«Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα» (Ἀκάθ. ὕμν. Ω οἶκ.)
Ο Ἀκάθιστος ὕμνος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνα τραγούδι. Ὑπάρχουν τραγούδια τοῦ Θεοῦ καὶ τραγούδια τοῦ διαβόλου. Τραγούδια τοῦ διαβόλου εἶνε λ.χ. αὐτὰ ποὺ λέγονται στὰ νυχτερινὰ κέντρα, ὅπου γίνεται μεγάλη φθορά.
Ο Ἀκάθιστος ὕμνος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνα τραγούδι. Ὑπάρχουν τραγούδια τοῦ Θεοῦ καὶ τραγούδια τοῦ διαβόλου. Τραγούδια τοῦ διαβόλου εἶνε λ.χ. αὐτὰ ποὺ λέγονται στὰ νυχτερινὰ κέντρα, ὅπου γίνεται μεγάλη φθορά.
Ἀλλὰ δόξα τῷ Θεῷ ὑπάρχει καὶ πιστὸς λαός, ποὺ μαζεύεται στὶς ἐκκλησίες γιὰ τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ. Τὶς ἡμέρες μάλιστα αὐτές, κάθε Παρασκευὴ τῆς μεγάλης τεσσαρακοστῆς, ὁ λαὸς τρέχει γιὰ τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο.
Γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος ἐψάλη τὸ 626 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολι, ἡ ὁποία σώθηκε τότε ἀπὸ διπλῆ πολιορκία, Ἀβάρων καὶ Περσῶν, μετὰ ἀπὸ θαυμαστὴ ἐπέμβασι τῆς Παναγίας. Ὁ ὕμνος αὐτὸς ἀποτελεῖται ἀπὸ 24 στροφὲς ἢ οἴκους, ὅσα καὶ τὰ ψηφία τοῦ ἀλφαβήτου. Ἀρχίζει ἀπὸ τὸ ἄλφα, «Ἄγγελος πρωτοστάτης…», καὶ τελειώνει στὸ ὠμέγα, «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ…».
Θὰ ποῦμε τώρα λίγα λόγια ἐπάνω στὸν τελευταῖο οἶκο, ὁ ὁποῖος λέει· «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα» (Ἀκάθ. ὕμν. Ω οἶκ.).
«Ὦ πανύμνητε Μῆτερ». Ὦ Μάνα τοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ καὶ κάθε πιστοῦ! Ἡ γλυκειὰ Μάνα ὅλου τοῦ κόσμου εἶνε ἡ Παναγία μας. Εἶνε ἡ «πανύμνητος Μήτηρ», ἡ Μάνα ποὺ τὴν ὑμνοῦν ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλη ἡ κτῆσι.
Γιατί; Διότι, λέει, εἶσαι «ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον». Εἶσαι παρθένος, ἁγνὴ σὰν τὸ ἀπάτητο χιόνι, λαμπρὴ σὰν τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου, ἀστραφτερὴ σὰν διαμάντι. Γι᾽ αὐτὸ ἀξιώθηκες νὰ γεννήσῃς τὸν Λόγον τοῦ Πατρός, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, «τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον», τὸν ἀσυγκρίτως ἁγιώτερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἀνθρώπους καὶ ἀγγέλους. Εἶσαι, Παναγία μας, ὑπεράνω τῶν ἁγίων, ὑπεράνω τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ὑπεράνω τῶν ἁψίδων τοῦ οὐρανοῦ. Γέννησες ὄχι ὅπως ὅλες οἱ γυναῖκες, μὲ τὸ γνωστὸ φυσικὸ νόμο, ἀλλὰ κατὰ τρόπο ὑπερφυσικό.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ ὀρθολογισταὶ προβάλλουν ἄρνησι. Ἀμφισβητοῦν τὴν ἐκ παρθένου γέννησι τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς τί ἀπαντοῦμε; Ὅ,τι εἶπε ἕνας διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως ὁ ἥλιος περνάει τὸ τζάμι χωρὶς νὰ τὸ σπάσῃ καὶ μπαίνει μέσα στὸ σπίτι καὶ φωτίζει καὶ θερμαίνει, ἔτσι καὶ ὁ Ἥλιος – Χριστὸς πέρασε στὰ ἁγνὰ καὶ ἀμόλυντα σπλάχνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου χωρὶς νὰ φθείρῃ τὴν παρθενία της. Ἡ Παναγία εἶνε παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, παρθένος κατὰ τὸν τόκον, καὶ παρθένος μετὰ τὸν τόκον, ἀειπάρθενος. Αὐτὸ εἶνε δόγμα τῆς πίστεώς μας.
«Δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν». Δέξου, σὲ παρακαλοῦμε, Μητέρα μας, αὐτὴ τὴν προσφορά, τοῦτο τὸν ὕμνο ποὺ σοῦ προσφέρουμε καὶ ποὺ ἐδῶ στὸ ὠμέγα ὁλοκληρώνεται.
«Ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας», λέει. Σῶσε, Παναγία, ὅλους ἀπὸ κάθε συμφορά. Ποιές εἶνε συμφορές; Συμφορὰ εἶνε λ.χ. ἡ φτώχεια, ἡ χηρεία, ἡ ὀρφάνια, ἡ ἀρρώστια (ὁ καρκίνος, ἡ φθίσις κ.τ.λ.)· συμφορὰ εἶνε ὁ σεισμός, νὰ τρέμῃ ἡ γῆ· συμφορὰ εἶνε ἡ πεῖνα – Θεὸς φυλάξοι μήπως ποῦμε πάλι «τὸ ψωμὶ ψωμάκι»· προσέξτε το αὐτὸ ἰδιαιτέρως ἐσεῖς τὰ παιδιά, ποὺ σᾶς δίνουν φαγητὸ οἱ γονεῖς κ᾽ ἐσεῖς τὸ σπρώχνετε πέρα.
Ἡ πιὸ μεγάλη συμφορὰ ὅμως εἶνε ἄλλη· εἶνε ἡ αἰωνία κόλασις. Γι᾽ αὐτὸ ὁ ὕμνος κλείνει μὲ τὴν παράκλησι· «Καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα». Λύτρωσε ἀπὸ τὴ μέλλουσα κόλασι ὅλους τοὺς πιστοὺς ποὺ σοῦ φωνάζουν τὸ Ἀλληλούϊα.
Ὕμνος στὴν Παναγία. Σταματῶ ὅμως, ἀγαπητοί μου, στὸ σημεῖο αὐτό. Διότι τί ἀκούω; Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού, ἀντὶ γιὰ ὕμνο σ᾽ αὐτήν, ἀνοίγουν τὰ βρωμερά τους στόματα καὶ ὑβρίζουν ὅ,τι ἱερὸ καὶ ἅγιο, ὑβρίζουν καὶ τὴν Παναγία μὲ τὶς πιὸ αἰσχρὲς βλαστήμιες.
Τί εἶνε αὐτοί; Ἑβραῖοι, Τοῦρκοι; ὄχι. Στὴν Κωνσταντινούπολι, ὅπως μοῦ εἶπε ἕνας ἅγιος ἐπίσκοπος, Τουρκάλες, γυναῖκες ἀξιωματικῶν, ὑπουργῶν καὶ στρατηγῶν, σηκώνονται νύχτα, παίρνουν τὰ ἄρρωστα παιδιά τους ἀγκαλιὰ καὶ πηγαίνουν σ᾽ ἕνα ἐξωκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ποὺ βρίσκεται σ᾽ ἕνα νησάκι· κ᾽ ἐκεῖ πέφτουν μπροστὰ στὴν Παναγιὰ καὶ τὴν παρακαλοῦν νὰ κάνῃ καλὰ τὰ παιδιά τους. Κανένας Τοῦρκος δὲ βλαστημάει τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία. Κ᾽ ἐμεῖς ἀνοίγουμε τὰ βρωμερά μας στόματα καὶ βλαστημοῦμε. Καμμιά ἄλλη γυναίκα στὴν Ἑλλάδα δὲν ὑβρίζεται μὲ τόσο αἰσχρὲς λέξεις ὅπως ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.
Συνέβη δυστυχῶς πρὸ ἐτῶν καὶ τοῦτο τὸ τερατῶδες καὶ σπάνιο, ποὺ ἀποτελεῖ ἀκραία ἐξαίρεσι. Ὅταν ἔγινε σεισμὸς στὴ Ζάκυνθο, ἐνῷ ὅλα τὰ στόματα ἐπικαλοῦντο τὸ Θεὸ καὶ τὴν Παναγία, ἕνας ἄνθρωπος ―ἂν αὐτὸς μπορῇ νὰ ὀνομασθῇ ἄνθρωπος― ξάπλωσε κάτω καὶ ὄχι μὲ τὰ πέντε, ὄχι μὲ τὰ δέκα, ἀλλὰ μὲ τὰ εἴκοσι δάχτυλά του μούντζωνε τὸν οὐρανό!
Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Βρίζεις τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα ποὺ μὲ γέννησαν; σὲ συγχωρῶ· βλαστήμησες τὴν Παναγιὰ καὶ τὸ Χριστό μου; δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ δῶ». Ποιός τὸ αἰσθάνεται αὐτὸ σήμερα; Δὲν εὐθύνονται μόνο αὐτοὶ ποὺ βλαστημοῦν· φταῖμε κ᾽ ἐμεῖς οἱ ἄλλοι, ποὺ ἔπρεπε νὰ τοὺς μάθουμε νὰ σέβωνται τὰ θεῖα.
Δὲν πέφτει δυστυχῶς παραδειγματικὴ τιμωρία. Γελάει ὁ δικαστής, ἂν τὰ ἀστυνομικὰ ὄργανα τοῦ πᾶνε καμμιὰ φορὰ ἕνα βλάστημο· τὸν τιμωρεῖ 4 – 5 μέρες. Ἂν ὅμως πιάσουν κανένα ποὺ εἶπε κακὸ λόγο γιὰ τὸν πρόεδρο τῆς κυβερνήσεως ―μακριὰ ἀπὸ μένα ἡ πολιτική· αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ ἔλεγα πάντοτε―, ἂν πιάσουν κανένα καὶ πῇ κακὸ λόγο γιὰ τὸν πρόεδρο δημοκρατίας, τότε λένε· Ἄ, ὕβρισε τὴν ἀρχή· 10 – 15 μῆνες φυλακή. Ὦ κράτος ἄθλιο! Μεγάλος λοιπὸν ὁ πρωθυπουργός, μεγάλος ὁ πρόεδρος δημοκρατίας, μεγάλοι οἱ στρατηγοί, μεγάλοι ὅλοι, καὶ μικρὸς ὁ Χριστὸς καὶ μικρὴ ἡ Παναγιά μας! Δύο εἶνε οἱ βλάστημοι λαοὶ στὴ Μεσόγειο· ἕνας οἱ Ἰταλοί, ποὺ ὑβρίζουν τὴ Μαντόνα, κι ὁ ἄλλος ἐμεῖς, ποὺ δυστυχῶς ἔχουμε τὸ ρεκὸρ τῆς βλαστήμιας στὰ Βαλκάνια, κι ὅμως λεγόμεθα χριστιανικὸ ἔθνος.
Γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε μιὰ ἀλήθεια. Ὡρισμένοι ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ βλαστημοῦν δὲν τὸ κάνουν ἀπὸ ἀθεΐα καὶ ἀπιστία· τὸ κάνουν ἀπὸ κακὴ συνήθεια. Στὸ βάθος δὲν εἶνε ἄπιστοι. Ἀπόδειξις, ὅτι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἔρχεται ὥρα ποὺ τοὺς βλέπεις μὲ βουρκωμένα μάτια καὶ φωνάζουν «Παναγιά μου!».
Αὐτὸ τὸ «Παναγιά μου!» βγαίνει ἀπὸ μυριάδες στόματα. «Παναγιά μου!» λέει ὁ φτωχὸς οἰκογενειάρχης μὲ τὰ πέντε παιδιά, ποὺ πάει τὸ βράδυ στὸ σπίτι καὶ δὲν ἔχει ν᾽ ἀγοράσῃ ἕνα καρβέλι. «Παναγιά μου!» φωνάζει ἡ χήρα μὲ τὰ ὀρφανά, ποὺ ἔμεινε παντέρημη στὸν κόσμο. «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ἀσπρομάλλης γέρος, ποὺ τὰ παιδιά του τὸν ἐγκατέλειψαν. «Παναγιά μου!» φωνάζει ἡ μάνα ποὺ ἔχει τὸ παιδί της ἄρρωστο. «Παναγιά μου!» φωνάζουν οἱ ἄρρωστοι, πού ᾽νε στὰ νοσοκομεῖα καὶ βογγᾶνε πάνω στὰ κρεβάτια. «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ναύτης ποὺ ταξιδεύει στὰ πελάγη· Ἕλληνες ναυτικοὶ διηγοῦνται θαύματα τῆς Παναγίας, ποὺ τοὺς ἔσωσε ἀπὸ τὰ κύματα. «Παναγιά μου!», φωνάζουν ὅλοι. Πρὸ παντὸς «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ἁμαρτωλός, ἀλλὰ κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ψυχορραγεῖ πλέον κι ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα παραδίδει τὴν ψυχή του.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἥρωες τοῦ ἀλβανικοῦ μετώπου μαρτυροῦσαν τὸ ᾽40, ὅτι ἐκεῖ στὰ ψηλὰ βουνά, ποὺ τ᾽ ἀεροπλάνα σκίαζαν τὸν ἥλιο καὶ οἱ βόμβες θέριζαν κόσμο, ἡ Παναγία τοὺς ἔσωσε. «Παναγιά μου!» φώναζε τότε ὅλη ἡ Ἑλλάς. Καὶ ἡ Παναγιὰ ἔκανε τὸ θαῦμα· μὲ λίγες ἀπώλειες ἡ μικρή μας πατρίδα ἔγραψε τότε ἕνα θρῦλο. Καὶ σήμερα ἡ Παναγιά μας, δὲν εἶνε ψέμα, προστατεύει τὰ παιδιά μας ποὺ φρουροῦν τὰ σύνορα ἀπὸ τὸν Ἕβρο μέχρι τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου καὶ τὴν Κύπρο. Καὶ νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ εὐδοκήσῃ νὰ δοῦμε τὸ θαῦμα τοῦ ᾽40 νὰ ἐπαναλαμβάνεται.
«Ὦ πανύμνητε μῆτερ…», ὦ γλυκειά μας μάνα, μάνα ὅλου τοῦ κόσμου, σὲ ἀγαποῦμε καὶ σὲ τιμοῦμε. Στὴν καρδιὰ καὶ στὸ στόμα μας σὲ ἔχουμε. Μακριά ἀπὸ μᾶς ἡ βλαστήμια!
Ἂς προσκυνοῦμε, ἀγαπητοί, ἀπ᾽ τὰ βάθη μας τὴν Παναγία καὶ ὅλοι νὰ τῆς λέμε· «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως…»· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος {Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου (νεκροταφείου) Ἀμυνταίου τὴν 2-4-1976}
Γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος ἐψάλη τὸ 626 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολι, ἡ ὁποία σώθηκε τότε ἀπὸ διπλῆ πολιορκία, Ἀβάρων καὶ Περσῶν, μετὰ ἀπὸ θαυμαστὴ ἐπέμβασι τῆς Παναγίας. Ὁ ὕμνος αὐτὸς ἀποτελεῖται ἀπὸ 24 στροφὲς ἢ οἴκους, ὅσα καὶ τὰ ψηφία τοῦ ἀλφαβήτου. Ἀρχίζει ἀπὸ τὸ ἄλφα, «Ἄγγελος πρωτοστάτης…», καὶ τελειώνει στὸ ὠμέγα, «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ…».
Θὰ ποῦμε τώρα λίγα λόγια ἐπάνω στὸν τελευταῖο οἶκο, ὁ ὁποῖος λέει· «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα» (Ἀκάθ. ὕμν. Ω οἶκ.).
«Ὦ πανύμνητε Μῆτερ». Ὦ Μάνα τοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ καὶ κάθε πιστοῦ! Ἡ γλυκειὰ Μάνα ὅλου τοῦ κόσμου εἶνε ἡ Παναγία μας. Εἶνε ἡ «πανύμνητος Μήτηρ», ἡ Μάνα ποὺ τὴν ὑμνοῦν ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλη ἡ κτῆσι.
Γιατί; Διότι, λέει, εἶσαι «ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον». Εἶσαι παρθένος, ἁγνὴ σὰν τὸ ἀπάτητο χιόνι, λαμπρὴ σὰν τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου, ἀστραφτερὴ σὰν διαμάντι. Γι᾽ αὐτὸ ἀξιώθηκες νὰ γεννήσῃς τὸν Λόγον τοῦ Πατρός, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, «τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον», τὸν ἀσυγκρίτως ἁγιώτερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἀνθρώπους καὶ ἀγγέλους. Εἶσαι, Παναγία μας, ὑπεράνω τῶν ἁγίων, ὑπεράνω τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ὑπεράνω τῶν ἁψίδων τοῦ οὐρανοῦ. Γέννησες ὄχι ὅπως ὅλες οἱ γυναῖκες, μὲ τὸ γνωστὸ φυσικὸ νόμο, ἀλλὰ κατὰ τρόπο ὑπερφυσικό.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ ὀρθολογισταὶ προβάλλουν ἄρνησι. Ἀμφισβητοῦν τὴν ἐκ παρθένου γέννησι τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς τί ἀπαντοῦμε; Ὅ,τι εἶπε ἕνας διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως ὁ ἥλιος περνάει τὸ τζάμι χωρὶς νὰ τὸ σπάσῃ καὶ μπαίνει μέσα στὸ σπίτι καὶ φωτίζει καὶ θερμαίνει, ἔτσι καὶ ὁ Ἥλιος – Χριστὸς πέρασε στὰ ἁγνὰ καὶ ἀμόλυντα σπλάχνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου χωρὶς νὰ φθείρῃ τὴν παρθενία της. Ἡ Παναγία εἶνε παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, παρθένος κατὰ τὸν τόκον, καὶ παρθένος μετὰ τὸν τόκον, ἀειπάρθενος. Αὐτὸ εἶνε δόγμα τῆς πίστεώς μας.
«Δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν». Δέξου, σὲ παρακαλοῦμε, Μητέρα μας, αὐτὴ τὴν προσφορά, τοῦτο τὸν ὕμνο ποὺ σοῦ προσφέρουμε καὶ ποὺ ἐδῶ στὸ ὠμέγα ὁλοκληρώνεται.
«Ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας», λέει. Σῶσε, Παναγία, ὅλους ἀπὸ κάθε συμφορά. Ποιές εἶνε συμφορές; Συμφορὰ εἶνε λ.χ. ἡ φτώχεια, ἡ χηρεία, ἡ ὀρφάνια, ἡ ἀρρώστια (ὁ καρκίνος, ἡ φθίσις κ.τ.λ.)· συμφορὰ εἶνε ὁ σεισμός, νὰ τρέμῃ ἡ γῆ· συμφορὰ εἶνε ἡ πεῖνα – Θεὸς φυλάξοι μήπως ποῦμε πάλι «τὸ ψωμὶ ψωμάκι»· προσέξτε το αὐτὸ ἰδιαιτέρως ἐσεῖς τὰ παιδιά, ποὺ σᾶς δίνουν φαγητὸ οἱ γονεῖς κ᾽ ἐσεῖς τὸ σπρώχνετε πέρα.
Ἡ πιὸ μεγάλη συμφορὰ ὅμως εἶνε ἄλλη· εἶνε ἡ αἰωνία κόλασις. Γι᾽ αὐτὸ ὁ ὕμνος κλείνει μὲ τὴν παράκλησι· «Καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα». Λύτρωσε ἀπὸ τὴ μέλλουσα κόλασι ὅλους τοὺς πιστοὺς ποὺ σοῦ φωνάζουν τὸ Ἀλληλούϊα.
Ὕμνος στὴν Παναγία. Σταματῶ ὅμως, ἀγαπητοί μου, στὸ σημεῖο αὐτό. Διότι τί ἀκούω; Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού, ἀντὶ γιὰ ὕμνο σ᾽ αὐτήν, ἀνοίγουν τὰ βρωμερά τους στόματα καὶ ὑβρίζουν ὅ,τι ἱερὸ καὶ ἅγιο, ὑβρίζουν καὶ τὴν Παναγία μὲ τὶς πιὸ αἰσχρὲς βλαστήμιες.
Τί εἶνε αὐτοί; Ἑβραῖοι, Τοῦρκοι; ὄχι. Στὴν Κωνσταντινούπολι, ὅπως μοῦ εἶπε ἕνας ἅγιος ἐπίσκοπος, Τουρκάλες, γυναῖκες ἀξιωματικῶν, ὑπουργῶν καὶ στρατηγῶν, σηκώνονται νύχτα, παίρνουν τὰ ἄρρωστα παιδιά τους ἀγκαλιὰ καὶ πηγαίνουν σ᾽ ἕνα ἐξωκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ποὺ βρίσκεται σ᾽ ἕνα νησάκι· κ᾽ ἐκεῖ πέφτουν μπροστὰ στὴν Παναγιὰ καὶ τὴν παρακαλοῦν νὰ κάνῃ καλὰ τὰ παιδιά τους. Κανένας Τοῦρκος δὲ βλαστημάει τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία. Κ᾽ ἐμεῖς ἀνοίγουμε τὰ βρωμερά μας στόματα καὶ βλαστημοῦμε. Καμμιά ἄλλη γυναίκα στὴν Ἑλλάδα δὲν ὑβρίζεται μὲ τόσο αἰσχρὲς λέξεις ὅπως ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.
Συνέβη δυστυχῶς πρὸ ἐτῶν καὶ τοῦτο τὸ τερατῶδες καὶ σπάνιο, ποὺ ἀποτελεῖ ἀκραία ἐξαίρεσι. Ὅταν ἔγινε σεισμὸς στὴ Ζάκυνθο, ἐνῷ ὅλα τὰ στόματα ἐπικαλοῦντο τὸ Θεὸ καὶ τὴν Παναγία, ἕνας ἄνθρωπος ―ἂν αὐτὸς μπορῇ νὰ ὀνομασθῇ ἄνθρωπος― ξάπλωσε κάτω καὶ ὄχι μὲ τὰ πέντε, ὄχι μὲ τὰ δέκα, ἀλλὰ μὲ τὰ εἴκοσι δάχτυλά του μούντζωνε τὸν οὐρανό!
Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Βρίζεις τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα ποὺ μὲ γέννησαν; σὲ συγχωρῶ· βλαστήμησες τὴν Παναγιὰ καὶ τὸ Χριστό μου; δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ δῶ». Ποιός τὸ αἰσθάνεται αὐτὸ σήμερα; Δὲν εὐθύνονται μόνο αὐτοὶ ποὺ βλαστημοῦν· φταῖμε κ᾽ ἐμεῖς οἱ ἄλλοι, ποὺ ἔπρεπε νὰ τοὺς μάθουμε νὰ σέβωνται τὰ θεῖα.
Δὲν πέφτει δυστυχῶς παραδειγματικὴ τιμωρία. Γελάει ὁ δικαστής, ἂν τὰ ἀστυνομικὰ ὄργανα τοῦ πᾶνε καμμιὰ φορὰ ἕνα βλάστημο· τὸν τιμωρεῖ 4 – 5 μέρες. Ἂν ὅμως πιάσουν κανένα ποὺ εἶπε κακὸ λόγο γιὰ τὸν πρόεδρο τῆς κυβερνήσεως ―μακριὰ ἀπὸ μένα ἡ πολιτική· αὐτὰ τὰ ἴδια τὰ ἔλεγα πάντοτε―, ἂν πιάσουν κανένα καὶ πῇ κακὸ λόγο γιὰ τὸν πρόεδρο δημοκρατίας, τότε λένε· Ἄ, ὕβρισε τὴν ἀρχή· 10 – 15 μῆνες φυλακή. Ὦ κράτος ἄθλιο! Μεγάλος λοιπὸν ὁ πρωθυπουργός, μεγάλος ὁ πρόεδρος δημοκρατίας, μεγάλοι οἱ στρατηγοί, μεγάλοι ὅλοι, καὶ μικρὸς ὁ Χριστὸς καὶ μικρὴ ἡ Παναγιά μας! Δύο εἶνε οἱ βλάστημοι λαοὶ στὴ Μεσόγειο· ἕνας οἱ Ἰταλοί, ποὺ ὑβρίζουν τὴ Μαντόνα, κι ὁ ἄλλος ἐμεῖς, ποὺ δυστυχῶς ἔχουμε τὸ ρεκὸρ τῆς βλαστήμιας στὰ Βαλκάνια, κι ὅμως λεγόμεθα χριστιανικὸ ἔθνος.
Γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε μιὰ ἀλήθεια. Ὡρισμένοι ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ βλαστημοῦν δὲν τὸ κάνουν ἀπὸ ἀθεΐα καὶ ἀπιστία· τὸ κάνουν ἀπὸ κακὴ συνήθεια. Στὸ βάθος δὲν εἶνε ἄπιστοι. Ἀπόδειξις, ὅτι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἔρχεται ὥρα ποὺ τοὺς βλέπεις μὲ βουρκωμένα μάτια καὶ φωνάζουν «Παναγιά μου!».
Αὐτὸ τὸ «Παναγιά μου!» βγαίνει ἀπὸ μυριάδες στόματα. «Παναγιά μου!» λέει ὁ φτωχὸς οἰκογενειάρχης μὲ τὰ πέντε παιδιά, ποὺ πάει τὸ βράδυ στὸ σπίτι καὶ δὲν ἔχει ν᾽ ἀγοράσῃ ἕνα καρβέλι. «Παναγιά μου!» φωνάζει ἡ χήρα μὲ τὰ ὀρφανά, ποὺ ἔμεινε παντέρημη στὸν κόσμο. «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ἀσπρομάλλης γέρος, ποὺ τὰ παιδιά του τὸν ἐγκατέλειψαν. «Παναγιά μου!» φωνάζει ἡ μάνα ποὺ ἔχει τὸ παιδί της ἄρρωστο. «Παναγιά μου!» φωνάζουν οἱ ἄρρωστοι, πού ᾽νε στὰ νοσοκομεῖα καὶ βογγᾶνε πάνω στὰ κρεβάτια. «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ναύτης ποὺ ταξιδεύει στὰ πελάγη· Ἕλληνες ναυτικοὶ διηγοῦνται θαύματα τῆς Παναγίας, ποὺ τοὺς ἔσωσε ἀπὸ τὰ κύματα. «Παναγιά μου!», φωνάζουν ὅλοι. Πρὸ παντὸς «Παναγιά μου!» φωνάζει ὁ ἁμαρτωλός, ἀλλὰ κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ψυχορραγεῖ πλέον κι ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα παραδίδει τὴν ψυχή του.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἥρωες τοῦ ἀλβανικοῦ μετώπου μαρτυροῦσαν τὸ ᾽40, ὅτι ἐκεῖ στὰ ψηλὰ βουνά, ποὺ τ᾽ ἀεροπλάνα σκίαζαν τὸν ἥλιο καὶ οἱ βόμβες θέριζαν κόσμο, ἡ Παναγία τοὺς ἔσωσε. «Παναγιά μου!» φώναζε τότε ὅλη ἡ Ἑλλάς. Καὶ ἡ Παναγιὰ ἔκανε τὸ θαῦμα· μὲ λίγες ἀπώλειες ἡ μικρή μας πατρίδα ἔγραψε τότε ἕνα θρῦλο. Καὶ σήμερα ἡ Παναγιά μας, δὲν εἶνε ψέμα, προστατεύει τὰ παιδιά μας ποὺ φρουροῦν τὰ σύνορα ἀπὸ τὸν Ἕβρο μέχρι τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου καὶ τὴν Κύπρο. Καὶ νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ εὐδοκήσῃ νὰ δοῦμε τὸ θαῦμα τοῦ ᾽40 νὰ ἐπαναλαμβάνεται.
«Ὦ πανύμνητε μῆτερ…», ὦ γλυκειά μας μάνα, μάνα ὅλου τοῦ κόσμου, σὲ ἀγαποῦμε καὶ σὲ τιμοῦμε. Στὴν καρδιὰ καὶ στὸ στόμα μας σὲ ἔχουμε. Μακριά ἀπὸ μᾶς ἡ βλαστήμια!
Ἂς προσκυνοῦμε, ἀγαπητοί, ἀπ᾽ τὰ βάθη μας τὴν Παναγία καὶ ὅλοι νὰ τῆς λέμε· «Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως…»· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος {Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου (νεκροταφείου) Ἀμυνταίου τὴν 2-4-1976}
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου