Μια αραβική ιστορία λέει ότι κάποτε δύο αγόρια, ένα πλουσιόπαιδο κι ένα φτωχόπαιδο, επέστρεφαν στα σπίτια τους από τα ψώνια που είχαν κάνει στην αγορά.
Το φτωχόπαιδο, καθώς βάδιζαν στο δρόμο τους, λιμπίστηκε τις λιχουδιές και συνεχώς έριχνε κρυφές ματιές στη σακούλα με τα μελοπάστελα. Είχε γεμίσει το στόμα του σάλια κι άρχισαν να τρέχουν έξω από τα χείλη του. Το πλουσιόπαιδο το παρατήρησε και θέλησε να κάνει τη δοκιμασία σκληρότερη και βαρύτερη.
«Θα σου δώσω να γευτείς από τις λιχουδιές μου, του είπε, αν μου κάνεις μια χάρη. Αν κάνεις το σκύλο, ενώ θα βαδίζουμε».
Αυτοστιγμεί το φτωχόπαιδο έπεσε στα τέσσερα κι άρχισε να γαυγίζει όσο πιο δυνατά μπορούσε, να γλείφει τα πέδιλα του πλουσιόπαιδου και να τρώει λαίμαργα τα σπασμένα μελοπάστελα που του πετούσε το πλουσιόπαιδο.
Ένας σοφός γέροντας βλέποντας τη σκηνή κούνησε λυπημένος το κεφάλι του και μονολόγησε:
«Αν το άμοιρο φτωχόπαιδο είχε λίγη αξιοπρέπεια, θα έβρισκε έναν έντιμο τρόπο για να κερδίσει λίγα χρήματα, για να αγοράσει τις λιχουδιές, που επιθύμησε. Προτίμησε όμως να μεταβληθεί σε σκύλο για να γευτεί ό,τι λιμπίστηκε. Αν αύριο μεγαλώνοντας οι συγκυρίες το φέρουν στην εξουσία, θα κάνει το ίδιο και για την κατοχή δημόσιου αξιώματος. Θα είναι ικανό να προδώσει την πατρίδα του για ένα πουγκί χρυσού…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου