Αυτό το οποίο νεοπαγανιστές ονομάζουν «αρχαία ελληνική θρησκεία» ή «θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων» είναι κάτι τελείως πλαδαρό και ασαφές.
Δεν υπήρξε στον αρχαιοελληνικό χώρο δομημένη θρησκεία με σταθερές απόψεις, αρχές και πεποιθήσεις. Αυτό, εξηγείται από το ότι η θρησκεία ήταν ουσιαστικά υποταγμένη στην εξουσία των πολιτειακών δομών κάθε πόλης - κράτους και αυτών τα συμφέροντα εξυπηρετούσε. Και όταν άλλαζαν τα πολιτικά συμφέροντα, άλλαζε ουσιαστικά και η θρησκευτική ιδεολογία.
Γι' αυτό τελικά όταν το όχημα πάνω στο οποίο φερόταν η αρχαία θρησκεία δηλαδή το σύστημα εξουσίας κατέρρευσε, μαζί του γκρεμίστηκε και η αρχαία θρησκεία, παρά τις αναλαμπές που της έδωσε η ανάμειξή της με αιγυπτιακές και άλλες ανατολικές θρησκευτικές δοξασίες.
Από τότε που επικράτησε όχι επιβλήθηκε ο χριστιανισμός αντιλαμβανόμαστε πλέον την θρησκεία σαν ένα ενιαίο σύστημα με συγκεκριμένη διαχρονική δομή και ιδέες.
Εξετάζοντας τώρα την «αρχαία ελληνική θρησκεία» αυτό το πλαδαρό ασαφές ιδεολόγημα βλέπουμε ότι έχει πολλές και ουσιαστικές διαφορές με τις αντιλήψεις που έχουμε σήμερα για τη θρησκεία. Τα βασικά μάλιστα θέματα είναι δύο:
- τί σημαίνει θεός και
- ποιά είναι η σχέση του θεού με τον άνθρωπο
- ποιά ήταν η σχέση των θεών μεταξύ τους
Α. Στην αρχαία θρησκεία οι θεοί λέγονταν «ουράνιοι» και ο Δίας κατοικούσε στον «αιθέρα» (Ιλιάδα Β, 412). Αλλά τόσο ο ουρανός όσο και ο αιθέρας ήταν μέρος του κόσμου· δηλαδή οι θεοί που ήταν στον ουρανό είτε στον αιθέρα ήταν εγκόσμιοι. Δεν μπορούσαν να διανοηθούν οι αρχαίοι ότι είναι δυνατόν οι θεοί να είναι πέρα από αυτό τον κόσμο.
Αυτός που πρώτος συνέλαβε την άποψη ότι ο θεός είναι κάτι πέρα από αυτό τον κόσμο ήταν ο Πλάτωνας.
Β. Στους αρχαίους δεν υπήρχε η ιδέα του θεού δημιουργού. Στην αρχαιοελληνική θρησκεία ο θεός ήταν δημιούργημα και όχι δημιουργός. Ακόμα και η ύλη υπήρχε πριν από τους θεούς, αλλά ήταν σε μια χαώδη κατάσταση. Ο Όμηρος διδάσκει ότι ο θεός μπορεί να καταστρέψει αλλά δεν μπορεί να δημιουργήσει. Και ο Ηράκλειτος λέει ότι αυτόν τον κόσμο που βλέπουμε «δεν τον δημιούργησε ούτε κάποιος θεός ούτε κάποιος άνθρωπος».
Γ. Για μας σήμερα ο Θεός είναι άναρχος και αθάνατος δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. Είναι παντοδύναμος και δεν έχει καμία ανάγκη και δεν παθαίνει τίποτε ποτέ.
Ενώ για τους αρχαίους οι θεοί δεν ήταν αιώνιοι και δεν ήταν παντοδύναμοι. Είναι μάλιστα γνωστό πόσες φορές ο πολυμήχανος Οδυσσέας ξεγέλασε τον θεό της θάλασσας τον Ποσειδώνα.
Δ. Στην αρχαιότητα ήταν άτοπο (ήταν αμάρτημα) να πει κανείς ότι αγαπάει το θεό (Αριστοτέλης Μεγάλα Ηθικά 2.11.6-7). Για αυτό και απευθυνόμενος στο θεό έλεγε «Ζευ πάτερ». αλλά ποτέ δεν έλεγε «θεέ μου». Δεν ένιωθε οικειότητα με το θεό. Ακόμη και όταν αποκαλούσε τον Δία πατέρα γνώριζε ότι δεν ήταν πλάσμα του θεού Δία, αφού ο Ζευς (ἠ Δίας) δεν ήταν ο δημιουργός του.
Ε. Τέλος ο αρχαίος Έλληνας έβλεπε τόση εμπάθεια και τόση κακότροπεία στις σχέσεις των θεών μεταξύ τους, αλλά και στη σχέση τους με τους ανθρώπους, που δεν ήταν δυνατόν ποτέ να αγαπήσει τους θεούς. Και οποιαδήποτέ «καλή σχέση» είχε με τους θεούς την είχε από ανάγκη, επειδή τους φοβόταν. Και βέβαια πάντα πρόσεχε ώστε «η καλή σχέση» με ένα θεό να μην επισύρει εναντίον του την κακία και την εκδικητική μανία κάποιου άλλου θεού.
Να έχουν άραγε κατανοήσει οι σύγχρονοι οπαδοί της Ολυμπιακής Δωδεκάδας των θεών, «τί θεό-θεούς προσκυνάνε» και που θέλουν να παρασύρουν και εμάς;
Αμφιβάλλω!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου