Σε αυτή την ηλικία τα παιδιά αρχίζουν να αναπτύσσουν πολλές ικανότητες και να ανακαλύπτουν τον περιβάλλον τους.
Γνωρίζουν πως να πιάσουν αντικείμενα, να τα ρίξουν στο πάτωμα, να
ανοίγουν πόρτες, αλλά και ενδεχομένως έχουν μάθει όταν θυμώνουν ή δεν
γίνεται το δικό τους, να μιλούν με θυμωμένο τόνο – να ουρλιάζουν, ή
ακόμα και να χτυπούν.
Πως είναι ιδανικό να αντιδράσει ένας γονέας σε αυτές το νέο ρεπερτόριο της συμπεριφοράς του παιδιού του?
Η συμπεριφορά αυτή, είναι εντελώς αναμενόμενη – λόγω του ότι η πληθώρα των νεοαπεκτηθέντων ικανοτήτων – όπως
• η ομιλία,
• η συνειδητοποίηση της δύναμης της φωνής του,
• η ολοένα αυξανόμενη του σωματική δύναμη,
είναι ένα πακέτο παντοδύναμων εργαλείων, τα οποία μόλις έχει αρχίσει να καταλαβαίνει πώς μπορεί να τα χρησιμοποιήσει.
Σε αυτή λοιπόν την γνωριμία με τις νέες του ικανότητες, το πιό λογικό
είναι να τις χρησιμοποιεί αρχικά κάποιες φορές με “λάθος” τρόπο.
Η διαφορά όμως μεταξύ λάθους και σωστού, είναι κάτι που ο γονιός ήδη γνωρίζει, όμως ένα παιδί όχι.
Δεν γνωρίζει δηλαδή απο πρίν ότι δεν είναι ευγενικό να ουρλιαζει, ή ότι
μπορεί να αρρωστήσει όταν θέλει να βγάλει το μπουφάν/τα παπούτσια του σε
εξωτερικό χώρο το καταχείμωνο, ή ότι είναι επικίνδυνο να σπρώχνει, να
χτυπάει, να παίρνει πράγματα και να τα ρίχνει κάτω σπάζοντάς τα, να
ανοίγει το φούρνο, το ντουλάπι με τα καθαριστικά, να κλείνει την πόρτα
με πολύ δύναμη.
Κάποιες απο αυτές τις πράξεις, προφανώς μπορεί να έχουν επικίνδυνα
αποτελέσματα για το παιδί, για αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να
διαχωριστούν απο τις υπόλοιπες.
Επίσης κάποιες απο αυτές τις πράξεις, μπορεί να έχουν κλιμακώσεις όπου
πέρα απο κάποιο σημείο μπορεί να είναι πολύ ενοχλητικές, ενώ σε χαμηλή
“έκταση” να είναι αποδεκτές.
Άρα μπορούν να χωριστούν όλες αυτές οι “αταξίες” σε
• πιό επικίνδυνες (για το ίδιο το παιδί ή άλλο παιδί): σπρώξιμο άλλου παιδιού, δάγκωμα, κλείσιμο πόρτας με πολύ δύναμη
• και σε κλιμακωτές (ανάλογα την ένταση/μέγεθος απο ήπιες ή πολύ
ενοχλητικές): ουρλιαχτά, καταστροφή αντικειμένων, αθώα ψεμματάκια,
ανυπακοή.
Ανάλογα με την κατηγορία στην οποία κατατάσσεται μία “αταξία,” και την
έκτασή της, είναι απαραίτητο να είναι ανάλογη και η αντίδραση του γονέα.
Πως μπορεί να βοηθήσει ο γονέας το παιδί του να καταλάβει τί είναι επιθυμητό και τί όχι?
Για τις ήπιου τύπου “αταξίες”, όπως π.χ. ελαφρύ σπρώξιμο άλλου παιδιού
σε αυτές τις ηλικίες (εώς δυόμισυ ετών) η πιό αποτελεσματική αντίδραση
είναι η άμεση καθοδήγηση στην επιθυμητή λύση χωρίς κάν αναφορά στην
ανεπιθύμητη.
Ήδη το άλλο παιδάκι/αδερφάκι έχει εκφράσει δυσφορία – κάτι που ένα παιδί
καταλαβαίνει άμεσα. Αυτό που δεν του είναι κατανοητό είναι το γιατί
αυτό το παιδί αντέδρασε κλαίγοντας – μιάς και ο σκοπός ήταν η
διασκέδαση. Άρα το καλύτερο που έχει να κάνει ο γονέας είναι να δείξει
στο παιδί του πως θα περάσει καλά και αυτό και το άλλο παιδάκι – το
αδερφάκι του:
Ο γονέας γονατίζει στο ύψος του παιδιού και του μιλά με απαλή φωνή, “χάιδεψέ το απαλά, εδώ (στον ώμο) αυτό ίσως του/της αρέσει!”
Άν είναι ουρλιαχτό – “πάμε να φωνάξουμε στο μπαλκόνι” (εάν είναι ώρα κοινής ησυχίας) ή εάν όχι “να φωνάξουμε ψιθυριστά”.
Άν του αρέσει να ανοίγει ντουλάπια, μπορεί ο γονέας να πάρει κάποια
κουτιά (παπουτσιών πχ) ή βαζάκια με βιδωτό καπάκι, ή μιά παλιά βαλίτσα
(που να μήν κλειδώνει/να έχει βγαλμένες τις κλειδαριές ή τα λουριά) να
τα προσθέσει στα παιχνίδια του τοποθετώντας μέσα σε αυτά διάφορα
περίεργα αντικείμενα (πιό μικρά κουτάκια ή μικρά μπουκάλια πλαστικά, με
κηρομπογιές μέσα ή αυτοκόλλητα) και να το καθοδηγήσει σε αυτά. Επίσης
πάει το παιδί στο δωμάτιό του και να ανοίξουν εκείνες τις πόρτες και
συρτάρια μαζί. (“πάμε να ανοίξουμε τα δικά σου
ντουλάπια/κουτιά/συρτάρια”)
Σε αυτή την ηλικία είναι σημαντικό εάν πρόκειται για ήπιου τύπου “αταξία” να μήν υπάρχει άλλο αρνητικό αντίκτυπο ή τιμωρία.
Όταν επιβάλλεται τιμωρία σε ένα παιδί εώς και δυόμισυ ετών, θεωρεί την
οποιαδήποτε περαιτέρω ενασχόληση με την ανεπιθύμητη συμπεριφορά, σαν
ευχάριστου είδους προσοχή – και θα επιδιώξει αυτή την συμπεριφορά ξανά.
Επικίνδυνες αταξίες
Εάν ένα παιδάκι κάνει κάτι επικίνδυνο όπως σκαρφάλωμα σε ντουλάπες,
δάγκωμα, δυνατό εσκεμμένο σπρώξιμο εν ψυχρώ, κάνει προσπάθειες να πηδάει
απο ψηλά ή πέφτει επίτηδες, ή χτυπάει τον εαυτό του σε φάση ξεσπάσματος
θυμού :
Σε αυτή την περίπτωση είναι απαραίτητο ο γονέας
• να έχει σοβαρό ύφος (αλλά όχι αυστηρό ή με έκφραση πανικού)
• να πεί την σύντομη φράση “προσέχουμε τους άλλους” ή “προσέχουμε τον εαυτό μας/το σώμα μας”
• αμέσως με ευχάριστο τόνο φωνής να προχωρήσει στην καθοδήγηση όπως αυτή αναφέρεται πιό πάνω
Οποιεσδήποτε φράσεις περιέχουν το “μή” “όχι” “δεν”, δεν χρησιμεύουν σε
ένα παιδί κάτω των δυόμισυ ετών (αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας πχ
τρισήμισυ ετών) και το προδιαθέτουν αρνητικά έτσι ώστε να μήν θέλει να
ακούσει την καθοδήγηση.
Τίποτα δεν μαθαίνεται με την πρώτη – για αυτό το λόγο, αυτή η
διαδικασία, είναι απαραίτητο να συμβαίνει κάθε φορά. Δεν θεωρείται
δηλαδή αυτονόητο ότι ένα παιδάκι σε αυτή την ηλικία (αλλά και
μεγαλύτερη) θα μάθει κάτι απλώς με μία παρέμβαση του γονέα.
Σε περίπτωση άμεσης επανάληψης επικίνδυνης πράξης, ή επαναλαμβανόμενης
κατά τη διάρκεια της ημέρας, είναι απαραίτητο να δοθεί προσοχή με την
θετική έννοια στο παιδί, μέσω παιχνιδιού. Ο λόγος που παρουσιάζεται μιά
τέτοια συμπεριφορά και επαναλαμβάνεται μπορεί να είναι ζήλια ή η μεγάλη
ανάγκη προσοχής και για αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να γίνει
προσπάθεια να αισθανθεί το παιδί αυτό εξίσου σημαντικό με κάποιο άλλο ή
ότι παίρνει την προσοχή αυτή ανεξαρτήτως της πράξεώς του.
Όταν ένα παιδί είναι μεγαλύτερο των δυόμισυ ετών έχει καλύτερη αίσθηση
των συνεπειών των πράξεών του και για αυτό το λόγο υπάρχει ανάγκη για
διαφορετική αντιμετώπιση – η οποία θα περιγραφεί στο δεύτερο μέρος του
άρθρου (θα δημοσιευτεί προσεχώς).
Τι μπορεί να μην εχει καλό αποτέλεσμα?
Όταν ο γονέας δεν γνωρίζει πως να αντιμετωπίσει την “λανθασμένη” αυτή
χρήση των νέων ικανοτήτων του παιδιού του και οι αντιδράσεις του:
• δεν είναι σταθερές, ή
• είναι ίδιες ανεξαρτήτως της συμπεριφοράς του παιδιού του (πχ το
αντιμετωπίζει πάντα με τον ίδιο γλυκό τόνο στην φωνή ακόμα και σε
επικίνδυνη συμπεριφορά) ή
• δεν υπάρχει καμία καθοδήγηση προς την επιθυμητή συμπεριφορά,
εκείνο δεν θα μπορέσει να καταλάβει ποιά συμπεριφορά είναι επιθυμητή
(και το οδηγεί σε κάτι ευχάριστο) και ποιά συμπεριφορά δεν είναι
αποδεκτή (και είναι πιθανώς και επικίνδυνη). Οι αταξίες θα
επαναλαμβάνονται, θα έχουν εμπεδωθεί απο το παιδί και θα
πραγματοποιούνται και τα επόμενα χρόνια ενδεχομένως και σε μεγαλύτερο
βαθμό – ο αποχωρισμός απο τέτοιες συμπεριφορές θα είναι πολύ πιό
δύσκολος τότε.
Επίσης όταν ο γονέας χρησιμοποιεί την φωνή του ή ακόμα και την απειλή
βίας (ακόμα και αν αυτή δεν πραγματοποιείται ποτέ) – δηλαδή τον φόβο –
για να προσπαθήσει να δείξει στο παιδί του τι δεν είναι αποδεκτό, του
δείχνει μεν τι είναι/δεν είναι επιθυμητό, αλλά παράλληλα μαθαίνει στο
παιδί του το συναίσθημα του φόβου.
Έτσι το παιδί θα μάθει ότι πάντα κάποιες συμπεριφορές του εάν αποβούν
λανθασμένες, ίσως έχουν αποτέλεσμα το να φοβηθεί. Θα επιλέγει στο μέλλον
λύσεις οι οποίες είναι ασφαλής – αλλά και θα χρησιμοποιεί τα ψέμματα
για να αποφύγει το συναίσθημα του φόβου, όταν αισθάνεται ότι έκανε κάτι
μή αποδεκτό.
Γιατί ένα παιδί επαναλαμβάνει συνειδητά “αταξίες” ενώ γνωρίζει οτι δεν ειναι επιθυμητές?
Είναι σημαντικό, γονείς κ΄παιδαγωγοί να ενημερώνονται για το ότι σε
αυτές τις ηλικίες, η επιλογή μιας μη επιθυμητής πράξης, έχει στόχο –
αρκετά συχνά – την είσπραξη άμεσης προσοχής και εγγύτητας απο τους
γονείς ή και παιδαγωγούς.
Πολλές φορές η άγνοια αυτής της πραγματικότητας, οδηγεί τους γονείς σε
τιμωρητική συμπεριφορά – με αποτέλεσμα την έναρξη ενός φαύλου κύκλου και
εκρηκτική κλιμάκωση των συναισθημάτων.
Πηγή: http://www.parents.gr/psych/a183
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου