατάπαυση), σαν μια κατάπαυση και ένα τέλος για όλα τα ανθρώπινα με την μνήμη όλων των ευσεβώς κοιμηθέντων. Ετσι θα αρχίσουν την εκκλησιαστική μας ζωή από εκεί, δηλ. από την εξορία του Αδάμ, σαν από αρχή, και θα τελειώσουν πάλι του χρόνου με τη σημερινή και την αυριανή ημέρα, που θα είναι η μνήμη των κοιμηθέντων και της εξετάσεως όλων μας προ του φοβερού βήματος του Κριτού. Κι αυτό γιατί η αρχη της ζωής μας πάνω στη γη είναι η εξορία από τον Παράδεισο, ενώ το τέλος της η φοβερή Δευτέρα Παρουσία, της οποίας η ενθύμηση προξενεί συγκλονισμό στις ψυχές μας κι έτσι μας οδηγεί με ευκολία στον αγώνα της νηστείας.
Κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στούς κεκοιμημένους. Είπαμε ότι η λέξη Σάββατο είναι εβραϊκή και σημαίνει κατάπαυση. Οι κεκοιμημένοι, λοιπόν, κατέπαυσαν, δηλ. σταμάτησαν πλέον να ασχολούνται με τα βιωτικά και με όλα όσα ασχολούνται οι άνθρωποι. Εμεῖς, λοιπόν, στην ημέρα της καταπαύσεως, δηλ. το Σάββατο, τούς ενθυμούμεθα και προσευχόμαστε γι αὐτούς. Κι αυτό επικράτησε να γίνεται κάθε Σάββατο. Το σημερινό Σάββατο, μάλιστα, τούς ενθυμούμεθα όλους και προσευχόμαστε για όλους όσους έζησαν μέσα στην Εκκλησία μας (και είναι βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί).
Οι άγιοι Πατέρες μας γνωρίζοντας ότι όσα γίνονται υπέρ των κεκοιμημένων, δηλ. μνημόσυνα, ελεημοσύνες και λειτουργίες, τούς προξενούν μεγάλη άνεση και ωφέλεια, μας προτρέπουν να τα κάνουμε όλα αυτά και κατ ἰδίαν αλλά και ως Εκκλησία. Κι αυτό δεν είναι δική τους εφεύρεση, αλλά το παρέλαβαν, όπως προαναφέραμε, από τούς αγίους Αποστόλους, όπως μας λέγει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.
Το ότι έχουν μεγάλη ωφέλεια οι ψυχές από όλα όσα κάνουμε, είναι φανερό από πολλά, ιδιαίτερα όμως από ένα γεγονός που αναφέρεται στη ζωη του Αγίου Μακαρίου. Αυτός, λοιπόν, ο άγιος Μακάριος, βρήκε κάποτε περπατώντας στο δρόμο το κρανίο ενός ασεβούς, δηλ. ενός ειδωλολάτρη. Το ρώτησε, λοιπόν· « Οσοι βρίσκονται στον Αδη αισθάνονται ποτέ καμιά ανακούφιση;» Και το ξερό κρανίο του αποκρίθηκε· «Και βέβαια, πάτερ. Αισθάνονται μεγάλη άνεση, όταν προσεύχεσαι γι αὐτούς». Ο μέγας αυτός πατήρ, ο άγιος Μακάριος, προσευχόταν συνέχεια για τούς κεκοιμημένους και παρακαλούσε το Θεο θέλοντας να μάθη αν οι ψυχές τους έχουν κάποια ωφέλεια από τις προσευχές που γίνονται γι αὐτές.
Ακόμη, όπως είναι γνωστό, κι ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος με την προσευχή του έσωσε από την κόλαση τον αυτοκράτορα Τραϊανό, έστω κι αν ήταν ειδωλολάτρης. Βεβαια, δέχθηκε από το Θεο την εντολή να μη ζητήση άλλη φορά κάτι τέτοιο για άνθρωπο που δεν ήταν Χριστιανός. Επίσης και τον αυτοκράτορα Θεόφιλο το θεομίσητο εξ αιτίας της εικονομαχίας του, η ευσεβής σύζυγός του Θεοδώρα με τις προσευχές των αγίων και ομολογητών ανδρών τον έβγαλε από τα βάσανα της άλλης ζωής και τον έσωσε, όπως αναφέρει η σχετική ιστορία.(Περισσότερα γι αὐτό μπορεί να διαβάση κανείς στο Συναξάριο της Κυριακής της Ορθοδοξίας).
Το ότι οι ελεημοσύνες υπέρ των κοιμηθέντων είναι γι αὐτούς ωφέλιμες μας το λέει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος στον επιτάφιο λόγο του για τον αδελφό του Καισάριο. Αλλά και ο μέγας Ιωάννης ο Χρυσόστομος στις ομιλίες του πάνω στην προς Φιλιππησίους επιστολή λέει τα εξής· «Να βρούμε κάτι το οποίο να ωφελή τούς τεθνεώτες. Ας τούς δώσουμε τη βοήθεια που μπορούμε, δηλ. τις προσφορές και τις ελεημοσύνες, γιατί αυτό το πράγμα τούς δίνει μεγάλη ανακούφιση, μεγάλο κέρδος και πολλή ωφέλεια. Δεν ωρισθηκαν τυχαία να γίνωνται αυτά τα πράγματα. Δεν παραδόθηκαν τυχαία αυτά στην Εκκλησία από τούς πανσόφους Μαθητές, ούτε τυχαία δέεται ο ιερέας υπέρ των ευσεβώς κοιμηθέντων έμπροσθεν των φρικτών Μυστηρίων στο άγιο Θυσιαστήριο». Και αλλού πάλι λέει· «Στη διαθήκη σου, μαζί με τα παιδιά και τούς συγγενείς σου βάλε συγκληρονόμο και το όνομα του Κριτού. Και η διαθήκη σου ας έχη μέσα πρόνοια και φροντίδα για ελεημοσύνη προς τούς φτωχούς. Κι εγώ σου γίνομαι εγγυητής τους». Κι ο Μεγας Αθανάσιος λέει· «Κι αν ακόμα ο ευσεβής διαλύθηκε στον αέρα και τελειώθηκε (εκοιμήθη), μην αποφεύγης ν ἀνάβης στον τάφο του κερί και λάδι επικαλούμενος το Χριστό· γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα στο Θεο και προξενούν μεγάλη ανταπόδοση στούς κοιμηθέντες. Κι αν μεν ο νεκρός ήταν αμαρτωλός, να το κάνης για να του συγχωρεθούν τα αμαρτήματα, ενώ αν ήταν ενάρετος, για να του προσθέση ο Θεός περισσότερη ανταμοιβή. Κι αν κάποιος είναι ξένος η φτωχός και δεν έχει κάποιον να του κάνη αυτά τα πράγματα, ο Θεός σαν δίκαιος και φιλάνθρωπος που είναι θα του χαρίσει το έλεός Του, σαν να έχουν γίνει όλα αυτά».
Εξ άλλου κι αυτός που προσφέρει τέτοια φροντίδα για τις ψυχές των τεθνεώτων, συμμετέχει στην ανταπόδοση μισθού που κάνει ο Θεός, γιατί δείχνει έμπρακτα την αγάπη του φροντίζοντας για τη σωτηρία του πλησίον. Γινεται δηλ. αυτό που συμβαίνει και με τα αρώματα· Οποιος αλείφει τον άλλον με άρωμα, αυτός πρώτος κάνει τον εαυτό του να ευωδιάζη. Απ αὐτό συμπεραίνουμε ότι όσοι δεν εφαρμόζουν τα σχετικά με τούς κοιμηθέντες, τα οποία γράφονται στις διαθήκες, σίγουρα έχουν ευθύνη και θα αποδώσουν λόγο.
Επομένως, έως ότου φθάση η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, όπως λένε οι άγιοι Πατέρες μας, όσα γίνονται για τούς κεκοιμημένους από την Εκκλησία, τούς προξενούν ωφέλεια. Μαλιστα αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα σε όσους είχαν κάνει και μερικά αγαθά έργα, όσο βρίσκονταν σ αὐτή τη ζωη. Κι αν η Αγία Γραφή λέει μερικά αυστηρά πράγματα (όπως είναι αναγκαίο) για το σωφρονισμό των πολλών, όμως ως επί το πλείστον η φιλανθρωπία του Θεού νικά. Αν η ζυγαριά των καλών και των αισχρών έργων βρεθή ισοβαρής κι από τις δυο πλευρές, νικά η φιλανθρωπία του Θεού. Κι αν ακόμα είναι λιγάκι βαρύτερη η πλευρά των κακών, πάλι νικάει η μεγάλη αγαθότητα του Θεού.
Πρέπει επίσης να ξέρουμε ότι στην άλλη ζωη όλοι θα γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, και εκείνους που γνώριζαν, αλλά και εκείνους που δεν τούς είχαν δει ποτέ στη ζωη τους. Ετσι μας λέει ο ιερός Χρυσόστομος, βγάζοντας το συμπέρασμα αυτό από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Η αναγνώριση αυτή δε θα γίνεται από κάποιο σωματικό σημάδι, γιατί όλοι θα έχουν μία (ώη)λικία και τα φυσικά τους γνωρίσματα δε θα υπάρχουν πια. Η αναγνώριση θα γίνεται από το διορατικό χάρισμα της ψυχής. Ετσι λέει ο Θεολόγος Γρηγόριος στον Επιτάφιο λόγο του στον αδελφό του Καισάριο με τη φράση· «Τοτε θα δω τον Καισάριο ένδοξο με φαιδρή την όψη, όπως σε είδα στο όνειρό μου πολλές φορές, φίλτατε αδελφέ μου».
Τα ίδια αναφέρει και ο Μεγας Αθανάσιος στο λόγο του υπέρ των κεκοιμημένων. Λεει δηλαδή ότι στούς αγίους δόθηκε το χάρισμα να γνωρίζουν ο ένας τον άλλον και πριν από την κοινή Ανάσταση, ενώ οι αμαρτωλοί στερούνται αυτό το αγαθό, το να γνωρίζωνται μεταξύ τους. Στούς μάρτυρες, μάλιστα, δόθηκε η δυνατότητα να μπορούν να βλέπουν όλα όσα κάνουμε και να μας επισκέπτωνται στις ανάγκες μας. Τοτε, στην άλλη ζωη, όλοι θα γνωρίσουν όλους, και τότε θα φανούν όλα όσα εδώ στη γη έμειναν κρυμμένα. Επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι τώρα, πριν από την κοινή Ανάσταση, οι ψυχές των δικαίων βρίσκονται σε κάποιον ειδικό γι αὐτούς τόπο, ενώ αντίστοιχα σε άλλον βρίσκονται οι ψυχές των αμαρτωλών. Και οι δίκαιοι χαίρονται με την ελπίδα της απολαύσεως των μελλοντικών αγαθών, ενώ οι αμαρτωλοί λυπούνται περιμένοντας τα δεινά. Ωστόσο, ακόμα και οι άγιοι δεν έλαβαν από τώρα τα αγαθά που υποσχέθηκε ο Θεός, γιατί συμβαίνει αυτό που λέει ο απ. Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του· « Ο Θεός έχει προβλέψει κάτι καλύτερο για μας, ώστε να μη φθάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς (ια´ 40)».
Ακόμη, πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν πεθαίνουν με απόφαση του Θεού όλοι εκείνοι που πέφτουν από γκρεμούς η καίγονται στη φωτιά η πνίγονται στη θάλασσα και χάνονται από θανατηφόρες επιδημίες, από το ψύχος και από την πείνα. Ο τρόπος θανάτου του καθενός είναι κάτι το οποίο ξέρει μόνο ο Θεός. Και μάλιστα άλλα πράγματα συμβαίνουν σύμφωνα με το προηγούμενο θέλημα του Θεού, που λέγεται ευδοκία (επειδή έτσι θέλει ο Θεός), ενώ άλλα γίνονται σύμφωνα με το δεύτερο η επόμενο, όπως ονομάζεται, θέλημά Του, το οποίο λέγεται αλλιώς και παραχώρηση (=έτσι δηλ. ανέχεται ο Θεός να γίνη). Αλλα επίσης γίνονται για παιδαγωγία κάποιων ανθρώπων, για να μάθουν δηλαδή, να φοβηθούν, να σωφρονισθούν κάποιοι. Και φυσικά ο Θεός, ως προγνώστης, τα βλέπει όλα και τα γνωρίζει όλα όσα γίνονται η πρόκειται να γίνουν με το θέλημά Του το προηγούμενο η το επόμενο, όπως λέει για τα σπουργίτια στο ιερό Ευαγγέλιο (Ματθ. 10, 29-31 και Λουκ. 12, 6-7). Ωστόσο, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, ο Κυριος δεν ορίζει να γίνη έτσι η αλλιώς π.χ. αυτός να πνιγή, τούτος να πεθάνη με φυσικό θάνατο, εκείνος να πεθάνη σε γεροντική (ώη)λικία, ο άλλος σε νηπιακή. Μια μόνο φορά ώρισε τον καθολικό και τον ανθρώπινο χρόνο και τούς διαφορετικούς τρόπους θανάτων. Μεσα στούς χρόνους αυτούς έρχονται οι διάφοροι τρόποι των θανάτων και δεν υπάρχει προορισμός. Επομένως δεν ορίζει από την αρχη ο Θεός τούς τρόπους των θανάτων. Βεβαίως, σαν Θεός που είναι, τούς γνωρίζει. Ανάλογα όμως με τον τρόπο ζωής του καθενός από μας, η Βουλή του Θεού σχεδιάζει το χρόνο και τον τρόπο του θανάτου μας. Κι όταν ο μέγας Βασίλειος αναφέρη προορισμό ζωής υπονοεί το· «Γη ει και εις γην απελεύσει» (Γεν. γ´ 10), πράγμα που σημαίνει· «Είσαι χώμα και θα επιστρέψεις στο χώμα».
Πραγματικά, αν ήταν ορισμένος ο χρόνος της ζωής του κάθε ανθρώπου, δε θα είχε νόημα αυτό που λέει ο Απ. Παύλος στην προς Κορινθίους επιστολή του· « Επειδή μεταλαμβάνετε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου ανάξια, γι αὐτό μεταξύ σας είναι πολλοί άρρωστοι είτε βαριά είτε ελαφρά και πεθαίνουν αρκετοί» (Α´ Κορ. 11, 30). Ούτε θα ήταν αλήθεια αυτό που λέει ο Δαβίδ· «Μη με πάρης από τούς ζωντανούς στα μισά της ζωής μου» (Ψαλμ. 101, 25), η εκείνο που λέει ο Σολομών· «Παιδί μου, τίμα τον πατέρα σου, για να ζήσης πολλά χρόνια» (πρβλ., Δευτερ. 5, 16) κι αλλού λέει· «Να μη γίνης πολύ κακός και σκληρός, για να μη χαθής πρόωρα» ( Εκκλ. ζ´ 17), και στο βιβλίο του Ιώβ ο Θεόςλέει στον Ελιφάζ· «Θα σας είχα καταστρέψει, αν δεν προσευχόταν για σας ο Ιώβ» ( Ιωβ 42, 8).
Με όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι δεν έχει βάλει ο Θεός έναν ορισμένο χρόνο ζωής για τον καθένα. Βεβαια, κάποιος μπορεί να ειπή ότι, ασφαλώς και υπάρχει ένα όριο που έθεσε ο Θεός, και το όριο αυτό είναι το θέλημά Του. Και οπωσδήποτε είναι βέβαιο ότι σε όποιον θέλει προσθέτει χρόνια και από όποιον θέλει αφαιρεί, όμως όλα αυτά γίνονται από την οικονομία Του για το συμφέρον του κάθε ανθρώπου. Οταν θελήση, λοιπόν, ο Θεός οικονομεί (δηλ. διευθετεί) και τον τρόπο και το χρόνο κάθε ανθρώπου.
Οπως λέει ο μέγας Αθανάσιος, όριο ζωής για τον καθένα είναι η Βουλή και το θέλημα του Θεού. Ετσι, με τον τρόπο αυτό και με τα ανεξερεύνητα κρίματά Του ο Θεός φροντίζει για τον καθένα. Και ο μέγας Βασίλειος λέει· « Ερχονται οι θάνατοι, όταν συμπληρωθή το όριο της ζωής». Ομως, όταν λέγη όριο ζωής, εννοεί το θέλημα του Θεού, το οποίο δεν είναι άσχετο με τον τρόπο ζωής του καθενός, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Δεν εννοεί δηλ. κάποιο χρονικό όριο, το οποίο έχει τεθεί (αυθαίρετα) προηγουμένως από το Θεο. Εξάλλου, εάν υπάρχη κάποιο προδιαγραμμένο χρονικό όριο ζωής, τότε γιατί παρακαλούμε το Θεο και για ποιο λόγο τρέχουμε στούς γιατρούς και προσευχόμαστε για τα παιδιά μας;
Πρέπει ακόμα να γνωρίζουμε ότι τα βαπτισμένα νήπια που πεθαίνουν, θα πάνε στον Παράδεισο. Κι επίσης ότι η ψυχή, όταν βγη από το σώμα, δε φροντίζει πλέον για τίποτε από τα πράγματα της ζωής αυτής, γιατί όλη η φροντίδα της είναι πλέον για την εκεί ζωη.
Εμείς οι ζώντες απ τήν πλευρά μας κάνουμε τριήμερα μνημόσυνα, επειδή την τρίτη ημέρα από το θάνατο αλλοιώνεται η όψη του ανθρώπου. Τα εννιάημερα πάλι τα τελούμε, επειδή τότε διαλύεται όλο το σώμα και μένει μόνο η καρδιά και τα Τεσσαρακονθήμερα, επειδή τότε διαλύεται και η καρδιά. Κατι ανάλογο συμβαίνει και με τη γέννηση του ανθρώπου· Την τρίτη ημέρα γίνεται η καρδιά, την ένατη η υπόλοιπη σάρκα και την Τεσσαρακοστή ημέρα παίρνει την τέλεια όψη του.
Τας των προαναπαυσαμένων ψυχάς κατάταξον, Δεσποτα Χριστέ, εν ταις των Δικαίων σου σκηναίς και ελέησον ημας ως μόνος αθάνατος. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου