1. Ἐκκλησία καὶ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία.
Τὸ σύνολον τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ὡς Λυτρωτὴν τοῦ Κόσμου καὶ ἀναγνωρίζουν Αὐτόν ὡς ἱδρυτὴν τῆς θρησκείας των, όνομάζεται Ἐκκλησία [1].
Ἐκκλησιαστική Ἱστορία (ἑπομένως) εἶναι ἡ συστηματικὴ ἔκθεσις πάντων ὅσα ἀναφέρονται εἰς τὴν ἵδρυσιν, τὴν ἐξάπλωσιν, τὴν ἀνάπτυξιν καὶ τὴν ζωὴν ἐν γένει τῆςἘκκλησίας μας ἀπὸ τῆς ἐμφανίσεώς της μέχρι σήμερον.
Μᾶς διδάσκει δηλ. πῶς ἱδρύθη ἡ πρώτη Ἐκκλησία, πῶς διεδόθη ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ εἰς ὅλον τὸν κόσμον, ποίας δυσκολίας
συνήντησεν εἰς τὴν ἐξάπλωσίν της, ποία ἡ λατρεία καὶ τὰ ἤθη τῶν Χριστιανῶν, ποῖοι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ πῶς ἕκαστος ἔζησε καὶ ἔδρασε, πῶς ἐχωρίσθησαν οἱ Χριστιανοὶ εἰς Ὀρθοδόξους, Δυτικοὺς καὶ Διαμαρτυρομένους κ.λ.π.
2. Ἀξία καὶ χρησιμότης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας.
Εἶναι φανερὸν ὅτι ἡ Εκκλησιαστικὴ Ἱστορία εἶναι τμῆμα τῆς ὅλης Ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητος, καὶ μάλιστα τῆς ἱστορίας τοῦπολιτισμοῦ.
Ὁ Χριστιανισμὸς εἶχε τεραστίαν ἐπίδρασιν εἰς τὴν ζωὴν τῶν ἀνθρώπων ἔκαμε τὰ ἤθη εὐγενέστερα καὶ ἡμερώτερα, ἔδωσε νέαν ζωὴν εἰς τὰς τέχνας, τὰ γράμματα καὶ τὸν πολιτισμὸν ἐν γένει. Ὁ μελετῶν λοιπὸν τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Ἱστορίαν δύναται νὰ ἐννοήσῃ πληρέστερον καὶ τὴν Ἱστορίαν τῆς Ἀνθρωπότητος.
Διὰ τὸν χριστιανὸν εἶναι πολὺ χρήσιμος ἡ μελέτη καὶ ἡ γνῶσις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας. Διὰ ταύτης σταθεροποιεῖ καὶ ἐνισχύει τὴν πίστιν του πρὸς τὸν Θεὸν καὶ καθιστᾷ θερμοτέραν τὴν πρὸς Αὐτὸν λατρείαν. Δύναται ἐπίσης νὰ ἐννοήσῃ καλύτερα τὴν παροῦσαν κατάστασιν τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ νὰ συντελέσῃ εἰς τὴν πραγματοποίησιν τῶν σκοπῶν της. Γίνεται τέλος χρησιμώτερος καὶ ὠφελιμώτερος πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.
3. Πηγαὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας.
Αἱ πηγαί, ἀπὸ τὰς ὁποίας ἀντλεῖ τὸ περιεχόμενόν της ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, εἶναι αἱ ἑξῆς:
1) Ἡ Καινὴ Διαθήκη,
2) Αἱ ἀποφάσεις (Κανόνες, Τόμοι, Ὅροι ἤ Σύμβολα) τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὰ ἐπίσημα ἔγγραφα τῶν Ἀρχηγῶν τῆς Ἐκκλησίας,
3) Τὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων καὶ Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ἐν γένει συγγραφέων,
4) Οἱ νόμοι καὶ τὰ Διατάγματα. τῶν Κρατῶν, ἐφ’ ὅσον σχετίζονται πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ
5) Τὰ σωζόμενα διάφορα «μνημεῖα», δηλαδὴ ναοί, εἰκόνες, ἱερὰ σκεύη, τάφοι, ἐπιγραφαί, νομίσματα κ.λ.π. Αἱ τελευταῖαι αὗται λέγονται κωφαὶ ἤ βωβαὶ πηγαί.
4. Διαίρεσις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας.
Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία διαιρεῖται εἰς τέσσαρας περιόδους:
Α΄ Περίοδος: Ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (313 μ.Χ.).
Β΄ Περίοδος: Ἀπὸ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι τοῦ Σχίσματος μεταξὺ Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς Ἐκκλησίας (313 – 867 μ.Χ.).
Γ΄ Περίοδος: Ἀπὸ τοῦ Σχίσματος μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπὸ τῶν Τούρκων (867 - 1453).
Δ΄ Περίοδος: Ἀπὸ τῆς Ἀλώσεως μέχρι σήμερον (1453 - 1964).
[1] Τὴν λέξιν εκκλησία ἐχρησιμοποίουν οἱ πρόγονοι ἡμῶν Ἔλληνες, διὰ νὰ δηλώσουν τὴν συγκέντρωσιν τῶν πολιτῶν (τοῦ δήμου) πρὸς ψήφισιν τῶν Νόμων ἤ λῆψιν ἄλλων ἀποφάσεων. Ἐκκλησία λέγεται σήμερον καὶ ὁ Ναὸς (ἐκ τοῦ ρ. ναίω = κατοικῶ, ὡς κατοικία τοῦ Θεοῦ), ἐν τῷ ὁποίῳ συνερχόμεθα, ἵνα λατρεύσωμεν τὸν Θεόν. Ἡ λέξις τέλος Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖται καὶ διὰ νὰ δηλώσωμεν τὸ σύνολον
τῶν χριστιανῶν μιᾶς χώρας ἤ καὶ πόλεως· λέγομεν λ.χ. Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος,Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας κ.λ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου