Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Βαθιά ρήγματα στην οικογένεια





Η ελληνική οικογένεια αλλάζει δραματικά. Περισσότεροι εργένηδες, λιγότεροι γάμοι, περισσότερα διαζύγια, άρα και περισσότερες μονογονεϊκές οικογένειες, περισσότερες γεννήσεις εκτός γάμου, συγκατοίκηση εκτός γάμου, σύμφωνα συμβίωσης, άτεκνα ζευγάρια, ομόφυλα ζευγάρια... Η παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια χάνει διαρκώς έδαφος.

Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι η πολυπληθέστερη ομάδα νοικοκυριών στην Ελλάδα σήμερα είναι τα μονοπρόσωπα. Απαρτίζονται από ένα άτομο, άνδρα ή γυναίκα, νεαρό, ώριμο ή ηλικιωμένο, που κατέληξε ή επέλεξε να ζει μόνο. Τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά αποτελούν το 31% του συνόλου των νοικοκυριών και αυξήθηκαν κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Οχι, δεν ακολουθούν τα ζευγάρια με παιδιά, αυτά βρίσκονται στην τρίτη θέση. Επονται τα ζευγάρια χωρίς παιδιά (25,2% το 2017 από 24,1% το 2007). Τα ζευγάρια με παιδιά αποτελούν το 21,9% των νοικοκυριών (από 23,2% το 2007). Τέταρτα στη σειρά (15,7%) είναι, πάντα σύμφωνα με τη Eurostat, τα νοικοκυριά με ενηλίκους χωρίς παιδιά, του αντίθετου και του ίδιου φύλου, που συμβιώνουν...

Οι γάμοι μειώθηκαν από 62.195 το 1993 σε 50.138 το 2017, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Οι πολιτικοί γάμοι με διαδικασίες-εξπρές και λιγότερα έξοδα ξεπερνούν σταθερά τα τελευταία πέντε χρόνια τους θρησκευτικούς – 23.778 θρησκευτικοί και 25.854 πολιτικοί το 2016, 24.975 θρησκευτικοί και 25.163 πολιτικοί το 2017. Τα διαζύγια αυξήθηκαν, από 7.725 το 1993 (12,4% επί των γάμων) έφτασαν τις 13.494 το 2005 (22,1% επί των γάμων) και στα χρόνια της κρίσης κυμαίνονται γύρω ή και πάνω από τις 15.000 (30% επί των γάμων) – μόνο το 2016 τα διαζύγια παρουσίασαν πτώση, στις 11.013. Τα σύμφωνα συμβίωσης, πάντα σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκαν από 581 το 2013 σε 4.921 το 2017.

Οι γεννήσεις εκτός γάμου σημείωσαν επίσης άνοδο· από 5,1% στο σύνολο των γεννήσεων το 2004 έφτασαν το 9,4% το 2015 (σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τη Eurostat). Τα νοικοκυριά με έναν μόνο γονέα αυξήθηκαν από 1,8% σε 2,3% στο σύνολο των νοικοκυριών μέσα σε 10 χρόνια· συνολικά τα νοικοκυριά με παιδιά τα οποία είναι μονογονεϊκές οικογένειες, αλλά και οικογένειες με παιδιά, άλλου τύπου από εκείνον του ζευγαριού, αποτελούν σήμερα το 6,3% του συνόλου.

Ενα παράδειγμα

Η Γιάννα ζει τα τελευταία δυόμισι χρόνια με τον Μιχάλη και την κόρη της, Σαπφώ. Δεν τον γνώριζε πιο πριν τον Μιχάλη. Αργότερα ανακάλυψε ότι ήταν συμμαθητής και καλύτερος φίλος στα χρόνια του σχολείου με τον Χρήστο, πρώην άντρα της και πατέρα της κόρης της, Σαπφούς. Η Γιάννα και ο Μιχάλης κάνουν στενή παρέα με την Ειρήνη, φίλη του Μιχάλη από την εποχή που σπούδαζαν μαζί στο εξωτερικό, και τον Γιώργο. Η Ειρήνη και ο Γιώργος δεν είναι ζευγάρι, είναι παιδικοί φίλοι· είναι και οι δύο χωρισμένοι και αποφάσισαν να συγκατοικήσουν για να μοιραστούν τα έξοδα, αλλά και για συντροφιά... Ο Γιώργος φέρνει στο σπίτι κάθε Σαββατοκύριακο τα παιδιά του. Ο πρώην άντρας της Ειρήνης, ο Πάνος, που μόλις άρχισε να συζεί με τον σύντροφό του, τους επισκέπτεται συχνά...

«Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία αλλάζει», σημειώνει στην «Κ» η καθηγήτρια Βάσω Αρτινοπούλου, πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

«Σήμερα πλέον συνυπάρχουν αρμονικά διαφορετικοί τύποι οικογένειας – εργένηδες, μόνοι ενήλικες με παιδί ή παιδιά, ζευγάρια άτεκνα ή και με παιδιά, σε ελεύθερη συμβίωση ή με σύμφωνο συμβίωσης, ομόφυλα ζευγάρια κ.λπ.– μαζί με την πυρηνική τετραμελή οικογένεια και τα άλλα παραδοσιακά πρότυπα» «Οι λόγοι που οδηγούν τους νέους κυρίως ανθρώπους σε αυτές τις διαφορετικές μορφές οικογένειας είναι πολλοί: οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτισμικοί, ή καθαρά πρακτικοί, ρεαλιστικοί. Δύο εργαζόμενοι νέοι αποφασίζουν να ζήσουν μαζί, και για να εξοικονομήσουν χρήματα και να αντεπεξέλθουν οικονομικά, δεν επιλέγουν έναν παραδοσιακό γάμο με πολυέξοδες τελετές, προσαρμόζουν τις βιοτικές τους ανάγκες σε διαμερίσματα λιγότερων τετραγωνικών, επιλέγουν βιώσιμες και οικονομικές λύσεις για την κοινή ζωή τους. Υπακούουν σε μια λογική πρακτική, δεν φαντασιώνονται τον γάμο σαν κάτι πολύ σπουδαίο στη ζωή τους – το ιδεώδες του γάμου ως αγαθό και ως τελετουργική διαδικασία έχει υποχωρήσει πολύ, ειδικά στα νέα παιδιά. Είναι πιο ρεαλιστικοί οι στόχοι τους», συνεχίζει η ίδια.



Η υπογεννητικότητα
«Είναι μια πραγματικότητα που συνδέεται με την υπογεννητικότητα, την αύξηση των διαζυγίων και των μονογονεϊκών οικογενειών. Η κρίση έχει επηρεάσει σημαντικά και πολλαπλώς την ελληνική οικογένεια. Οχι μόνο σε επίπεδο οικονομικό, αλλά και σε επίπεδο κοινωνικό και αξιακό. Εμφανής και αδιαμφισβήτητη είναι η κρίση στις διαπροσωπικές σχέσεις: υπάρχει χαμηλότερο επίπεδο επικοινωνίας, έλλειμμα εμπιστοσύνης, στοιχεία που αποτυπώνονται και σε έρευνες της Eurostat. Η κρίση αυτή επηρεάζει έντονα τη λήψη αποφάσεων σε σχέση με το μοίρασμα μιας κοινής ζωής, κυρίως στους νέους ανθρώπους. Επειτα, το αυξημένο ποσοστό των διαζυγίων, των καταγεγραμμένων και των ουσιαστικών διότι υπάρχουν και αυτά που απλά δεν εκδίδονται για οικονομικούς λόγους, δείχνουν ότι υπάρχουν βαθιά ρήγματα στην οικογένεια, που αντανακλούν την ευρύτερη κοινωνική και αξιακή κρίση», καταλήγει η κ. Αρτινοπούλου.

Θεσμός σε κρίση

«Αν η ελληνική κοινωνία δεν έχει εκραγεί σε αυτήν την πρωτοφανή κρίση, οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική οικογένεια λειτουργεί. Προσφέρει ικανοποιητικές σχέσεις και στοργή. Παράλληλα, είναι ένας κόσμος με αντιφάσεις, ένας χώρος ταραχώδης», αναφέρει η κ. Ηρα Εμκε-Πουλοπούλου, διδάκτορας του πανεπιστημίου του Παρισιού, μέλος της Ακαδημίας Επιστημόνων της Νέας Υόρκης και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Δημογραφικών Μελετών, στην έρευνά της «Ο πληθυσμός της Ελλάδας υπό διωγμόν». Οπως σημειώνει, το πρότυπο της παραδοσιακής οικογένειας εξακολουθεί να κυριαρχεί, τα περισσότερα παιδιά γεννιούνται στο πλαίσιο του γάμου, ωστόσο αυξάνονται οι οικογένειες με έναν γονέα, οι γεννήσεις εκτός γάμου, μειώνεται ο αριθμός των πολύτεκνων οικογενειών. Η μορφή της οικογένειας αλλάζει. Παράγοντες που συνέβαλαν σε αυτήν την αλλαγή, σύμφωνα με την κ. Εμκε-Πουλοπούλου, είναι η μείωση του μέσου αριθμού παιδιών κατά οικογένεια, η δημογραφική γήρανση και η επιμήκυνση της διάρκειας ζωής· ακόμη, η εξέλιξη της οικονομικής οργάνωσης από γεωργική σε βιομηχανική, η ταχύτατη άνοδος του εκπαιδευτικού επιπέδου και ο εκδημοκρατισμός των διαπροσωπικών σχέσεων, η δυνατότητα της επαγγελματικής απασχόλησης της συζύγου. Οπως και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, «ο θεσμός του γάμου περνάει κρίση. Οι έγγαμες συμβιώσεις είναι λιγότερες, τελούνται από άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και αποδεικνύονται όλο και πιο εύθραυστες. Ο αριθμός των ελεύθερων συμβιώσεων αυξάνεται, τα άτομα αναβάλλουν τον γάμο ή αποφασίζουν να μην παντρευθούν ποτέ...». Δημογραφικοί, θεσμικοί (σύμφωνο συμβίωσης, νόμοι για γάμο και διαζύγιο), οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτισμικοί, αξιακοί οι παράγοντες για τη μείωση της γαμηλιότητας, σύμφωνα με την κ. Εμκε- Πουλοπούλου. Παρόμοιοι και εκείνοι που συμβάλλουν στον περιορισμό των γεννήσεων. Διότι, ενώ παρατηρείται και ιδίως κατά την κρίση, «μη επιλεγμένη ατεκνία λόγω οικονομικής δυσπραγίας», από την άλλη είναι γεγονός ότι «η οικονομική ευημερία περιορίζει τις γεννήσεις». Οπως αναφέρεται στην έρευνα, «πολλοί γονείς προτιμούν να αγοράσουν ή να αλλάξουν αυτοκίνητο, να αγοράσουν εξοχικό σπίτι ή καινούργια έπιπλα παρά να αποκτήσουν ένα ακόμη παιδί».

Οι αλλαγές στα ευρωπαϊκά νοικοκυριά σε βάθος δεκαετίας

Βαδίζουμε σε έναν κόσμο εργένηδων. Τα σπίτια με έναν μόνο ένοικο αποτελούν τον επικρατέστερο τύπο νοικοκυριού σε όλη την Ευρώπη. Κι αν στην Ελλάδα είναι το 31% του συνόλου των νοικοκυρών –μέσος ευρωπαϊκός όρος 33,6%– σε άλλες χώρες τα ποσοστά εκτοξεύονται, με βάση τα τελευταία στοιχεία της Eurostat. Στη Σουηδία αποτελούν το 51,4% των νοικοκυριών, στη Δανία το 44,4%, στη Λιθουανία το 42,5%, στη Φινλανδία το 41,3%, στη Γερμανία το 41,2%, στην Εσθονία το 39,9%, στην Ολλανδία το 37,5% κ.ο.κ. Είναι φυσικό, λοιπόν, να αυξάνεται ο συνολικός αριθμός των νοικοκυριών –με σημαντικές δημογραφικές, κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις– και να μειώνονται τα μέλη των οικογενειών.

Συγκεκριμένα το 2017, το μέσο μέγεθος νοικοκυριού στην Ε.Ε.-28 ήταν 2,3 μέλη (από 2,4 μέλη το 2007). Στην Ελλάδα οι αλλαγές ήταν δραματικότερες, το ελληνικό νοικοκυριό μειώθηκε από 2,7 μέλη το 2005 σε 2,5 μέλη το 2007 και σε 2,3 μέλη το 2017. Το μεγαλύτερο μέσο μέγεθος νοικοκυριού καταγράφηκε στην Κροατία (2,8 μέλη), ενώ το μικρότερο παρατηρήθηκε στη Σουηδία (1,9 μέλη), στη Γερμανία και στη Δανία (2 μέλη). Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στη Λιθουανία (από 2,6 μέλη το 2007 σε 2,1 μέλη το 2017).

Είναι εντυπωσιακό ότι τα δύο τρίτα όλων των νοικοκυριών στην Ε.Ε.-28 απαρτίζονται από ένα ή δύο άτομα. Τα πρωτεία κατέχουν τα νοικοκυριά με ένα άτομο, που σημείωσαν την υψηλότερη αύξηση μέσα στην τελευταία δεκαετία (3,7 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ ακολουθούν τα νοικοκυριά με δύο άτομα (31,9%, αύξηση κατά 0,8%). Σε μεγάλη απόσταση βρίσκονται τα νοικοκυριά με περισσότερα άτομα – 15,6% τα νοικοκυριά με τρία άτομα, 13,1% με τέσσερα άτομα, 5,8% με πέντε ή περισσότερα.

Οπως προαναφέρθηκε, στην Ε.Ε.-28 τα νοικοκυριά αυξήθηκαν· από 201 εκατομμύρια το 2007, σε 221 εκατ. το 2017 (αύξηση 1,01% ετησίως). Στην Ελλάδα αυξήθηκαν από 4.280.800 σε 4.393.900. Μόνο στο Λουξεμβούργο και στην Κύπρο η αύξηση ήταν 2% ετησίως και στη Σλοβενία 1,8% ετησίως. Μείωση σημειώθηκε μόνο στην Κροατία (0,31% ετησίως).

Τα νοικοκυριά με παιδιά (συμπεριλαμβάνονται οι μονογονεϊκές και όλοι οι άλλοι τύποι οικογένειας με παιδιά) αποτελούν το 29,6% του συνόλου στην Ε.Ε.-28 (στην Ελλάδα 28,2%). Η Ιρλανδία παρουσιάζει τα περισσότερα νοικοκυριά με παιδιά (40,2%), ακολουθούν η Πολωνία (37,4%) και η Κύπρος (36,7%). Χαμηλότερα από την Ελλάδα βρίσκονται η Γερμανία (22,3%) και η Φινλανδία (21,9%). Εκτός Ε.Ε., στην Τουρκία τα νοικοκυριά με παιδιά αποτελούν το 51,9% του συνόλου και στην ΠΓΔΜ το 49,5%.

Μεταξύ των νοικοκυριών με περισσότερους από έναν ενηλίκους, συνηθέστερος τύπος είναι το «ζευγάρι χωρίς παιδιά», που αντιστοιχεί στο 24,9% του συνόλου (25,2% στην Ελλάδα). Ακολουθεί το «ζευγάρι με παιδιά» (20%, στην Ελλάδα 21,9%). Τα ζευγάρια με παιδιά όλο και μειώνονται (14,3% το μικρότερο ποσοστό στη Λιθουανία, ακολουθεί η Βουλγαρία με 14,5%), ενώ οι μονογονεϊκές οικογένειες αυξάνονται. Η Ιρλανδία, η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ζευγαριών με παιδιά (27,3%) και νοικοκυριών με παιδιά (40,2%), έχει και αρκετές μονογονεϊκές οικογένειες (6,3%). Ομως, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται σε Δανία (8,6%), Λιθουανία (7,2%), Ηνωμένο Βασίλειο και Εσθονία (6,6%), Σουηδία (6,4%). Το χαμηλότερο ποσοστό μονογονεϊκής οικογένειας καταγράφηκε στη Φινλανδία (1,8%), ενώ ακολουθεί η Κροατία (1,9%).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου