Η άτυπη κατάθλιψη εκφράζεται με παρόμοια συμπτώματα όπως η κλινική κατάθλιψη, αλλά εμφανίζεται με έναν πιο παράξενο και ιδιόρρυθμο τρόπο. H βασική διαφορά της άτυπης κατάθλιψης είναι η μη παγιωμένη, ακλόνητη μελαγχολία που εμφανίζει το άτομο. Χωρίς να αποτελεί επίσημη ψυχιατρική διαταραχή, η άτυπη κατάθλιψη δεν παύει να είναι μια παραλλαγή της μείζονος κατάθλιψης.
Εμφανίζεται στις γυναίκες δύο έως τρεις φορές συχνότερα απ’ ό,τι στους άντρες, εκδηλώνεται στη νεαρή ενήλικη ζωή και ακολουθεί σε χρόνια πορεία τα ακόλουθα χαρακτηριστικά συμπτώματα:
Την αντιδραστικότητα της διάθεσης: Η διάθεση του ασθενή βελτιώνεται όταν έρχεται αντιμέτωπος με θετικά γεγονότα. Η δυνατότητα άντλησης χαράς από τα καλά συμβάντα της ζωής είναι κάτι που διαχωρίζει την άτυπη από την κλινική κατάθλιψη, καθότι ο καταθλιπτικός ασθενής τυφλά διαστρεβλώνει και παραποιεί τα θετικά γεγονότα της ζωής του, φυλακίζοντας τον εαυτό του στα πλοκάμια της απώλειας και της μελαγχολίας του.
Την αύξηση της όρεξης: Χαρακτηριστική είναι η αυξημένη πρόσληψη τροφής και η αντίστοιχη αύξηση βάρους.
Τον υπερβολικό ύπνο: Η διέξοδος στον ύπνο με την ανάγκη για πολύωρο ύπνο κατά τη διάρκεια τη νύχτας ή της ημέρας, με συνολική διάρκειά τους να ξεπερνούν τις δέκα ώρες.
Το αίσθημα βάρους στα χέρια και στα πόδια, το οποίο μπορεί να διαρκεί ακόμα και ώρες σε καθημερινή βάση.
Τη χρόνια, σταθερή ευαισθησία στην προσωπική τους στάση τους οδηγεί σε σημαντική μείωση της ψυχικής σταθερότητας, της επαγγελματικής και κοινωνικής λειτουργικότητας. Πρόκειται για ένα διακριτό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του ατόμου που συχνά συνδέεται με την εμπλοκή του σε έντονες καταστάσεις, οι οποίες τείνουν να διαλύονται συχνά, καθότι το άτομο δυσκολεύεται να διατηρήσει μια υγιή, σταθερή και μακροχρόνια σχέση. Η κατάχρηση ουσιών και αλκοόλ συχνά αποτελεί έναν τρόπο διαχείρισης ενός βαθιά ριζωμένου φόβου απόρριψης.
Η μακροχρόνια ψυχοθεραπεία μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική. Σε αρκετές περιπτώσεις και πάντα υπό την αυστηρή παρακολούθηση ψυχιάτρου η ψυχοθεραπεία θα πρέπει να συνδυαστεί με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Από τη Δρ. Μυρσίνη Κωστοπούλου Κλινική Ψυχολόγο-Ψυχοθεραπεύτρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου