Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ (Α΄)


              Αποτέλεσμα εικόνας για θεοφάνεια

 Η αυριανή εορτή ονομάζεται Θεοφάνεια ή Επιφάνεια. Οι λέξεις αυτές φανερώνουν την εμφάνιση του Θεού[1].
            Α. Γιατί όμως δεν ονομάζεται Θεοφάνεια η γιορτή των Χριστουγέννων, αφού τότε γεννήθηκε ο Θεός στη γη ως άνθρωπος; Αυτό συμβαίνει γιατί, αφ’ ότου γεννήθηκε ο Ιησούς, δεν έγινε γνωστός σε όλους και παρέμεινε σχεδόν άγνωστος μέχρι τη σημερινή ημέρα, την ημέρα της βαπτίσεώς Του. Φανερώθηκε για πρώτη φορά σε όλους τη σημερινή ημέρα με θαυμαστά σημεία από τον ουρανό.

            Το ότι, μάλιστα, ήταν άγνωστος μέχρι τη σημερινή ημέρα, το φανερώνει ξεκάθαρα η φράση του Προδρόμου, που λέει: «Βρίσκεται μεταξύ σας κι εσείς δεν Τον γνωρίζετε» (Ιωάν. 1, 26). Κι αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο, αφού και ο ίδιος ο Βαπτιστής Ιωάννης, παρ’ ότι ήταν συγγενής του Κυρίου, δεν ήξερε ουσιαστικά ποιος ήταν και γι’ αυτό λέει: «Κι εγώ δεν Τον γνώριζα, αλλά Εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω, Εκείνος μου είπε: ΄΄Σε όποιον δεις να κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα και να στέκεται επάνω του, Αυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα Άγιο΄΄. Κι εγώ είδα και μαρτύρησα ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού» (Ιωάν. 1, 33-34).
            Β. Γιατί όμως ήρθε ο Χριστός να βαπτιστεί; Και τι είδους βάπτισμα έλαβε; Στην αρχή πρέπει να πούμε τι είδους βαπτίσματα υπήρχαν:
            Πρώτο ήταν το ιουδαϊκό βάπτισμα, που καθάριζε μόνο τις σωματικές ακαθαρσίες και όχι τις αμαρτίες της συνειδήσεως. Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, αν κάποιος άγγιζε οστά νεκρών ή δοκίμαζε απαγορευμένο φαγητό ή πλησίαζε νεκρό ή λεχώνα κ.τ.ό., θεωρούνταν ακάθαρτος. Έπρεπε να λουστεί με καθαρό νερό και παρέμενε ακάθαρτος μέχρι να έρθει το βράδυ, αλλά από κει και πέρα θεωρούνταν καθαρός. Αυτό περιλαμβανόταν στις εντολές που είχαν οι Εβραίοι στο βιβλίο του Λευιτικού, το οποίο έγραφε επί λέξει: «Θα λούσει το σώμα του με καθαρό νερό και θα είναι ακάθαρτος μέχρι το βράδυ και έπειτα θα είναι καθαρός» (Λευιτ. 15,5). Αυτά, βέβαια, δεν ήταν αμαρτίες, ούτε πράγματα σπουδαία, αλλά τα είχε δώσει ο Θεός στους Ιουδαίους, που ήταν ακόμη νήπιοι πνευματικά, για να τους προετοιμάσει να ασχοληθούν με ένα πιο αξιόλογο έργο καθάρσεως, να φτάσουν δηλαδή στην κάθαρση της ψυχής από τις αμαρτίες.
            Δεύτερον υπάρχει το δικό μας χριστιανικό βάπτισμα, το οποίο είναι πολύ ανώτερο από το Ιουδαϊκό και είναι γεμάτο από Θεία χάρη. Το δικό μας βάπτισμα απαλλάσσει τον άνθρωπο από τις αμαρτίες του, καθαρίζει την ψυχή και της χορηγεί τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
            Το βάπτισμα του Ιωάννου, πάλι, ήταν πολύ ανώτερο από το Ιουδαϊκό, αλλά ήταν πολύ κατώτερο από το δικό μας. Ήταν σαν ένα γεφύρι, που ένωνε τα δύο βαπτίσματα και οδηγούσε από το Ιουδαϊκό στο χριστιανικό. Το βάπτισμα του Ιωάννου δεν οδηγούσε τους ανθρώπους στην τήρηση των σωματικών καθαρμών, όπως το Ιουδαϊκό, αλλά τους προέτρεπε να απομακρύνονται από αυτή τη φροντίδα και τους συμβούλευε να αφήσουν την κακία και να ακολουθήσουν την αρετή, και να στηρίζουν τις ελπίδες της σωτηρίας τους όχι στα διάφορα βαπτίσματα και στους καθαρμούς στα νερά, αλλά στα αγαθά έργα. Δεν έλεγε, λοιπόν, «πλύνε τα ρούχα σου και λούσε το σώμα σου και θα είσαι καθαρός», αλλά έλεγε: «Κάνετε έργα που να δείχνουν τη μετάνοιά σας». Γι’ αυτό ήταν ανώτερο από το Ιουδαϊκό, κατώτερο όμως από το δικό μας. Επιπλέον, το βάπτισμα του Ιωάννου ούτε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος παρείχε, ούτε τη συγχώρηση των αμαρτιών μπορούσε να δώσει. Παρακινούσε, όπως είπαμε, σε μετάνοια, αλλά δεν είχε την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες. Γι’ αυτό και έλεγε ο Ιωάννης: «Εγώ σας βαπτίζω σε νερό, για να σας οδηγήσω σε μετάνοια, Εκείνος όμως θα σας βαπτίσει σε Πνεύμα Άγιο» (Ματθ. 3, 11).
            Για να γίνει φανερό ότι το βάπτισμα του Ιωάννη δεν ήταν τέλειο και δε χορηγούσε το Άγιο Πνεύμα, θα αναφέρουμε το παρακάτω χαρακτηριστικό γεγονός. Όταν ο απ. Παύλος συνάντησε τους μαθητές τού Απολλώ, τους είπε: «Δεχθήκατε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, όταν πιστέψατε; Κι αυτοί του απάντησαν: ΄΄Μα ούτε καν ακούσαμε ότι υπάρχει Πνεύμα Άγιο΄΄. Και ξαναρώτησε: ΄΄Σε τι, λοιπόν, βαπτιστήκατε΄΄; Κι αυτοί απάντησαν: ΄΄Στο βάπτισμα του Ιωάννη΄΄. Και είπε ο Παύλος: ΄΄Ο Ιωάννης βάπτισε βάπτισμα μετανοίας και έλεγε στο λαό να πιστέψει σ’ Εκείνον που έρχεται μετά από αυτόν, δηλαδή στον Κύριο Ιησού΄΄. Κι όταν τον άκουσαν, βαπτίσθηκαν στο όνομα του Κυρίου Ιησού. Κι αφού ο Παύλος έθεσε πάνω τους τα χέρια του, ήρθε σ’ αυτούς το Άγιο Πνεύμα» (Πράξ. 19, 2-6).
            Από τα λόγια αυτά της Γραφής βγαίνει το συμπέρασμα ότι το βάπτισμα του Ιωάννου δεν ήταν τέλειο. Ήταν βάπτισμα μετανοίας και όχι βάπτισμα συγχωρήσεως, και σκοπός του ήταν να πιστέψουν οι άνθρωποι στο Χριστό. Γιατί αν ήταν τέλειο, δε θα βάπτιζε πάλι ο απόστολος Παύλος τους μαθητές του Απολλώ και δε θα έβαζε τα χέρια του πάνω τους, ώστε να έρθει σ’ αυτούς το Άγιο Πνεύμα. Τώρα όμως, με το που έκανε αυτά τα δύο, φανέρωσε την ανωτερότητα του αποστολικού βαπτίσματος και ότι το βάπτισμα του Ιωάννη ήταν πολύ κατώτερο από αυτό.
            Ο Χριστός, όταν βαπτίστηκε, έλαβε το βάπτισμα του Ιωάννη. Τα περιστατικά και το είδος του βαπτίσματος του Χριστού μάς δείχνουν ότι το βάπτισμά Του δεν είχε κίνητρο ή σκοπό τη συγχώρηση των αμαρτιών Του ή την ανάγκη να λάβει το Άγιο Πνεύμα. Με το Άγιο Πνεύμα ήταν πάντα ενωμένος, αφού γεννήθηκε με τη δική Του τη δύναμη. Θυμηθείτε τη φράση του Ευαγγελίου, που λέει: «Το παιδί που αυτή θα γεννήσει είναι από το Πνεύμα το Άγιο» (Ματθ. 1, 20), όπως επίσης και τη φράση: «Πνεύμα Άγιο θα έρθει σε σένα και θα σε σκιάσει η δύναμη του Υψίστου» (Λουκ. 1, 35). Ως προς τις αμαρτίες πάλι, γνωρίζετε ότι ο Χριστός ήταν ο μόνος αναμάρτητος. Φέρτε στο νου σας το λόγο της Γραφής, που λέει «ποιος από σας μπορεί να με ελέγξει για αμαρτία;» (Ιωάν. 8, 46) ή και τον άλλο Γραφικό λόγο, που λέει «δεν έκανε καμία αμαρτία, ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα Του» (Α΄ Πέτρ. 2, 22).
            Βεβαίως, δεν πρέπει να νομίσει κανείς ότι ο Χριστός ήλθε στον Ιορδάνη και έλαβε βάπτισμα μετανοίας, γιατί, σαν Θεός που ήταν, δεν είχε καμιά ανάγκη μετανοίας. Αυτό διευκρινίστηκε τότε από τον Ιωάννη το Βαπτιστή, ο οποίος, ενώ στους άλλους έλεγε «κάνετε έργα που να δείχνουν τη μετάνοιά σας», στο Χριστό είπε: «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από Σένα, κι Εσύ έρχεσαι σε μένα;», δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι ο Χριστός δεν πήγε εκεί για το λόγο που πήγαιναν όλοι οι άλλοι και ότι δεν είχε καμία σχέση με αυτά ο ερχομός Του να βαπτιστεί, αφού ήταν πολύ ανώτερος και ασυγκρίτως πιο αναμάρτητος κι από τον ίδιο το Βαπτιστή. 
            Γιατί, λοιπόν, πήγε εκεί ο Χριστός να βαπτιστεί; Πήγε για δύο άλλους λόγους, που δεν έχουν σχέση με τα παραπάνω είδη βαπτισμάτων:
            Τον πρώτο λόγο τον αναφέρει το Ευαγγέλιο μιλώντας για τον Ιωάννη και λέει: «Ο Ιωάννης βάπτιζε βάπτισμα μετανοίας, για να πιστέψουν σ’ Εκείνον που ερχόταν ύστερα από αυτόν» (Πράξ. 19, 4). Πήγε λοιπόν εκεί ο Χριστός, για να βαπτιστεί από τον Πρόδρομο και για να γίνει φανερός σε όλους τους ανθρώπους σε ένα μέρος που συγκεντρωνόταν πλήθος κόσμου. Και για να δεχτεί εκεί, στις όχθες του Ιορδάνη, την άνωθεν αναγνώριση με τη φωνή του Θεού Πατρός  και με την εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος με τη μορφή περιστεριού. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς γίνεται αυτομάτως γνωστός από τα θαυμαστά σημεία και από τη μαρτυρία του Προδρόμου. Επιπλέον δε, η μαρτυρία του Προδρόμου δε δέχεται καμιά μομφή εξαιτίας της συγγένειάς του με τον Ιησού, αφού τα θεϊκά σημεία επιβεβαιώνουν τα λόγια του.
             Υπάρχει όμως κι ένας δεύτερος λόγος, τον οποίο ανέφερε ο ίδιος ο Χριστός, όταν είπε στον Ιωάννη: «... Πρέπει να εκτελέσουμε κάθε δικαιοσύνη» (Ματθ. 3, 14-15). Και τι σημαίνει «να εκτελέσουμε κάθε δικαιοσύνη»; Δικαιοσύνη ονομάζεται η τήρηση των εντολών του Θεού, όπως όταν λέει: «Ήταν και οι δύο δίκαιοι και βάδιζαν σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου και ζούσαν άμεμπτη ζωή» (Λουκ. 1, 6).  Επειδή, λοιπόν, έπρεπε όλοι οι άνθρωποι να τηρήσουν αυτές τις εντολές, κανένας όμως δεν τις τήρησε ούτε τις εφάρμοσε στην εντέλεια, ήρθε ο Κύριος και τις τήρησε.
            Θα ρωτούσε όμως κάποιος: «Και ποια εντολή τηρείται με το βάπτισμα»; Η απάντηση είναι η εξής: Ήταν ή όχι εντολή του Θεού να βαπτιστεί ο λαός από το Βαπτιστή Ιωάννη; Ναι, ήταν. Όπως, λοιπόν, υποβλήθηκε ο Χριστός στην περιτομή και πρόσφερε θυσίες και τήρησε την αργία του Σαββάτου και συμμετείχε σε όλες τις Ιουδαϊκές εορτές, κατά τον ίδιο τρόπο πρόσθεσε και εκείνο που απέμενε, το να υπακούσει, δηλαδή, στον Προφήτη που βάπτιζε. Για το ότι, βέβαια, ήταν εντολή του Θεού να βαπτίζονται όλοι τότε, άκουσε τι λέει ο Ιωάννης: «…Εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω σε νερό» (Ιωάν. 1, 33). Και ο Χριστός λέει επίσης: «Οι τελώνες κι ο λαός έκαναν το θέλημα του Θεού και βαπτίστηκαν με το βάπτισμα του Ιωάννη. Οι Φαρισαίοι όμως και οι Γραμματείς περιφρόνησαν το θέλημα του Θεού και δε βαπτίστηκαν απ’ αυτόν» (Λουκ. 7, 29-30). Αν, λοιπόν, το βάπτισμα αποτελεί δικαιοσύνη ή υπακοή στις εντολές του Θεού, και ο Ίδιος ο Θεός έστειλε τον Ιωάννη για να βαπτίσει τους ανθρώπους, τότε ο Χριστός τήρησε και αυτό μαζί με όλα όσα επέβαλλε ο Μωσαϊκός νόμος.
            Γ. Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε συμπερασματικά: Η σημερινή εορτή ονομάζεται Επιφάνεια ή Θεοφάνεια, γιατί σημαίνει φανέρωση του Θεού. Ο Χριστός βαπτίστηκε στον Ιορδάνη, τηρώντας την εντολή που έδωσε ο Θεός στον Ιωάννη να βαπτίζει τους ανθρώπους με βάπτισμα που θα τους οδηγούσε σε μετάνοια και σιγά-σιγά  στο Χριστό. Βεβαίως, ο Χριστός δεν είχε ανάγκη μετανοίας και γι’ αυτό δεν Τον προέτρεψε σε κάτι τέτοιο ο Ιωάννης. Επίσης, για να διευκρινίσουμε τα σχετικά με το βάπτισμα του Χριστού, είπαμε ότι υπάρχουν τρία είδη βαπτίσματος: Το Ιουδαϊκό, που είναι και το κατώτερο, το βάπτισμα του Ιωάννου και το χριστιανικό, το δικό μας, το οποίο χορηγεί το Άγιο Πνεύμα, συγχωρεί τις αμαρτίες  και μας εισάγει στην Εκκλησία.
(Από ομιλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εις το άγιον Βάπτισμα του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού», στο βιβλίο ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, εκδόσεις Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1997).



[1]
Είναι η φανέρωση του Θεού, για την οποία μιλάει ο απ. Παύλος στην προς Τίτον επιστολή του λέγοντας: «Φάνηκε η χάρη του Θεού, που είναι σωτήρια για κάθε άνθρωπο και μας διδάσκει να απαρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες και να ζήσουμε την επίγεια ζωή μας με φρόνηση, δικαιοσύνη και ευσέβεια» (Τίτ. 2, 11-13).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου