Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου αποτελεί αναπόφευκτη
πραγματικότητα για όλους μας, σε κάποια στιγμή της ζωής μας. Όταν αυτός
προκύπτει μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, πολλοί γονείς αναρωτιούνται
αν πρέπει να μιλήσουν στα παιδιά τους για αυτό, τι ακριβώς θα πρέπει να
τους πουν, ποιες αντιδράσεις θα πρέπει να περιμένουν από αυτά.
Καταρχήν, αυτό που θα πρέπει να γνωρίζετε είναι πως, ενώ μέχρι τα 6
περίπου χρόνια τα παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν την οριστικότητα και
την καθολικότητα του θανάτου, στις ηλικίες μεταξύ των 6-11 χρόνων τα
παιδιά αρχίζουν σιγά σιγά να συνειδητοποιούν αυτές τις έννοιες . Η επαφή
τους με την τηλεόραση, τα παραμύθια που διαβάζουν, τα παιχνίδια που παίζουν, όλα αυτά τα φέρνουν πιο κοντά στην ιδέα του θανάτου και τα εξοικειώνουν
με αυτόν. Παρόλα αυτά, τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες εξακολουθούν να
μην μπορούν να αντιληφθούν ότι η πραγματικότητα του θανάτου θα μπορούσε
να αφορά και την δική τους ζωή, την δική τους οικογένεια.
Δυστυχώς, οι φόβοι των ενηλίκων και η επιθυμία τους να ‘προστατέψουν’
τα παιδιά από αυτή την ομολογουμένως επίπονη πραγματικότητα τους οδηγεί
συχνά στο να αποκρύπτουν την αλήθεια από αυτά ή στο να δημιουργούν
διάφορα φανταστικά σενάρια για να δικαιολογήσουν την απουσία του
θανόντα. Έτσι, και τα ίδια τα παιδιά οδηγούνται στην αποφυγή
οποιονδήποτε σχετικών σχολίων και ερωτήσεων, με αποτέλεσμα να μην τους
δίνεται τελικά ποτέ η δυνατότητα να συζητήσουν ειλικρινά για τον θάνατο
και να προετοιμαστούν σταδιακά για όλες τις αναπόφευκτες απώλειες που θα
χρειαστεί να αντιμετωπίσουν στη ζωή τους.
- Ως γονείς δεν πρέπει ποτέ να λέμε ψέματα στα παιδιά όσον αφορά την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Με απλό τρόπο πρέπει να τους λέμε ότι ο αγαπημένος μας ‘πέθανε’, όχι ότι ‘κοιμήθηκε’, ούτε ότι ‘έφυγε’ γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε πιθανή και φυσικά λανθασμένη ταύτιση του θανάτου με τον ύπνο, όπως και μια ψευδή αντίληψη της πραγματικότητας.
Σε πιθανά ερωτήματα του παιδιού ως προς το ‘που πήγε η γιαγιά;’ είναι
προτιμότερο να απαντούμε με ειλικρίνεια υποστηρίζοντας πως ‘δεν ξέρουμε
ακριβώς’, ή πως ‘υπάρχουν διάφορες πιθανές θεωρίες και αντιλήψεις’
(π.χ. ‘πως το σώμα χάνεται αλλά η ψυχή ζει για πάντα, ή πως ο άνθρωπος
πεθαίνει αλλά η αγάπη και οι όμορφες αναμνήσεις μένουν για πάντα στην
καρδιά μας’), και στη συνέχεια να αφήνουμε τα ίδια τα παιδιά να
επιλέξουν την εκδοχή που τους ταιριάζει καλύτερα.
- Τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ελεύθερα να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα που έχουν χωρίς να νιώθουν άσχημα ή να ντρέπονται για αυτά. Είναι εξαιρετικά σημαντικό λοιπόν να συνειδητοποιήσουμε, πρώτα εμείς οι ίδιοι, και στην συνέχεια τα παιδιά μας, πως η εμπειρία και η έκφραση των συναισθημάτων μας είναι όχι απλά μια φυσιολογική αντίδραση αλλά και μια απαραίτητη διαδικασία που θα μας βοηθήσει στην ομαλή επεξεργασία και αντιμετώπιση της απώλειας που βιώνουμε.
Δεν είναι λάθος ως γονείς να συζητάμε με τα παιδιά για τις δικές μας
σκέψεις και τα δικά μας συναισθήματα όσον αφορά τον θάνατο του
αγαπημένου μας. Το λάθος είναι όταν προσπαθούμε να κρύψουμε το πένθος
μας, ή αντιθέτως όταν, πολλές φορές άθελά μας, ‘αγκιστρωνόμαστε’ από τα
παιδιά μας για να το ξεπεράσουμε.
- Ίσως το σημαντικότερο και το πιο ανακουφιστικό μήνυμα που πρέπει να περάσουμε σε ένα παιδί που βιώνει τον βαθύ πόνο μιας απώλειας μέσα στην οικογένειά του είναι το γεγονός πως αυτό που νιώθει κάποια στιγμή θα περάσει. Οφείλουμε να δείξουμε στο παιδί την πίστη μας σε εκείνο πως θα καταφέρει να αντέξει την θλίψη που το βαραίνει, και πως θα συνεχίσει τελικά να ζει ευτυχισμένο κοντά στα υπόλοιπα αγαπημένα του πρόσωπα, κρατώντας ζωντανές μόνο τις όμορφες αναμνήσεις από τον θανόντα.
Αρκετοί παράγοντες επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσει
ένα παιδί μπροστά σε μια απώλεια. Η γνωστική του ανάπτυξη, η
συναισθηματική του ωριμότητα, η σχέση που είχε με το πρόσωπο που πέθανε,
η όλη αντίδραση της υπόλοιπης οικογένειας, όλα επηρεάζουν το είδος των
συναισθημάτων που θα αναπτυχθούν. Έτσι, ένα παιδί μπορεί να νιώσει από
φόβο, άγχος, και θλίψη, μέχρι θυμό, τύψεις, ενοχές, ακόμα και
ανακούφιση.
Κάτι που πρέπει να γνωρίζουμε είναι πως τα παιδιά δεν διαθέτουν ούτε
τις λεκτικές ικανότητες ούτε και τα ψυχικά αποθέματα που διαθέτει ένας
ενήλικας, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν αρκετές συναισθηματικές
μεταπτώσεις, περνώντας απότομα από το κλάμα στο γέλιο, και από το
κλείσιμο στον εαυτό τους σε συμπεριφορές ανεμελιάς και χαράς. Αυτός ο
μηχανισμός άμυνας των παιδιών δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να
παρεξηγηθεί ως ένδειξη αδιαφορίας ή έλλειψης συναισθημάτων, αλλά να
ερμηνευθεί ως μια συμπεριφορά ‘αυτοπροστασίας’ από την τόσο επώδυνη
πραγματικότητα που το παιδί βιώνει.
Συχνά οι γονείς αναρωτιούνται αν θα πρέπει να αφήσουν τα παιδιά τους
να συμμετάσχουν στα διάφορα τελετουργικά του πένθους, όπως είναι η
κηδεία ή το μνημόσυνο. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι ένα απλό
‘ναι’ αλλά ούτε και ένα απλό ‘όχι’. Σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε
αρνητικοί εξ αρχής, όπως θα υποστήριζαν κάποιοι.
Η συμμετοχή των παιδιών σε μια τέτοια διαδικασία θα μπορούσε να
λειτουργήσει θετικά βοηθώντας τα να δημιουργήσουν μια λιγότερο
εξωπραγματική εικόνα για τον θάνατο, δίνοντάς τους την δυνατότητα να
αποχαιρετήσουν το αγαπημένο τους πρόσωπο, να εξωτερικεύσουν τα
συναισθήματά τους, όπως και να λάβουν την στήριξη άλλων κοντινών ατόμων.
Σίγουρα όμως η ηλικία του παιδιού, η ευαισθησία που το χαρακτηρίζει
γενικότερα, η επιθυμία του ίδιου, αποτελούν παράγοντες που θα πρέπει να
ληφθούν υπόψη πριν παρθεί η τελική απόφαση.
Ακόμα και από τις πολύ μικρές ηλικίες (τα 2-3 χρόνια), μπορούμε να
ξεκινήσουμε σταδιακά να μιλάμε στα παιδιά για το θέμα του αποχωρισμού
και του θανάτου. Η ίδια η ζωή μας δίνει πάρα πολλές ευκαιρίες για κάτι
τέτοιο: οι αλλαγές που συμβαίνουν στην φύση κατά την διάρκεια του
χρόνου, η γέννηση και ο θάνατος των ζώων, οι μικροί καθημερινοί
αποχωρισμοί (όπως π.χ. ο αποχωρισμός από την μαμά όταν το παιδί πάει το
πρωί στον παιδικό σταθμό ή στο σχολείο), η επιλογή μιας κατάστασης που
αυτομάτως αποκλείει κάποια άλλη, όλα αυτά αποτελούν γεγονότα που αν και
δεν είναι τόσο επώδυνα όσο ένας θάνατος, μπορούν να εισαγάγουν ένα παιδί
στην έννοια του τέλους αλλά και της αρχής.
Επίσης, η ανάγνωση σχετικών βιβλίων, ακόμα και μια επίσκεψη σε ένα
νεκροταφείο είναι δραστηριότητες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά
να αποκτήσουν μια λιγότερο τρομακτική εικόνα για τον θάνατο.
Φυσικά , για να μπορέσουμε ως γονείς να κάνουμε πράξη τις παραπάνω
προτάσεις θα πρέπει πρώτα να παλέψουμε με τους δικούς μας ‘δαίμονες’.
Ίσως πριν μιλήσουμε και πριν πράξουμε να πρέπει να σκεφτούμε όλα αυτά
που μόλις διαβάσαμε και να τα πιστέψουμε πρώτα εμείς για τον εαυτό μας
και μετά για τα παιδιά μας.
Η αλήθεια είναι πως οι περισσότεροι έχουμε μεγαλώσει με τον φόβο του
θανάτου και του πόνου που αυτός προκαλεί, και έτσι πριν βοηθήσουμε τα
παιδιά μας να εξοικειωθούν με την πραγματικότητα του θανάτου θα πρέπει
πρώτα να βοηθήσουμε τον εαυτό μας. Το σίγουρο είναι πως όσο και αν
φοβόμαστε να ‘αγγίξουμε’ ένα τόσο δύσκολο θέμα, όσο και αν δεν έχουμε
πάντα τις σωστές απαντήσεις στα ερωτήματα που μας θέτουν τα παιδιά,
πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να μπορούμε να τους μιλάμε για τον θάνατο
και να τα ενθαρρύνουμε να μιλούν και αυτά για αυτόν.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε τις επόμενες γενιές να
ζήσουν λιγότερο τρομοκρατημένες και λιγότερο φοβισμένες από την ιδέα του
θανάτου απ’ ότι ζήσαμε εμείς.
Σημ. Bloger: Βασικής σημασίας για το συγκεκριμένο θέμα είναι η σχέση με το Θεό των γονέων ή των εχόντων την επιμέλεια του παιδιού. Αυτή η πίστη έχει από πριν δημιουργήσει ένα υπόβαθρο με βάση το οποίο θα γίνει οποιαδήποτε συζήτηση με το παιδί για την δημιουργηθείσα απώλεια προσώπου, αν και από πριν θα πρέπει να έχουν γίνει σχετικές συζητήσεις προϊόντος του χρόνου και ανάλογα με την αντιληπτική και πνευματική ικανότητα του παιδιού.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου