Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Ο Απόστολος Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας μεταξύ του 5 και 15 μ.Χ. από ευσεβείς Ιουδαίους γονείς. Ο Παύλος καταγόταν από τη φυλή Βενιαμίν κι άνηκε στην τάξη των Φαρισαίων (Ρωμ. 16,1 και Φιλιππ. 3,5). Ο πατέρας του ήταν Ρωμαίος πολίτης και προερχόταν από τα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας της Κιλικίας. Από τον πατέρα του κληρονόμησε ο Παύλος και την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη. Αυτό το χαρακτηριστικό έδινε σημαντικά προνόμια στον Παύλο.
Το εβραϊκό του όνομα ήταν Σαούλ. Κατά τη γνωστή τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς να φέρουν εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό λεγόταν και Σαύλος και αργότερα ονομάστηκε Παύλος.
Εκτός από την Καινή Διαθήκη, δεν υπάρχουν άλλες αξιόπιστες πηγές για τον βίο του Παύλου. Μέσα από διάφορα χωρία, είναι δυνατόν να εξάγουμε συμπέρασμα για το περίγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου πριν από τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό.
Στην Ταρσό όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια, οι γονείς του φρόντισαν να αποκτήσει την καλύτερη και αρτιότερη ελληνική και ιουδαϊκή μόρφωση. Ο Παύλος δεν αρκέσθηκε στην μόρφωση που απέκτησε στη γενέτειρά του και πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου έμενε και η αδερφή του, για να τη συμπληρώσει με την εκπαίδευσή του στο Μωσαϊκό Νόμο. Έγινε μαθητής του σοφού νομοδιδάσκαλου Γαμαλιήλ και από αυτόν διδάχθηκε, όσο λίγοι, την ιουδαϊκή νομικο-θεολογική σκέψη του ραβινισμού.
Το ύφος του, η θεολογική του μέθοδος και η χρήση της Γραφής παρουσιάζουν τον Παύλο ως αυστηρό αλλά και αγνό, ραββίνο, γνώστη όλων των επίμαχων ζητημάτων του ιουδαϊκού Νόμου και ικανό χειριστή της ραββινικής διαλεκτικής. Ο ίδιος ομολογεί αργότερα ότι υπήρξε πολύ επιμελής και μάλιστα υπέρμαχος ζηλωτής των πατρικών παραδόσεων και διέπρεπε μεταξύ των συνομηλίκων του (Γαλ. 1,14 και Πράξ. 26,4).
Διακρινόταν για το μεγάλο ζήλο στο έργο του, την ανησυχία και τη δυναμικότητά του, την ευρύτητα του πνεύματος και την αντικειμενική του κρίση. Η ιουδαϊκή του καταγωγή, η ελληνική παιδεία και η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη τον καθιστούσαν ως τον πιο κατάλληλο για να μεταφέρει το χριστιανικό μήνυμα στον κόσμο της εποχής του.
Εκτός από τη μόρφωση που έλαβε, ο Σαούλ έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι ραββίνοι. Θα μπορούσε, δηλαδή, να φτιάχνει σκηνές από μάλλινα υφάσματα ή δέρματα. Έτσι θα είχε τα αναγκαία για τη ζωή του, δίχως να επιβαρύνει κανένα και χωρίς να επιβαρύνει οικονομικά τις κατά τόπους εκκλησίες.
Ο Παύλος έπασχε από κάποια ασθένεια, η οποία πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη (Β' Κορ. 12,8), χωρίς ωστόσο να είναι δυνατό να εξακριβωθεί ακριβώς ποιο ήταν το σωματικό του πρόβλημα και μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν γι’ αυτό.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ ΔΙΩΚΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Είχαν περάσει περίπου δέκα χρόνια από τότε που ο Σαούλ τελείωσε τις σπουδές του κι αποχαιρέτησε τον αγαπημένο του διδάσκαλο Γαμαλιήλ. Στο διάστημα αυτό δε γνωρίζουμε, που ακριβώς βρισκόταν.
Κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού Χριστού (το 30-33 μ.Χ ο "νεανίας" Παύλος (Πράξ. 7,58) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (Πράξ. 9,1), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των Ιουδαίων Χριστιανών.
Τόσο η φαρισαϊκή ευσέβειά του όσο και ο ζήλος για την τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου διαμόρφωσαν τη συμπεριφορά και τη στάση του έτσι ώστε να καταστεί ένας από τους πιο σκληρούς και φανατικούς διώκτες των οπαδών του Χριστού. Έλαβε μέρος στο λιθοβολισμό του Στεφάνου, φυλάσσοντας στα πόδια του τα ιμάτια που άφησαν οι λιθοβολήσαντες Ιουδαίοι.
Ύστερα από αυτή την εμπειρία ο Παύλος καταδίωκε με μίσος τους Χριστιανούς με κάθε τρόπο. Στη διάθεση του είχε όσα ζητούσε από τους άρχοντες των Ιουδαίων. Για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούσε πολλά και σκληρά μέτρα προκειμένου να πετύχει τον αφανισμό των Χριστιανών. Ρήμαζε τις εκκλησίες, έμπαινε με τη βία στα σπίτια, έσερνε έξω άνδρες και γυναίκες, τους συλλάμβανε και τους έριχνε στη φυλακή, τους βασάνιζε. Είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Χριστιανών.
Τον μετά μανίας διωγμό των Χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (Γαλ. 1,13. Α'Κορ. 15,9. Φιλιπ. 3,5), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις Πράξεις (8,3. 9,1-2. 26,9-11).
Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, από τον υπέρμετρο φανατισμό και ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (Φιλιπ. 3,5-6. Πράξ. 26,4, Γαλ. 1,13), αλλά και από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτελέσει σπουδαίο έργο στην ιστορία (Ρωμ. κεφ. 9-11). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε σταυρικό θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού.
Για το γεγονός της μεταστροφής του Παύλου προς το Χριστιανισμό, εκτός από τις αναφορές στις επιστολές (Γαλάτ. 1,13. Α' Κορ. 15,8. Φιλιππ. 3,12. Εφεσ. 3,3), υπάρχουν και τρεις παράλληλες διηγήσεις στις Πράξεις (9,1-29. 22,3-21. 26,9-21).
Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες που έχουν πηγή τον ίδιο τον Παύλο, έγινε χριστιανός από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό ο οποίος τον κάλεσε στο ευαγγελικό έργο και στο αποστολικό αξίωμα.
Ο ίδιος ομολογεί (Γαλ. 1,15) ότι, ο Θεός τον προόριζε για απόστολο του Ευαγγελίου πριν ακόμη γεννηθεί, και μετέτρεψε το ζήλο του για τον Νόμο, σε ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου.
"ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο άφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού, αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν έμοί ίνα εύαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν" (Γαλ. 1,15-16).
Πολλοί Χριστιανοί είχαν απομακρυνθεί από τα Ιεροσόλυμα εξαιτίας του διωγμού. Αρκετοί κατέφυγαν στη Δαμασκό, όπου προσέλκυαν και άλλους στη χριστιανική πίστη. Αυτό εξόργισε τον Παύλο, ο οποίος δεν αρκέσθηκε μόνο στο διωγμό των Χριστιανών της Ιουδαίας, αλλά ζήτησε την άδεια και την βοήθεια του αρχιερέα, για να μεταβεί στη Δαμασκό με σκοπό να συλλάβει και τους εκεί μεταστραφέντες Ιουδαίους και να τους οδηγήσει δεμένους στην Ιερουσαλήμ ώστε να δικασθούν και να τιμωρηθούν (Πράξ. 9,1-2). Για να πετύχει το σκοπό του, πήρε από τον αρχιερέα συστατικά γράμματα για τις συναγωγές της Δαμασκού.
Το 36 μ.Χ. περίπου, καθώς πήγαινε προς τη Δαμασκό επικεφαλής μιας καλά οπλισμένης ομάδας, ξαφνικά λίγο προτού να φτάσει στην πόλη, τον περιέβαλε ένα παράδοξο κι εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε.
Τότε άκουσε από τον ουρανό μια φωνή να τον αποκαλεί με το εβραϊκό του όνομα και του είπε: «Σαούλ, Σαούλ γιατί με καταδιώκεις;». Ο Παύλος έπεσε κάτω από τον φόβο του και ρώτησε «Ποιος είσαι Κύριε;» Και ο Κύριος απάντησε: «Εγώ είμαι ο Ιησούς, αυτός τον όποιο εσύ καταδιώκεις. Αλλά σήκω επάνω, πήγαινε στην πόλη κι εκεί θα σου φανερωθεί, τι πρέπει να κάνεις» (Πράξεις 9,1-18).
Όλα όσα έκανε ο Παύλος εναντίον των Χριστιανών, στρέφονταν εναντίον του Χριστού! Όσα συμβαίνουν στους πιστούς, θα πει αργότερα και ο Μέγας Βασίλειος, ο Κύριος τα δέχεται ότι συμβαίνουν στον ίδιο τον εαυτό Του.
Ο Παύλος μετάνιωσε ειλικρινά για όλα αυτά. Προσπάθησε να σηκωθεί ζητώντας να τον βοηθήσουν, γιατί είχε χάσει το φως του. Οι συνοδοί του έκπληκτοι τον οδήγησαν στη Δαμασκό και τον άφησαν στο σπίτι κάποιου Ιούδα, στην Ευθεία οδό. Τρεις ημέρες έμεινε ο Παύλος χωρίς να φάει και να πιεί κάτι. Βυθισμένος στο σκοτάδι, γιατί δεν έβλεπε ακόμη, προσευχόταν στον Κύριο και ζητούσε συγγνώμη για την προηγούμενη διαγωγή του. Ο Θεός της αγάπης τον είχε πια συγχωρήσει.
Στη Δαμασκό ζούσε ένας ευλαβής Χριστιανός, ο Ανανίας. Γι’ αυτόν λέει η αρχαία παράδοση, πώς ήταν ένας από τους εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου και πως είχε καταφύγει στη Δαμασκό, όταν άρχισε ο διωγμός από τον Παύλο.
Σ' αυτόν λοιπόν παρουσιάστηκε ο Κύριος μέσα σε όραμα και του είπε: «Ανανία πήγαινε στο σπίτι του Ιούδα στην Ευθεία οδό, να βρεις το Σαύλο από την Ταρσό πού προσεύχεται».
Κι αυτός, που δεν ήξερε όσα είχαν γίνει, απάντησε με σεβασμό: «Κύριε γι’ αυτόν τον άνθρωπο έχω ακούσει όσα φοβερά έκαμε εναντίον των αγίων οπαδών Σου στην Ιερουσαλήμ».
Αλλά ο Κύριος τον καθησύχασε και του είπε: «Πήγαινε χωρίς φόβο, γιατί αυτός πια είναι ο εκλεκτός μου. Αυτός θα κηρύξει τ' όνομά μου σ' όλο τον κόσμο».
Ο Ανανίας με θάρρος πια πήγε και βρήκε τον Παύλο να προσεύχεται. Με καλοσύνη κι αγάπη έβαλε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του Παύλου και του είπε: «Σαούλ, αδελφέ μου, ο Κύριος που σου παρουσιάστηκε στο δρόμο, με έστειλε για ν’ αποκτήσεις το φως σου και να γεμίσεις με Άγιο Πνεύμα».
Τότε με άλλο θαύμα έπεσαν από τα μάτια του Παύλου κάτι σαν λέπια και ήρθε το φως του. Αφού σηκώθηκε δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα και έφαγε κάτι για να βρει τις σωματικές του δυνάμεις. Μα πιο πολύ απόκτησε το φωτισμό του Θεού και τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, για ν' αναδειχτεί αργότερα ο μεγάλος Απόστολος της Οικουμένης. Ο Παύλος από τρομερός διώκτης του Χριστιανισμού έγινε τώρα ο θερμότερος και ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό.
Μετά τη μεταστροφή του, τη βάπτιση και την κατήχησή του από τον Ανανία στη Δαμασκό, ο Παύλος πήγαινε στις συναγωγές και κήρυττε πλέον φανερά ότι ο Ιησούς είναι ο Υϊός του Θεού (Πράξ. 9,20). Αυτό βέβαια προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Ιουδαίων της Δαμασκού, οι οποίοι αποφάσισαν να τον θανατώσουν.
Οι Χριστιανοί όμως φυγάδευσαν τον Παύλο στην έρημο της Αραβίας, στο βασίλειο των Ναβαταίων, νότια της Δαμασκού, πιθανώς δια λόγους ασφαλείας (Γαλ. 1,17). Όπως ο Κύριος πού έμεινε σαράντα μέρες στην έρημο, έτσι και ο Παύλος έμεινε μόνος του, όπου είχε αρκετό καιρό για να συγκεντρωθεί και να προσευχηθεί. Αργότερα επέστρεψε στη Δαμασκό, όπου άσκησε το αποστολικό του έργο για τρία χρόνια.
Η μεταστροφή του προκάλεσε μεγάλη έκπληξη μεταξύ των Ιουδαίων και των Χριστιανών. Σύμφωνα με τις Πράξεις, η εχθρότητα των Ιουδαίων τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πόλη (Πράξ. 9,23-25), αν και στην περίπτωση αυτή, στη δίωξή του έλαβε ενεργά μέρος και ο εθνάρχης Αρέτας (ή Αρέθας), βασιλιάς των Ναβαταίων (Β' Κόρ. 11,32-33).
Γι’ αυτό οι πιστοί φυγάδεψαν τον Παύλο. Μια νύχτα τον κατέβασαν από τα τείχη μέσα σ' ένα μεγάλο καλάθι. Κατόπιν πήγε στα Ιεροσόλυμα. Παρ’ ότι προσπαθούσε να έρθει σε επαφή με τους άλλους αποστόλους, εκείνοι, όπως και οι άλλοι Χριστιανοί, ήταν ακόμη επιφυλακτικοί απέναντι του. Οι Πράξεις μας πληροφορούν ότι ο Βαρνάβας τον παρουσίασε στους Αποστόλους και στους άλλους Χριστιανούς, ο οποίος τους έκανε γνωστή τη μεταστροφή του και έτσι έγινε δεκτός από τους χριστιανικούς κύκλους της Ιερουσαλήμ. Όλοι τους χάρηκαν για τη θαυμαστή αυτή αλλαγή του Παύλου και δόξασαν τον Κύριο.
Στην Ιερουσαλήμ ο Παύλος ήρθε σε επαφή με τον Πέτρο (Γαλ. 1,18). Εκεί συνάντησε και τον Ιάκωβο τον αδελφό του Κυρίου. Ο νέος Απόστολος με θάρρος και δύναμη άρχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο στην Ιερουσαλήμ.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΡΣΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ
(Πράξεις 11,19-30)
Το κήρυγμα του Παύλου στα Ιεροσόλυμα εξαγρίωσε πολλούς φανατικούς Εβραίους, που αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Αλλά οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων, χωρίς να πάρουν είδηση οι εχθροί του Παύλου, τον φυγάδεψαν μέσω της Καισάρειας στην πατρίδα του την Ταρσό. Έτσι ο Παύλος βρέθηκε ξανά στην Ταρσό, όπου πέρασε μερικά ήσυχα χρόνια (Πράξ. 9,26-30). Στο διάστημα αυτό προσευχόταν με θέρμη στον Κύριο και κατάστρωνε τα Ιεραποστολικά του σχέδια. Περίμενε όμως να τον καλέσει ο Κύριος, για να μεταφέρει το Ευαγγελικό μήνυμα σ' έναν κόσμο, πού δεν είχε ακόμη γνωρίσει το Χριστό.
Ύστερα από την Ιερουσαλήμ, η Αντιόχεια ήταν η άλλη μεγάλη πόλη, όπου διαδόθηκε το Ευαγγέλιο. Η Αντιόχεια είχε πλατιούς δρόμους και στολιζόταν με ωραίους κήπους κι άλλα έργα πολιτισμού. Εκεί Χριστιανοί από την Κύπρο και την Κυρήνη της Τυνησίας κήρυξαν αρχικά το Χριστιανισμό. Με τη δύναμη του Θεού πολλοί πίστευαν στον Κύριο, ιδίως ελληνιστές Ιουδαίοι. Έτσι λέγονταν όσοι Ιουδαίοι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα.
Τα ευχάριστα αυτά νέα έκαμαν τους Αποστόλους, να στείλουν εκεί από τα Ιεροσόλυμα το Βαρνάβα, για να ενισχύσει τους νέους πιστούς. Ο Βαρνάβας, ως αγαθός άνθρωπος που ήταν, προσέλκυε πολλούς στον Κύριο. Με το φωτισμό του Θεού μάλιστα αποφάσισε να καλέσει κοντά του και τον Παύλο, σαν τον πιο κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά. Χωρίς καθυστέρηση λοιπόν πήγε στην Ταρσό, όπου οι δύο παλιοί φίλοι συναντήθηκαν και πάλι. Ο Παύλος με ξεχωριστή χαρά δέχτηκε την πρόσκληση του Βαρνάβα, να έρθει στην Αντιόχεια. Εκεί για ένα χρόνο δίδαξαν μαζί το Ευαγγέλιο με θαυμαστά αποτελέσματα (Πράξ. 11,19-26).
Οι Πράξεις (Πράξ. 11,30 και 12,25) μνημονεύουν ένα ταξίδι του Παύλου και του Βαρνάβα στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να φέρουν βοήθεια από την Εκκλησία της Αντιόχειας προς τους Χριστιανούς της Ιουδαίας, κατά την περίοδο του λιμού που είχε γίνει τα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου.
Στην Αντιόχεια η νεαρή Εκκλησία προόδευε συνεχώς. Οι πιστοί μέχρι τότε λέγονταν μεταξύ τους αδερφοί, μαθητές, άγιοι κ.λπ. Από τους άλλους όμως ονομάζονταν Ναζωραίοι. Εκεί στην Αντιόχεια ονομάστηκαν για πρώτη φορά «Χριστιανοί», στην αρχή από τον απλό λαό και ύστερα από τις επίσημες Αρχές της πόλεως. Πράγματι δεν υπήρχε πιο χαρακτηριστικό όνομα για τους πιστούς. Τ' όνομα τούτο μοιάζει με την επιγραφή που έβαλε ο Πιλάτος πάνω στο Σταυρό γραμμένη στα Εβραϊκά, Ελληνικά και Ρωμαϊκά. Έτσι και τ' όνομα «Χριστιανός» ενώ είναι Εβραϊκό, έχει Ελληνική ρίζα και Ρωμαϊκή κατάληξη. Μ’ αυτόν τον τρόπο φανερωνόταν η παγκόσμια έκταση, που θα έπαιρνε ο Χριστιανισμός.
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον, Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον, Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.
Ο Απόστολος Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας μεταξύ του 5 και 15 μ.Χ. από ευσεβείς Ιουδαίους γονείς. Ο Παύλος καταγόταν από τη φυλή Βενιαμίν κι άνηκε στην τάξη των Φαρισαίων (Ρωμ. 16,1 και Φιλιππ. 3,5). Ο πατέρας του ήταν Ρωμαίος πολίτης και προερχόταν από τα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας της Κιλικίας. Από τον πατέρα του κληρονόμησε ο Παύλος και την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη. Αυτό το χαρακτηριστικό έδινε σημαντικά προνόμια στον Παύλο.
Το εβραϊκό του όνομα ήταν Σαούλ. Κατά τη γνωστή τότε συνήθεια των Ιουδαίων της διασποράς να φέρουν εκτός από το ιουδαϊκό όνομα και ένα ομόηχο ελληνικό ή ρωμαϊκό λεγόταν και Σαύλος και αργότερα ονομάστηκε Παύλος.
Εκτός από την Καινή Διαθήκη, δεν υπάρχουν άλλες αξιόπιστες πηγές για τον βίο του Παύλου. Μέσα από διάφορα χωρία, είναι δυνατόν να εξάγουμε συμπέρασμα για το περίγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου πριν από τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό.
Στην Ταρσό όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια, οι γονείς του φρόντισαν να αποκτήσει την καλύτερη και αρτιότερη ελληνική και ιουδαϊκή μόρφωση. Ο Παύλος δεν αρκέσθηκε στην μόρφωση που απέκτησε στη γενέτειρά του και πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου έμενε και η αδερφή του, για να τη συμπληρώσει με την εκπαίδευσή του στο Μωσαϊκό Νόμο. Έγινε μαθητής του σοφού νομοδιδάσκαλου Γαμαλιήλ και από αυτόν διδάχθηκε, όσο λίγοι, την ιουδαϊκή νομικο-θεολογική σκέψη του ραβινισμού.
Το ύφος του, η θεολογική του μέθοδος και η χρήση της Γραφής παρουσιάζουν τον Παύλο ως αυστηρό αλλά και αγνό, ραββίνο, γνώστη όλων των επίμαχων ζητημάτων του ιουδαϊκού Νόμου και ικανό χειριστή της ραββινικής διαλεκτικής. Ο ίδιος ομολογεί αργότερα ότι υπήρξε πολύ επιμελής και μάλιστα υπέρμαχος ζηλωτής των πατρικών παραδόσεων και διέπρεπε μεταξύ των συνομηλίκων του (Γαλ. 1,14 και Πράξ. 26,4).
Διακρινόταν για το μεγάλο ζήλο στο έργο του, την ανησυχία και τη δυναμικότητά του, την ευρύτητα του πνεύματος και την αντικειμενική του κρίση. Η ιουδαϊκή του καταγωγή, η ελληνική παιδεία και η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη τον καθιστούσαν ως τον πιο κατάλληλο για να μεταφέρει το χριστιανικό μήνυμα στον κόσμο της εποχής του.
Εκτός από τη μόρφωση που έλαβε, ο Σαούλ έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι ραββίνοι. Θα μπορούσε, δηλαδή, να φτιάχνει σκηνές από μάλλινα υφάσματα ή δέρματα. Έτσι θα είχε τα αναγκαία για τη ζωή του, δίχως να επιβαρύνει κανένα και χωρίς να επιβαρύνει οικονομικά τις κατά τόπους εκκλησίες.
Ο Παύλος έπασχε από κάποια ασθένεια, η οποία πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη (Β' Κορ. 12,8), χωρίς ωστόσο να είναι δυνατό να εξακριβωθεί ακριβώς ποιο ήταν το σωματικό του πρόβλημα και μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν γι’ αυτό.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ ΔΙΩΚΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Είχαν περάσει περίπου δέκα χρόνια από τότε που ο Σαούλ τελείωσε τις σπουδές του κι αποχαιρέτησε τον αγαπημένο του διδάσκαλο Γαμαλιήλ. Στο διάστημα αυτό δε γνωρίζουμε, που ακριβώς βρισκόταν.
Κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού Χριστού (το 30-33 μ.Χ ο "νεανίας" Παύλος (Πράξ. 7,58) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (Πράξ. 9,1), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των Ιουδαίων Χριστιανών.
Τόσο η φαρισαϊκή ευσέβειά του όσο και ο ζήλος για την τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου διαμόρφωσαν τη συμπεριφορά και τη στάση του έτσι ώστε να καταστεί ένας από τους πιο σκληρούς και φανατικούς διώκτες των οπαδών του Χριστού. Έλαβε μέρος στο λιθοβολισμό του Στεφάνου, φυλάσσοντας στα πόδια του τα ιμάτια που άφησαν οι λιθοβολήσαντες Ιουδαίοι.
Ύστερα από αυτή την εμπειρία ο Παύλος καταδίωκε με μίσος τους Χριστιανούς με κάθε τρόπο. Στη διάθεση του είχε όσα ζητούσε από τους άρχοντες των Ιουδαίων. Για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούσε πολλά και σκληρά μέτρα προκειμένου να πετύχει τον αφανισμό των Χριστιανών. Ρήμαζε τις εκκλησίες, έμπαινε με τη βία στα σπίτια, έσερνε έξω άνδρες και γυναίκες, τους συλλάμβανε και τους έριχνε στη φυλακή, τους βασάνιζε. Είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Χριστιανών.
Τον μετά μανίας διωγμό των Χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (Γαλ. 1,13. Α'Κορ. 15,9. Φιλιπ. 3,5), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις Πράξεις (8,3. 9,1-2. 26,9-11).
Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, από τον υπέρμετρο φανατισμό και ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (Φιλιπ. 3,5-6. Πράξ. 26,4, Γαλ. 1,13), αλλά και από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτελέσει σπουδαίο έργο στην ιστορία (Ρωμ. κεφ. 9-11). Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε σταυρικό θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού.
Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
(Πράξεις 9,1-19)
(Πράξεις 9,1-19)
Για το γεγονός της μεταστροφής του Παύλου προς το Χριστιανισμό, εκτός από τις αναφορές στις επιστολές (Γαλάτ. 1,13. Α' Κορ. 15,8. Φιλιππ. 3,12. Εφεσ. 3,3), υπάρχουν και τρεις παράλληλες διηγήσεις στις Πράξεις (9,1-29. 22,3-21. 26,9-21).
Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες που έχουν πηγή τον ίδιο τον Παύλο, έγινε χριστιανός από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό ο οποίος τον κάλεσε στο ευαγγελικό έργο και στο αποστολικό αξίωμα.
Ο ίδιος ομολογεί (Γαλ. 1,15) ότι, ο Θεός τον προόριζε για απόστολο του Ευαγγελίου πριν ακόμη γεννηθεί, και μετέτρεψε το ζήλο του για τον Νόμο, σε ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου.
"ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο άφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού, αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν έμοί ίνα εύαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν" (Γαλ. 1,15-16).
Πολλοί Χριστιανοί είχαν απομακρυνθεί από τα Ιεροσόλυμα εξαιτίας του διωγμού. Αρκετοί κατέφυγαν στη Δαμασκό, όπου προσέλκυαν και άλλους στη χριστιανική πίστη. Αυτό εξόργισε τον Παύλο, ο οποίος δεν αρκέσθηκε μόνο στο διωγμό των Χριστιανών της Ιουδαίας, αλλά ζήτησε την άδεια και την βοήθεια του αρχιερέα, για να μεταβεί στη Δαμασκό με σκοπό να συλλάβει και τους εκεί μεταστραφέντες Ιουδαίους και να τους οδηγήσει δεμένους στην Ιερουσαλήμ ώστε να δικασθούν και να τιμωρηθούν (Πράξ. 9,1-2). Για να πετύχει το σκοπό του, πήρε από τον αρχιερέα συστατικά γράμματα για τις συναγωγές της Δαμασκού.
Το 36 μ.Χ. περίπου, καθώς πήγαινε προς τη Δαμασκό επικεφαλής μιας καλά οπλισμένης ομάδας, ξαφνικά λίγο προτού να φτάσει στην πόλη, τον περιέβαλε ένα παράδοξο κι εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε.
Τότε άκουσε από τον ουρανό μια φωνή να τον αποκαλεί με το εβραϊκό του όνομα και του είπε: «Σαούλ, Σαούλ γιατί με καταδιώκεις;». Ο Παύλος έπεσε κάτω από τον φόβο του και ρώτησε «Ποιος είσαι Κύριε;» Και ο Κύριος απάντησε: «Εγώ είμαι ο Ιησούς, αυτός τον όποιο εσύ καταδιώκεις. Αλλά σήκω επάνω, πήγαινε στην πόλη κι εκεί θα σου φανερωθεί, τι πρέπει να κάνεις» (Πράξεις 9,1-18).
Όλα όσα έκανε ο Παύλος εναντίον των Χριστιανών, στρέφονταν εναντίον του Χριστού! Όσα συμβαίνουν στους πιστούς, θα πει αργότερα και ο Μέγας Βασίλειος, ο Κύριος τα δέχεται ότι συμβαίνουν στον ίδιο τον εαυτό Του.
Ο Παύλος μετάνιωσε ειλικρινά για όλα αυτά. Προσπάθησε να σηκωθεί ζητώντας να τον βοηθήσουν, γιατί είχε χάσει το φως του. Οι συνοδοί του έκπληκτοι τον οδήγησαν στη Δαμασκό και τον άφησαν στο σπίτι κάποιου Ιούδα, στην Ευθεία οδό. Τρεις ημέρες έμεινε ο Παύλος χωρίς να φάει και να πιεί κάτι. Βυθισμένος στο σκοτάδι, γιατί δεν έβλεπε ακόμη, προσευχόταν στον Κύριο και ζητούσε συγγνώμη για την προηγούμενη διαγωγή του. Ο Θεός της αγάπης τον είχε πια συγχωρήσει.
Στη Δαμασκό ζούσε ένας ευλαβής Χριστιανός, ο Ανανίας. Γι’ αυτόν λέει η αρχαία παράδοση, πώς ήταν ένας από τους εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου και πως είχε καταφύγει στη Δαμασκό, όταν άρχισε ο διωγμός από τον Παύλο.
Σ' αυτόν λοιπόν παρουσιάστηκε ο Κύριος μέσα σε όραμα και του είπε: «Ανανία πήγαινε στο σπίτι του Ιούδα στην Ευθεία οδό, να βρεις το Σαύλο από την Ταρσό πού προσεύχεται».
Κι αυτός, που δεν ήξερε όσα είχαν γίνει, απάντησε με σεβασμό: «Κύριε γι’ αυτόν τον άνθρωπο έχω ακούσει όσα φοβερά έκαμε εναντίον των αγίων οπαδών Σου στην Ιερουσαλήμ».
Αλλά ο Κύριος τον καθησύχασε και του είπε: «Πήγαινε χωρίς φόβο, γιατί αυτός πια είναι ο εκλεκτός μου. Αυτός θα κηρύξει τ' όνομά μου σ' όλο τον κόσμο».
Ο Ανανίας με θάρρος πια πήγε και βρήκε τον Παύλο να προσεύχεται. Με καλοσύνη κι αγάπη έβαλε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του Παύλου και του είπε: «Σαούλ, αδελφέ μου, ο Κύριος που σου παρουσιάστηκε στο δρόμο, με έστειλε για ν’ αποκτήσεις το φως σου και να γεμίσεις με Άγιο Πνεύμα».
Τότε με άλλο θαύμα έπεσαν από τα μάτια του Παύλου κάτι σαν λέπια και ήρθε το φως του. Αφού σηκώθηκε δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα και έφαγε κάτι για να βρει τις σωματικές του δυνάμεις. Μα πιο πολύ απόκτησε το φωτισμό του Θεού και τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, για ν' αναδειχτεί αργότερα ο μεγάλος Απόστολος της Οικουμένης. Ο Παύλος από τρομερός διώκτης του Χριστιανισμού έγινε τώρα ο θερμότερος και ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό.
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
(Πράξεις 9,19-31)
(Πράξεις 9,19-31)
Μετά τη μεταστροφή του, τη βάπτιση και την κατήχησή του από τον Ανανία στη Δαμασκό, ο Παύλος πήγαινε στις συναγωγές και κήρυττε πλέον φανερά ότι ο Ιησούς είναι ο Υϊός του Θεού (Πράξ. 9,20). Αυτό βέβαια προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Ιουδαίων της Δαμασκού, οι οποίοι αποφάσισαν να τον θανατώσουν.
Οι Χριστιανοί όμως φυγάδευσαν τον Παύλο στην έρημο της Αραβίας, στο βασίλειο των Ναβαταίων, νότια της Δαμασκού, πιθανώς δια λόγους ασφαλείας (Γαλ. 1,17). Όπως ο Κύριος πού έμεινε σαράντα μέρες στην έρημο, έτσι και ο Παύλος έμεινε μόνος του, όπου είχε αρκετό καιρό για να συγκεντρωθεί και να προσευχηθεί. Αργότερα επέστρεψε στη Δαμασκό, όπου άσκησε το αποστολικό του έργο για τρία χρόνια.
Η μεταστροφή του προκάλεσε μεγάλη έκπληξη μεταξύ των Ιουδαίων και των Χριστιανών. Σύμφωνα με τις Πράξεις, η εχθρότητα των Ιουδαίων τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πόλη (Πράξ. 9,23-25), αν και στην περίπτωση αυτή, στη δίωξή του έλαβε ενεργά μέρος και ο εθνάρχης Αρέτας (ή Αρέθας), βασιλιάς των Ναβαταίων (Β' Κόρ. 11,32-33).
Γι’ αυτό οι πιστοί φυγάδεψαν τον Παύλο. Μια νύχτα τον κατέβασαν από τα τείχη μέσα σ' ένα μεγάλο καλάθι. Κατόπιν πήγε στα Ιεροσόλυμα. Παρ’ ότι προσπαθούσε να έρθει σε επαφή με τους άλλους αποστόλους, εκείνοι, όπως και οι άλλοι Χριστιανοί, ήταν ακόμη επιφυλακτικοί απέναντι του. Οι Πράξεις μας πληροφορούν ότι ο Βαρνάβας τον παρουσίασε στους Αποστόλους και στους άλλους Χριστιανούς, ο οποίος τους έκανε γνωστή τη μεταστροφή του και έτσι έγινε δεκτός από τους χριστιανικούς κύκλους της Ιερουσαλήμ. Όλοι τους χάρηκαν για τη θαυμαστή αυτή αλλαγή του Παύλου και δόξασαν τον Κύριο.
Στην Ιερουσαλήμ ο Παύλος ήρθε σε επαφή με τον Πέτρο (Γαλ. 1,18). Εκεί συνάντησε και τον Ιάκωβο τον αδελφό του Κυρίου. Ο νέος Απόστολος με θάρρος και δύναμη άρχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο στην Ιερουσαλήμ.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΡΣΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ
(Πράξεις 11,19-30)
Το κήρυγμα του Παύλου στα Ιεροσόλυμα εξαγρίωσε πολλούς φανατικούς Εβραίους, που αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Αλλά οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων, χωρίς να πάρουν είδηση οι εχθροί του Παύλου, τον φυγάδεψαν μέσω της Καισάρειας στην πατρίδα του την Ταρσό. Έτσι ο Παύλος βρέθηκε ξανά στην Ταρσό, όπου πέρασε μερικά ήσυχα χρόνια (Πράξ. 9,26-30). Στο διάστημα αυτό προσευχόταν με θέρμη στον Κύριο και κατάστρωνε τα Ιεραποστολικά του σχέδια. Περίμενε όμως να τον καλέσει ο Κύριος, για να μεταφέρει το Ευαγγελικό μήνυμα σ' έναν κόσμο, πού δεν είχε ακόμη γνωρίσει το Χριστό.
Ύστερα από την Ιερουσαλήμ, η Αντιόχεια ήταν η άλλη μεγάλη πόλη, όπου διαδόθηκε το Ευαγγέλιο. Η Αντιόχεια είχε πλατιούς δρόμους και στολιζόταν με ωραίους κήπους κι άλλα έργα πολιτισμού. Εκεί Χριστιανοί από την Κύπρο και την Κυρήνη της Τυνησίας κήρυξαν αρχικά το Χριστιανισμό. Με τη δύναμη του Θεού πολλοί πίστευαν στον Κύριο, ιδίως ελληνιστές Ιουδαίοι. Έτσι λέγονταν όσοι Ιουδαίοι μιλούσαν την ελληνική γλώσσα.
Τα ευχάριστα αυτά νέα έκαμαν τους Αποστόλους, να στείλουν εκεί από τα Ιεροσόλυμα το Βαρνάβα, για να ενισχύσει τους νέους πιστούς. Ο Βαρνάβας, ως αγαθός άνθρωπος που ήταν, προσέλκυε πολλούς στον Κύριο. Με το φωτισμό του Θεού μάλιστα αποφάσισε να καλέσει κοντά του και τον Παύλο, σαν τον πιο κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά. Χωρίς καθυστέρηση λοιπόν πήγε στην Ταρσό, όπου οι δύο παλιοί φίλοι συναντήθηκαν και πάλι. Ο Παύλος με ξεχωριστή χαρά δέχτηκε την πρόσκληση του Βαρνάβα, να έρθει στην Αντιόχεια. Εκεί για ένα χρόνο δίδαξαν μαζί το Ευαγγέλιο με θαυμαστά αποτελέσματα (Πράξ. 11,19-26).
Οι Πράξεις (Πράξ. 11,30 και 12,25) μνημονεύουν ένα ταξίδι του Παύλου και του Βαρνάβα στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να φέρουν βοήθεια από την Εκκλησία της Αντιόχειας προς τους Χριστιανούς της Ιουδαίας, κατά την περίοδο του λιμού που είχε γίνει τα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου.
Στην Αντιόχεια η νεαρή Εκκλησία προόδευε συνεχώς. Οι πιστοί μέχρι τότε λέγονταν μεταξύ τους αδερφοί, μαθητές, άγιοι κ.λπ. Από τους άλλους όμως ονομάζονταν Ναζωραίοι. Εκεί στην Αντιόχεια ονομάστηκαν για πρώτη φορά «Χριστιανοί», στην αρχή από τον απλό λαό και ύστερα από τις επίσημες Αρχές της πόλεως. Πράγματι δεν υπήρχε πιο χαρακτηριστικό όνομα για τους πιστούς. Τ' όνομα τούτο μοιάζει με την επιγραφή που έβαλε ο Πιλάτος πάνω στο Σταυρό γραμμένη στα Εβραϊκά, Ελληνικά και Ρωμαϊκά. Έτσι και τ' όνομα «Χριστιανός» ενώ είναι Εβραϊκό, έχει Ελληνική ρίζα και Ρωμαϊκή κατάληξη. Μ’ αυτόν τον τρόπο φανερωνόταν η παγκόσμια έκταση, που θα έπαιρνε ο Χριστιανισμός.
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον, Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον, Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου