Από τον ερευνητή Γιάννη Σπανό
Στη
νοτιοανατολικότερη εσχατιά της Φυλής, τη μαρτυρική σκλάβα Κύπρο, ένας αντίλαλος
αντηχεί επί τρεις Ελληνικές χιλιετίες: «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης»·
χρησμός προπατορικής νουθεσίας.
Μεταδίδεται
σαν εμβατηριακή παρότρυνση από γενιά σε γενιά, με τους ομηρικούς δακτυλικούς εξάμετρους
στίχους, που μαρτυρούν το δώρο του Κινύρα στον Αγαμέμνονα, θώρακα, σαν άρρηκτο συμβολικό
συνεκτικό δεσμό, των από των απωτάτων αιώνων αδελφικών αισθημάτων των Ελλήνων της
Μεγαλονήσου με τους Έλληνες της ηπειρωτικής μητρός πατρίδος και της νησιωτικής Ελλάδας.
Το σύνολο του έθνους. Και ο επικός στίχος, με τον ελεγειακό του Τυρταίου: «τεθνάμεναι
γάρ καλόν, ενί προμάχοισι πεσόντι», τον δραματικό του Ευριπίδη: «τι γάρ πατρώας
ανδρί φίλτερον χθόνος», τον λυρικό του Καλλίνου: «Τιμή εν τε γάρ και αγλαόν ανδρί
μάχεσθαι γης περί», συνθέτουν τη συγκλονιστική μελωδία της ελληνικής ζωής της Κύπρου,
που δόνησε τα στήθη του Ονήσιλου, μαγνήτισε τον Κίμωνα και τον Παυσανία, προσέλκυσε
τους Ίωνες, στις θρυλικές ναυμαχίες εναντίον των Περσών, τον ναύαρχο του μεγάλου
Αλεξάνδρου, τον Νέαρχο, να θαυμάσει τους συμπλέοντες ναυμάχους του Νησιού, και τον
Ισοκράτη να επιδιώκει ανάθεση της ηγεσίας των Ελλήνων στον Ευαγόρα της Σαλαμίνας
και τον Νικοκλέα.
Τέτοιο
το τραγούδι που φλόγισε τον Διγενή Ακρίτα της Κύπρου για να νικήσει τον Χάρο, σε
μία μοναδική πάλη στον Ελληνισμό, που μελώδισε τον ύμνο των καιομένων 13 μοναχών
της Καντάρας το 1231,την Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του δεσπότη του Μωρέως, να επιβάλει
την ελληνική γλώσσα στη φραγκοκρατούμενη Κύπρο, να προβάλει την εθνική συνείδηση
στα μέσα του 15ου αιώνα και να συναρπάσει τους επαναστάτες, τον Ρε Αλέξη το
1427 και τον Ιάκωβο Διασσωρρινό το 1563, με προεξάρχον το εθνικό στοιχείο, σαν δύναμη
των αντιστάσεων, όταν, κατά Γεώργιο Ζώρα, η Κύπρος ήταν «η πρωτοποριακή σκοπιά του
Ελληνισμού» που ενίκησε τον φραγκισμό με το εθνικό της φρόνημα, αργότερα δε να εμπνεύσει
αντιστάσεις των ετών 1571, 1578, 1600, 1606, 1608, 1764, 1798, 1821. Από το
1797 η εθνική αγωνιστική συνείδηση των Κυπρίων οριοθετείται από τον Ιωάννη Καρατζά,
έναν από τους 7 συντρόφους του Ρήγα του Βελεστινλή που μαρτύρησαν με τον μεγάλο
οραματιστή.
Τ’
αδέλφια, ο Άγγελος και ο Ζήνων σπεύδουν στον Ιερό Λόχο του Αλεξάνδρου Υψηλάντη,
πολεμούν στις μάχες του Δραγατσανίου και της Μονής Σέκου. Μαζί τους κι ο Αγγελής
Μιχαήλ Κύπριος. Ήταν προδρομικές παρουσίες στην Επανάσταση, που άνοιξαν την πύλη
των θυσιών εκατοντάδων Κυπρίων. Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία
από το 1818, είχε αλληλογραφία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στο Δοκίμιο του Φιλήμονος
Α5354 μαρτυρούνται η συνεργασία και οι σύνδεσμοι, ο Δημήτριος Ίππατρος, ο Αντώνιος
Πελοπίδας, ο Θεόφιλος Θησέας. Στο IE’ άρθρο του Γενικού Σχεδίου της Φιλικής διατυπώνονται
οι οροί της Κυπριακής συμμετοχής στην Επανάσταση, με την υπογραφή του «Καλού», δηλ.
του Υψηλάντη. «Αντάν εφάνην η σταπή εις τον Μωριά τα μέρη», κατά το έπος του Βασίλη
Μιχαηλίδη, οι Κύπριοι επαναστάτες άρχισαν κατά κύματα να συρρέουν στην Ελλάδα.
Στις 19 Ιουνίου 1821 γέμισαν τα καράβια του Κανάρη, στην Ασπρόβρυση της Λαπήθου.
Παράλληλη ποιητική μαρτυρία για απόπλουν επαναστατών από την Καρπασία. Οι σφαγές
του Ιουλίου 1821, 480-2000 προκρίτων και κληρικών, οι δεσμεύσεις περουσιών, ο αποκεφαλισμός
της ηγεσίας, δεν τρομοκράτησαν τον Κυπριακό Ελληνισμό. Οι νέοι έσπευδαν στην επαναστατημένη
Ελλάδα και πολεμούσαν ηρωϊκά. Στα ελληνικά αρχεία καταγράφονται πέραν των 580. Μάλιστα,
οι Κύπριοι επαναστάτες, κατά τον επικό ποιητή, αρμένιζαν με το όραμα της Μεγάλης
Ελλάδας και το ιδεολογικό στοιχείο είναι βροντόλαλο: Πήγαιναν να πολεμήσουν με
προορισμό την Κωσταντινούπολη. Κατά την ιστορική μαρτυρία του Βασίλη Μιχαηλίδη:
«Είπαν
μου πως εφύασιν ποτζιεί
που
το Καρπάσιν
Μία
κοπή παίδκιοι τοπιανοί
τζιαί
πως επήαν πέρα».
Επαναστατική,
ματωμένη έκφραση της ετοιμότητας της μάχιμης αυτοθυσίας, στον βωμό της ιερότερης
των διαιώνιων διεκδικήσεων, του λυτρωμού της καρδιάς του Έθνους, της πρωτεύουσας,
βασιλίδος των πόλεων, της κολυμβήθρας της ελληνικής ψυχής, της Κωσταντινούπολης,
του μαγνητικού πόλου της οραματιζόμενης την ελευθερία της Ρωμηοσύνης.
Η
σκλάβα Πόλη ήταν ο απώτερος σταθερός σκοπός των Κυπρίων επαναστατών του ’21 και
τα νικητήρια ευχαριστήρια στην Υπέρμαχο Στρατηγό, η μεγάλη προσδοκία της ιστορικής
καταξίωσης. Χαρακτηριστικά της ολόψυχης συμμετοχής των Κυπρίων στην Επανάσταση και
οι εκποιήσεις των περουσιών και η μεταφορά χρημάτων στην επαναστατημένη Ελλάδα.
Παραδείγματα οι αδελφοί Θησείς, Θεόφιλος, Νικόλαος, Κυπριανός και άλλοι που συντηρούσαν
ιδίαις δαπάναις σώματα επαναστατών. Έδωσαν τα πάντα, και μερικοί από τους επιζήσαντες
πέθαναν επί της ψάθης, όπως μαρτυρούν οι θυγατέρες του Χαράλαμπου Μάλη και οι κόρες
των Θησέων σε επιστολές τους. Ενδεικτικό το μήνυμα της 25ης Απριλίου 1825 προς το
Εκτελεστικόν:
«Σεβαστή
Διοίκησις! Ημείς εχάσαμεν μαζί με την πατρίδα και τας οικίας μας. Είδομεν τους συγγενείς
μας εσφαγμένους και ενταύθα, απ’ αρχής του Ιερού Αγώνος, αγωνιζόμενοι, τρέφομεν
αυτάς τας ελπίδας, του ν’ ανακτήσωμεν την πατρίδα ελευθέραν».
Συναρπαστική
και η ιδέα του πατριωτισμού των Κυπρίων και η πίστη στην αιωνιότητα της Φυλής, από
την ποιητική διακήρυξη του Κυπριανού:
«Η
Ρωμηοσύνη εν Φυλή συνότζιαιρη του κόσμου! Κανένας δεν ευρέθηκεν για να την εξιλείψει,
Η Ρωμηοσύνη εν να χαθεί όντας ο κόσμος λείψει».
Εθνική
βεβαιότητα, που ο Βασίλης Μιχαηλίδης ακούει από τον τηλεβόα της διαλαλούμενης πίστης
του εθνομάρτυρα Αρχιεπίσκοπου, για την άρρηκτη διάρκεια της Φυλής ως τη συντέλεια
του κόσμου. Η υπαρξιακή φιλοσοφία και η βιοτική πεποίθηση των Κυπρίων που έκτοτε
σπεύδουν σ’ όλους τους εθνικούς ξεσηκωμούς και τους πολέμους στη μητέρα πατρίδα,
για να οριοθετήσουν με τα λευκά τους κόκκαλα τους δρόμους των πεπρωμένων κάθε γενιάς
που έρχεται στον κόσμο με το προπατορικό χρέος του αυτοσεβασμού και της αυτοθυσίας
για την απόκτηση η τη διατήρηση της ελευθερίας.
Η
συμβολή των Κυπρίων είναι αενάως εκπληκτική. Οι πόθοι συνταρακτικοί Ενδεικτικές
οι δυο επιστολές προς Καποδίστριαν, εκ μητρός Κυπρίου, της 19ης Αυγούστου και της
17ης Νοεμβρίου 1828. Αλλά συγκλονιστικές και οι μαρτυρίες προσωπικοτήτων της επανάστασης:
Ο Κολοκοτρώνης, ο Μαυροκορδάτος, ο Σταματελόπουλος, ο Γρίβας, ο Χατζηχρίστος, ο
Γιατράκος, ο Πετιμεζάς, ο Λόντος, ο Παπαδιαμαντόπουλος, ο Κριεζώτης και πλήθος άλλων
κορυφαίων ηγετών και οπλαρχηγών υμνούν με έγγραφά τους τους Κυπρίους επαναστάτες
που πολέμησαν παντού, σπέρνοντας τη ματωμένη γη με τα ιερά οστά των εθνικών τους
αξιώσεων. Στον Μωριά, στη Ρούμελη, στο Αιγαίο, στην Τριπολιτσά, στο Ναύπλιο, στην
Κόρινθο, στο Μεσολόγγι, στο Φάληρο, στην Πάτρα, στα Δερβενάκια, στο Άργος, στην
Κάρυστο, στη Λειβαδιά, στην Αθήνα, στη Θήβα, στις Σπέτσες, στη Σάμο, στο Πέτα, στο
Ναυαρίνο, στο Νεόκαστρο, στο Χαϊδάρι, στη Χίο, στην Κρήτη, όπου σκάψεις σ’ αιματόβρεκτα
χώματα και νεκροταφεία θα βρεις λείψανα Κυπρίων. Από την Ήπειρο και τη Μακεδονία
ως το Σαγγάριο. Ο Κανάρης μνημονεύει τον Κωσταντίνο Κυπριώτη. Πολέμησε σ’ όλες τις
μάχες και σκοτώθηκε. Τον γιό του Γεώργιο, που έπεσε πολεμώντας, συνειδητός συνεχιστής
του ηρωισμού του πατέρα του. Στο Μεσολόγγι και στο Φάληρο εκατόμβες οι Κύπριοι εθελοντές.
Ο Χατζηαργυρού βεβαιώνει την παλληκαριά του Ιωάννη Κυπρίου. Ο Πετρόμπεης, ο Μακρυγιάννης
υμνούν «τον ανδρειότερο και γεννότερον» Αγγελή Κύπριο, ο Κολλοκοτρώνης τον Ιωάννη
Γεωργίου, ο Μαυροκορδάτος τον Κύπριο που έπ’ ιδίω κινδύνω τον έσωσε από κακοποιούς.
Ο Μακρυγιάννης πλέκει το εγκώμιο του Μιχάλη του Κύπριου, του μόνου εθελοντή αγγελιαφόρου,
που κολύμπησε επί ώρες μεταφέροντας σε αγγλικό πλοίο το μήνυμα του κινδύνου των
πολιορκουμένων επαναστατών στο Νιόκαστρο.
Κρίνεται
αναγκαία η αναφορά, εν γενικαίς γραμμαίς, και της συνέχειας: Οι Κύπριοι του
’21, συγκρότησαν τη «Φάλαγγα των Κυπρίων» μετά την Επανάσταση. Ο Ιωαννίκιος κήρυξε
την επανάσταση της Καρπασίας και ο Νικόλαος Θησέας του Αγίου Γεωργίου, τον Ιούλιο
του 1833.
Ο
στρατηγός Χατζηπέτρος δείχνοντας τα παράσημά του έλεγε: «Αυτά μου τα έδωσεν η παλληκαριά
των Κυπρίων»!
Το
1854 οι Κύπριοι προέλασαν στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία.
Το
1866 έτρεξαν στην Κρήτη.
Το
1880 στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο.
Το
1897, 7.000 πήγαν στον πόλεμο εθελοντές. Κατά πληθυσμική αναλογία περισσότεροι από
κάθε άλλο τμήμα του Ελληνισμού.
Το
1910 συγκρότησαν την κυπριακή πυροβολαρχία.
Το
1912, 2500 Κυπρίων πολέμησαν στους Βαλκανικούς Πολέμους. Επί κεφαλής ο Δήμαρχος
Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος που έπεσε στο Μπιζάνι, στην κορφή του Αγίου Ηλία, στις
6 Δεκεμβρίου 1912. Επιστολή στη σύζυγό του, ενδεικτική του εθνικού πάθους που ενέπνεε
τον άνδρα. Ο ήρωας, με το Μητροπολίτη Κιτίου 1910-1918, Μελέτιο Μεταξάκη, τον Μακάριο
Μυριανθέα, μετέπειτα Κυρήνειας και Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β’, αξίωσαν από τον Ελευθέριο
Βενιζέλο κατάταξη στην πρώτη γραμμή του μετώπου! Στους Βαλκανικούς και οι Ευάγγελος
Χατζηιωάννου, βουλευτής Λάρνακας, ο Πάφιος φοιτητής Πέτρος Χατζηαργυρού που έπεσε
σε μάχη, ο Κωσταντίνος Χαρικλέους, ο Προκόπης Χατζημιλτής (Επισημάνσεις του Πανεπιστημιακού
Πέτρου Παπαπολυβίου). Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατατάχτηκαν 11 χιλιάδες και πολέμησαν
στη Μακεδονία. Το 1919 έσπευσαν στη Μικρασία. Ο ιωνικός τύπος ύμνησε την παλληκαριά
τους, (έφ. «Τηλέγραφος Σμύρνης»), Χαρακτηριστική η διαδήλωση δυο χιλιάδων στη Λευκωσία,
έξω από την ελληνική πρεσβεία, που ζητούσαν πλοίο να πανε πολεμιστές στη Σμύρνη!…
(8 Ιουνίου 1920). Οι εθελοντές στη Μικρασία ανέρχονται σε 5.972. (Από Λευκωσία
2158. Αμμόχωστο 974, Λεμεσό 850, Λάρνακα 600, Κερύνεια 390, Πάφο 1000).
Στο
Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο 20.000 πολέμησαν στην Ελλάδα, επί συνόλου 35 χιλιάδων εθελοντών
που κατατάχτηκαν στον συμμαχικό στρατό κι έβαψαν με το αίμα τους την Πίνδο και τη
Βόρεια Ήπειρο. Βέβαια δεν ήταν μόνο όσοι μπορούσαν να πάρουν όπλο και να πολεμήσουν
για την Ελλάδα. Ήταν και ο άμαχος πληθυσμός που σε παγκύπριους εράνους έστελλε στην
Ελλάδα σε χρυσάφι, τις βέρες, τα βραχιόλια, τα ενώτια, τα πολύτιμα στολίδια. Το
1914 για παράδειγμα η προσφορά στο Έθνος ανερχόταν σε 16 χιλιάδες χρυσές λίρες!
Το
1940 διενεργήθηκαν έρανοι με προσφορά χρυσού για την Ελλάδα (Εφημερίδα «ΧΡΟΝΟΣ»
21.11.40). Το 1951, μισό εκατομμύριο λιρών για την Ελλάδα («ΕΘΝΟΣ» 16.1.1951) για
την επούλωση των πληγών από την κατοχή και τον εμφύλιο. Το Νοέμβριο του 1920 αναχώρησαν
για την Ελλάδα δάσκαλοι για υπηρεσία. Στις 3 Απριλίου 1921, εν μέσω πανηγυρισμών
προκηρύχθηκε έρανος με τίτλο «Τον οβολόν σας προς προέκτασιν των εθνικών συνόρων»,
(«Κήρυξ», 3 Απριλίου 1921). Στις 21 Ιουνίου 1922, ο Μητροπολίτης Πάφου Ιάκωβος αποπλέει
για τη Σμύρνη επί κεφαλής εθελοντών καλογήρων!
Στις
5/18 Μαΐου 1922 η «ΕΝΩΣΙΣ» καλεί τον λαό να συνεισφέρει σε έρανο για τη Μικρασιατική
εκστρατεία. Γράφει: «Η κλαγγή των ελληνικών όπλων αντηχεί επί των δύσβατων κορυφογραμμών
των Μικρασιατικών ορέων και ο Έλλην στρατιώτης σκορπίζει εκ νέου την ελπίδα και
την ζωήν εις τους από 4 αιώνων καταδυναστευομένους Ελληνισμούς της περικαλλούς
της Ιωνίας Νύμφης…».
Ήταν
και η ορθογραφία των εφημερίδων της Κύπρου από το 1878 και εντεύθεν. Έχω καταθέσει
τους τίτλους όλων των εφημερίδων και των άρθρων που τεκμηριώνουν και ειδησεογραφικά
την αφοσίωση στους αγώνες του Έθνους και στον προαιώνιο πόθο της Ένωσης με τη μάνα
Ελλάδα. Κλίνω με την αποκάλυψη ότι μετά τον αγώνα της ΕΟΚΑ, ομάδα Κυπρίων αγωνιστών
φοιτητών στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη άρχισαν προπαρασκευή για απελευθερωτικό
ανταρτικό στη Βόρεια Ήπειρο. Ζητήσαμε από τον Διγενή να ηγηθεί του Αγώνα, αλλά οι
εξελίξεις μας οδήγησαν στην Κύπρο για την αντίσταση στα τουρκικά σχέδια… Ήταν η
τελευταία ως τώρα απόφαση αγωνιστικής συμμετοχής στην εθνική ανάγκη που θέριευε
τους αγωνιστές του απελευθερωτικού αγώνα κατά την τετράχρονη εποποιΐα των θυσιών
για την Ελλάδα, στις κρεμάλες των Άγγλων, στα Στρατόπεδα Συγκεντρώσεων, στις Κεντρικές
Φυλακές, στους θαλάμους βασανιστηρίων και στα ορμητήρια των αδούλωτων βουνών της
Μεγαλονήσου. Η ίδια άχρονη και αμέτρητη αγάπη για την Ελλάδα υγραίνει με το δάκρυ
της υπέρτατης συγκίνησης, την αταλάντευτη, προαιώνια συμφωνία των εγκλωβισμένων
της Αγίας Καρπασίας, των απομενόντων Προμηθέων του Ελληνισμού. Εκείνων που επαναλαμβάνουν
την άχρονη αξία του Συμωνίδειου επιγράμματος για τους Λακεδαιμονίους των Θερμοπυλών
δυο χιλιάδες τετρακόσια ογδόντα εφτά χρόνια πριν! Εκείνων που μένουν θέλοντας αλυσοδεμένοι
στον ιερό βράχο της χερσονήσου των αγίων, της ανατολικότερης εσχατιάς του Ελληνισμού,
στην Αγία Τριάδα της Ιωνικής Αιγαλούσης, κοιτίδας δεκάδων παρασημοφορημένων εθελοντών
τους εθνικούς πολέμους και προπυργίου ενωτικών συλλαλητηρίων (έφ. «Ένωσις», Μάιος
1912) και των ελληνικών αγώνων και στο Ριζοκάρπασο, πιστοί στους υπέρτατους άγραφους
νόμους της πατρίδας. Στον προμαχώνα, όπου οι γέροντες και τα παιδιά του παρατεινόμενου
μαρτυρίου της δεύτερης τουρκοκρατίας των 33 χρόνων, σαν να μιλούν για την Ελλάδα
δακρύζουν. Και το δάκρυ της αγάπης, προσκλητήριος λυγμός προς το χρέος της μεγάλης
αναμονής, ελεύθεροι Έλληνες αδελφοί».
Φωτογραφία: autochthonesellhnes.blogspot.gr
Πηγή: Περιοδικό «Ερώ», Κέντρο Ενότητος και Μελέτης-Προβολής των Αξιών
μας, τεύχος 9ο, Ιανουάριος-Μάρτιος 2012, Θεσσαλονίκη
Αντιγραφή από εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου