Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Σωκράτης Βενάρδος - Η ΦΑΤΝΗ 1971,(Ορατόριο) - Joan Alavedra & Νίκου Γκάτσου

 

Στίχοι

Άγγελος μέ χρυσές φτερούγες 

πετάει ψηλά στά βοσκοτόπια 

σε δέντρου κάθεται κλωνάρι 

κι αγγελικό τραγούδι λέει:

 «Αφήστε τό φαί νερό μήν πιείτε 

τήν κάπα σας φορέστε τό ραβδί σας στό χέρι πάρτε 

κι έτοιμοι γιά δρόμο έλάτε όλοι κοντά μου. 

Τά σκυλιά σας πιστά θά τό φυλάνε τό κοπάδι». 

— Ποιά νάταν ή φωνή πού μάς καλεί; 

— ’Άνθρωπος λέτε νά ’ταν ή βιολί; 

— Τ’ αρνί βελάζει τάχα στ’ όνειρό του; 

— Μήν είναι τ’ άστρο εκείνο 

πού φωτίζει ψηλά στόν ούρανό; 

Νά, κοίτα, κοίτα, δές πώς τραβάει τό δρόμο του. 

Τά φτερά πού ακούμε στό βαθύ σκοτάδι σκίζουν τόν αγέρα

— θεία μουσική! 

Πόσο ήσυχα κοιμάται τώρα τό κοπάδι 

καί γλυκιά φλογέρα παίζουν οι βοσκοί! 

Είναι φωτιά πού ή φλόγα της δέ σβήνει 

τά πρόβατα νά φύγουν δέν αφήνει. 

Ξάφνου στής νύχτας μέσα τή φοβέρα 

μεγάλη γύρω απλώνεται σιωπή 

καί μιά φωνή ψηλά από τόν αγέρα 

ξεσπάει τά λόγια τούτα γιά νά πει: 

«Ξυπνήστε από τόν ύπνο! 

Σ’ ένα στάβλο κοντά στή Βηθλεέμ 

τή νύχτα έτούτη μεγάλο έγινε θαύμα 

— ένα θαύμα! (Δόξα Σοι Κύριε! Δόξα Σοι Κύριε!) 

Ξυπνήστε από τόν ύπνο! 

Σηκωθείτε κι έλάτε — πάμε γρήγορα! 

Έν’ άστρο τό δρόμο θά σάς δείχνει. 

Ή φωνή μου αγγελικά γιά σάς θά λέει τραγούδια». 

Ένας βοσκός ορνίθι παίρνει, 

άλλος, χαριτωμένο αρνάκι, 

άλλος, άφράτη γαλοπούλα 

κι άλλος, παχύ παχύ κριάρι. 

Παιδιά πού θέλουν νά ’ναι άντρες 

κούπα κρατάν γεμάτη μέλι. 

Τήν ώρα πιά πού φτάναν στό βουνό 

γελούσε ή χαραυγή στον ουρανό. 

Στό δρόμο τους κοντά σ’ ένα λιβάδι 

κάποιος τραβάει νερό από τό πηγάδι. 

— 'Ώρα καλή! — Καλό νά ’χεις νερό! 

— Καί ξαστεριά στό δύσκολο καιρό! 

— ’Ετούτο τό πηγάδι είναι γιά πάντα. 

Γιά πάντα θά ’ναι τούτο τό νερό! 

Καί τό Παιδί πού σήμερα έγεννήθη 

τόν κόσμο θά ξεπλύνει απ’ τό κακό. 

Σέ δροσερό ποτάμι ψαράς έχει σταθεί. 

«’Έλα μαζί μας, φίλε» τού λένε οι βοσκοί. 

— Στόν ποταμό πού λάμπει στ’ αστραφτερά νερά 

χορεύοντας στόν ήλιο τό ψάρι σπαρταρά. 

Μά πιό βαθιά, στόν πάτο, 

στ’ αγκίστρι μου πιασμένη 

μιάν αρμαθιά άπό ψάρια γερή μέ περιμένει. 

Κρυφά άπό τούς γονιούς του νά πείτε στό Παιδί 

πώς ψάρια έγώ ψαρεύω νά δώσει μιάν αυγή 

στ’ αμέτρητο τό πλήθος 

πού μέ χαρά θά ’ρθεϊ 

τά θεϊκά του λόγια ν’ ακούσει νά εύφρανθεϊ. 

Ψαράς είναι κι εκείνος καί θά φχαριστηθεϊ. 

Στόν κάμπο περπατώντας τώρα μόνοι 

βλέπουν ένα ζευγά τή γη νά οργώνει. 

Βιάζεται τή δουλειά του νά προφτάσει 

κι απ’ τό πρωί δε λέει νά ξαποστάσει. 

— 'Ώρα καλή! Του κάμπου ζευγολάτη, 

παράτα πιά τ’ αλέτρι σου, σπολλάτη! 

— ’Έχω νά οργώσω ακόμα καί νά σπείρω 

όλη τή γη πού απλώνεται δω γύρω 

κι έπειτα θά θερίσω, θ’ αλωνίσω, 

θ’ άλέσω τό σιτάρι, θά φουρνίσω, 

ώσπου νά βγει ψωμί μέ χρυσή κόρα. 

— ’Έχεις καιρό. Μαζί μας έλα τώρα! 

— ’Όχι, όχι, μόνο θέλω νά πείτε στό Παιδί 

πώς ήρθε χτες τή νύχτα άγγελος νά μέ δει. 

«Σήκω» μου λέει «ξύπνα 

κι ώσπου νά φέξει ή αύγή 

ζέψε τά δυό σου βόδια νά οργώσουνε τή γη. 

Λίγο πριν νά ξημερώσει σπορέας θά γεννηθεί 

κι ό σπόρος πού θά σπείρει ποτέ δέ θά χαθεί. 

Στάρι χρυσό θά γίνει καί γελαστό ψωμί 

πού στήν πικρή του νύχτα μ’ όλους θά μοιραστεί». 

Ή γη μ’ ασήμι είναι σπαρμένη. 

Τό κάθε πλάσμα ξαποσταίνει. 

Τής μέρας σιγοσβήνει τό φώς τό γαλανό 

κι άνάβουνε τ’ αστέρια ψηλά στόν ούρανό. 

Στής νύχτας τή γαλήνη κοιμάται τώρα ή γη 

τή Γέννηση προσμένει πριν ξημερώσει νά δει. 

Στην παγωνιά τής νύχτας 

ένας άντρας μαζί μέ μιά γυναίκα πάνε αντάμα. 

Περνάν απ’ τίς ελιές καί πάν στ’ αμπέλια 

στά χέρια τους κοφίνι κουβαλάνε ξέχειλο από σταφύλια 

κι όπως πάνε τούς βλέπουν οί βοσκοί πάνω άπ’ τούς λόφους. 

— Σταφύλια νά τρυγάτε νύχτα μέρα 

μά όταν ό τρύγος είναι στόν καιρό του. 

Δέν καρτερούν τά κλήματα στ’ αμπέλια. 

— Τούτο το κρασί στή μέση τού χειμώνα γίνεται μυστικά 

μά τά σταφύλια δέν τά πειράζει πάγος καί χιόνι 

’Ώ, τούτο τό κρασί δέ γίνεται γιά μένα. 

— Σταφύλια μές στό χιόνι; 

— Ναί στό χιόνι, κι όμως, σάς λέω, 

ποτέ τους δέν παγώνουν. 

«Στό αμπέλι είναι καιρός νά ξαναπάτε» 

είπε φωνή παιδιού μέσα στή νύχτα.



Ο συνθέτης

Ο Σωκράτης Βενάρδος (1927-1983), με καταγωγή από τη Σμύρνη, υπήρξε πρωτοψάλτης, λογοτέχνης, καθηγητής μουσικής και συνθέτης θρησκευτικών έργων. 

Στη δισκογραφία έχει καταθέσει μερικές αξιόλογες εργασίες, όπως η “Φάτνη” (1971), ο “ Ύμνος της αγάπης” (1977), το ορατόριο “Κοσμάς ο Αιτωλός” (1980), αλλά και το εθνικοπατριωτικό λαϊκό ορατόριο “Εθνεγερσία” (1973). 

Έγραψε, επίσης, μουσική για αρχαίες τραγωδίες, όπως την «Μήδεια», μετά από προτροπή του Γιάννη Τσαρούχη, αλλά και μουσική για ταινίες μικρού μήκους.


Λίγα λόγια για το έργο

Η Φάτνη είναι ένα λαϊκό ορατόριο του Σωκράτη Βενάρδου για σόλο φωνές, αφηγητή, χορωδία και ορχήστρα. Βασίζεται σε κείμενο του άσημου Καταλανού ποιητή Joan Alavedra (1896-1981) μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Νίκο Γκάτσο. 

Μάλιστα το ίδιο κείμενο έχει μελοποιηθεί στην πρωτότυπη γλώσσα και από τον μεγάλο Ισπανό τσελίστα και συνθέτη Pablo Casals. 

Το έργο αποτελεί ύμνο στην ειρήνη και ως τέτοιο παρουσιάστηκε και στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ στα 1966. 

Ο Γκάτσος μετέφρασε το ποίημα κατόπιν παραγγελίας και το διασκεύασε, συμπτύσσοντας ή περικόπτοντας μέρη, προκειμένου να μελοποιηθεί από τον Σωκράτη Βενάρδο σε μορφή λαϊκού ορατορίου με στοιχεία βυζαντινής και δυτικής μουσικής. 

Το θέμα του έργου αναφέρεται στη γέννηση του Χριστού και στο προσκύνημα των βοσκών και των Μάγων δοσμένο με μια λαϊκή απλοϊκότητα. 

Το ίδιο απλή είναι και η μουσική προσέγγιση του Σωκράτη Βενάρδου, η οποία κινείται από τα καθαρά λαϊκά μονοπάτια μέχρι τις παρυφές της δυτικότροπης λόγιας μουσικής με αρκετές καλές στιγμές μελωδικού λυρισμού, αλλά και στομφώδεις εξάρσεις χορωδιακής μεγαλοπρέπειας. 

Αφηγητής είναι ο Ιορδάνης Μαρίνος. Τα σολιστικά μέρη αποδίδουν μέλη της χορωδίας και μεταξύ αυτών ο βαρύτονος Θόδωρος Δημήτριεφ. 

Στην «Φάτνη» συμμετέχουν, επίσης, δυο καινούργιοι τότε λαϊκοί ερμηνευτές, ο Μανώλης Μητσιάς και η Δήμητρα Γαλάνη, στην πρώτη τους δισκογραφική εμφάνιση ως καλλιτεχνικό δίδυμο. 

Τέλος, στο δίσκο συμμετέχουν πολυμελείς χορωδίες ανδρών και γυναικών υπό τη διεύθυνση του συνθέτη. 

Να σημειώσω ότι ο δίσκος είναι δυσεύρετος και είναι η μοναδική δουλειά του συνθέτη που κυκλοφόρησε εκτός της ιδιωτικής του εταιρίας Ωδή. 

Ποίηση: Joan Alavedra & Νίκου Γκάτσου 

Μουσική: Σωκράτης Βενάρδος 

Ερμηνεία: Μανώλης Μητσιάς & Δήμητρα Γαλάνη, 

Χορωδία 

Αφηγητής: Ιορδάνης Μαρίνος




Σημείωση του Σωκράτη Βενάρδου για το έργο του.

Στο αποκορύφωμα της βρισκόταν μια σύγκρουση που από πολύ παλιά με συγκλονίζει, όταν μου εμπιστεύθηκε το κείμενο του Ορατορίου ο Νίκος Γκάτσος. Δύο λάτρεις μέσα μου, χρόνια δε λένε να μονοιάσουν: Η μελωδία της Βυζαντινής Μουσικής, που από παιδί της έδωσα την ψυχή μου και η Αρμονία της Ευρωπαϊκής, που αργότερα με κατέκτησε. Με τη «Φάτνη» διστακτικά δώσανε τα χέρια οι δύο τους και μια ελπίδα χάραξε πως κάτι καινούριο ξεπροβάλλει. Οι αναζητήσεις δεν τελείωσαν, μα πολλά βγήκαν συμπεράσματα: Μέχρι πόσο μπορεί κανείς να προχωρήσει στην εναρμόνιση των ήχων τις Βυζαντινής μουσικής χωρίς να χάσουν τον χαρακτήρα και το ήθος τους, και μέχρι πόσο μπορεί η Αντίστιξη και η Αρμονία να προσφέρονται χωρίς να προβάλλονται; H «Φάτνη» έχει μια βαριά κληρονομιά Τη μελοποίηση την άρχισα το καλοκαίρι του 1969 στους δρόμους της Πεντέλης. Μια αφηρημάδα μου έμεινα από τότε για κάθε τι που ήταν άσχετο με το έργο. Μου μιλούσαν για άλλα, σοβαρά θέματα κι εγώ τραγούδαγα τους σκοπούς και ξεδιάλεγα νέες ιδέες. Οι πρώτες μου εμπνεύσεις, γράφτηκαν στην Βυζαντινή μουσική φυσικά πάνω σε περιθώρια εφημερίδων, σε πακέτα που κράταγα, σε μικρά πρόχειρα χαρτάκια. Μα η μεγάλη δυσκολία και το αίσθημα της ευθύνης ορθώθηκαν μπροστά μου αργότερα, στην ενορχήστρωση. Γύρευα σώνει και καλά να πάρω ότι γινόταν απʼτη δυτική τέχνη σαν υλικό μόνο, για να κτίσω οικοδόμημα καθαρά Ελληνικό, Βυζαντινό. Τώρα, όλο τον μόχθο μου τον προσφέρω. Δεν ξέρω πόσους θα συγκινήσει. Θα ήθελα πολλούς! Δεν με ενδιαφέρει καθόλου το αν “πιάσει” το έργο. Ο Τσαρούχης μου φωνάζει απʼ το Παρίσι: – Δεν είναι κέρδος να βγει στην πιάτσα της Αθήνας ένας ακόμη μουσικός που να προσφέρει είδη ευρείας καταναλώσεως. Δύο δόξες υπάρχουν: Η Δόξα της «Κόκα-Κόλα», να φτιάχνεις δηλαδή και να πουλάς ότι ζητάει η κατανάλωση, και η Δόξα του Δημιουργού, που βγάζει ανόθευτα και ανυστερόβουλα μέσα απʼτην ψυχή του αυτή την ασίγαστη δύναμη για να την προσφέρει στον Άνθρωπο.” Σωκράτης Βενάρδος.


πηγή

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου